Η ΔΕΗ θα είναι πιθανώς το πιο δύσκολο πρόβλημα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η επόμενη κυβέρνηση, όποια και αν είναι αυτή. Οσο δε ο καιρός περνάει, οι λύσεις που απαιτούνται καθίστανται πιο δύσκολες, πιο περίπλοκες, με μεγαλύτερο πολιτικό κόστος. Είναι ενδεικτικό πως ακόμη και εντός της σημερινής κυβέρνησης, τα στελέχη της οποίας χαρακτήριζαν κάποτε έγκλημα την εκποίηση έστω και κάποιας από τις παλιές λιγνιτικές μονάδες, σήμερα γίνονται συζητήσεις για μερική πώληση του ΔΕΔΔΗΕ μαζί με το δίκτυο χαμηλής τάσης.
Αλλά και στη Ν.Δ., η οποία βλέπει να παραλαμβάνει την «καυτή πατάτα» από τη σημερινή κυβέρνηση, οι εναλλακτικές διάσωσης της ΔΕΗ είναι ψηλά στην ατζέντα των προτεραιοτήτων της. Ο λόγος, προφανής. Πρόκειται για την εταιρεία ηλεκτρισμού, που παράγει το 60% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώνουμε ως χώρα και ηλεκτροδοτεί 7,5 εκατ. καταναλωτές, μεταξύ αυτών και το σύνολο της ενεργοβόρας βιομηχανίας της χώρας, που είναι εκτεθειμένη στον διεθνή ανταγωνισμό. Οι συνολικές υποχρεώσεις προς τρίτους προσεγγίζουν το 1 δισ. ευρώ, ενώ μεγάλη είναι η έκθεση των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες αποτελούν τον βασικό χρηματοδότη της ΔΕΗ και οι οποίες θα κληθούν να αναχρηματοδοτήσουν τα δάνειά της, αφού ο ισολογισμός του 2018 έκλεισε ερμητικά την πόρτα των διεθνών αγορών.
Από την επομένη της ανακοίνωσης των αποτελεσμάτων χρήσης 2018, η αγορά ενέργειας αναμένει με κομμένη την ανάσα τις κινήσεις της κυβέρνησης για την απενεργοποίηση της βόμβας που λέγεται ΔΕΗ. Για την κυβέρνηση προτεραιότητα σε αυτήν τη φάση είναι να μη σκάσει στα χέρια της η βόμβα, γι’ αυτό εδώ και κάποιες εβδομάδες σε συνεργασία με τη ΡΑΕ ξανακοιτάζει το αίτημα της ΔΕΗ για τις ξεχασμένες ΥΚΩ του 2011, συνολικού ύψους 700 εκατ. ευρώ, με στόχο ένα σημαντικό μέρος εξ αυτών να καλυφθεί από το πλεόνασμα του προϋπολογισμού, διασφαλίζοντας έτσι μία ακόμη ένεση ρευστότητας. Το δομικό πρόβλημα θα μεταφερθεί έτσι στην επόμενη κυβέρνηση.
Οι λύσεις, ωστόσο, είναι περιορισμένες και πολύπλοκες. Η αύξηση των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αγοράς, αλλά και τις προσδοκίες της διοίκησης της ΔΕΗ, θα είναι μία από τις πρώτες αποφάσεις που θα κληθεί να πάρει η νέα κυβέρνηση για να αποκτήσει ρευστότητα η ΔΕΗ.
Παράλληλα, θα πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή σχέδιο αναδιάρθρωσης, για τη στήριξη του οποίου απαιτούνται έσοδα σίγουρα και άμεσα. Η πώληση υδροηλεκτρικών μονάδων, την οποία η ΔΕΗ δύσκολα θα αποφύγει προκειμένου να έχουν πρόσβαση όλοι οι παίκτες της αγοράς και στη φθηνή ενέργεια των νερών, απαιτεί μια πολύπλοκη και χρονοβόρα διαδικασία.
Γι’ αυτό και η ΔΕΗ θα αναγκασθεί να εκποιήσει το πολυτιμότερο περιουσιακό στοιχείο που της έχει απομείνει μετά τον ΑΔΜΗΕ, δηλαδή το δίκτυο διανομής μέσης και χαμηλής τάσης (ΔΕΔΔΗΕ). Ενα τέτοιο σχέδιο επεξεργάζεται ήδη η ΔΕΗ και τέθηκε για πρώτη φορά στο διοικητικό συμβούλιο της περασμένης Τρίτης παρά τις διαψεύσεις της διοίκησης της εταιρείας. Το σχέδιο προβλέπει τη σύσταση 100% θυγατρικής της ΔΕΗ, στην οποία θα περιέλθει η κυριότητα του δικτύου για να διατεθεί προς πώληση στη συνέχεια το 49%.
Το δίκτυο διανομής μπορεί να προσελκύσει επενδυτικό ενδιαφέρον λόγω του εγγυημένου ρυθμιστικού ετήσιου εσόδου που διασφαλίζει με απόφαση της ΡΑΕ. Η πλήρης εξυγίανση, ωστόσο, της ΔΕΗ δεν πρόκειται να επιτευχθεί εάν δεν αποκόψει τον ομφάλιο λώρο με το κράτος και αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την είσοδο στρατηγικού επενδυτή, η οποία προϋποθέτει την ανάληψη του πολιτικού κόστους που απαιτούν οι δράσεις για να προσελκύσει επενδυτικό ενδιαφέρον.
Xρύσα Λιάγγου Καθημερινή