Το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνένωσε τη δυσαρέσκεια για τον ΣΥΡΙΖΑ και την αντίδραση στη Συμφωνία των Πρεσπών σε μια ευρεία κοινωνική συμμαχία. Ήταν αυτό που ονομάστηκε αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Αυτή η, κατά βάση κεντρώα, συμμαχία τον έφερε στην Πρωθυπουργία τον Ιούλιο εκείνου του έτους και του έδωσε ξανά μια εντυπωσιακή νίκη στις διπλές εκλογές του 2023. Τι μεσολάβησε και έχασε μέσα σε ένα έτος 12 – 13 μονάδες και από το 41% «προσγειώθηκε» στο σχεδόν 28%.
Η χαλαρή ψήφος των ευρωεκλογών και η επιλογή της παραλίας αντί της κάλπης δεν εξηγούν όλες τις πτυχές του κακού αποτελέσματος για το κυβερνών κόμμα που δείχνει ότι αυτή η κοινωνία διαταράχθηκε. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο ανασχηματισμός μπαίνει εκ των πραγμάτων στο τραπέζι, αλλά και η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες δεν μπορεί να αποκλειστεί όσο και αν ο Πρωθυπουργός έδωσε εκλογικό ραντεβού στους πολίτες για το 2027.
Η ασυμμετρία του πολιτικού συστήματος με το ένα κυρίαρχο κόμμα εν μέρει βελτιώθηκε, προς όφελος της πέραν της ΝΔ δεξιάς και όχι της Κεντροαριστεράς, της οποίας ένα σημαντικό κομμάτι ψηφοφόρων συμφωνούσε με τις κυβερνητικές πολιτικές. Η επόμενη ημέρα των εκλογών δεν είναι εύκολη, και δεν είναι business as usual όπως πρόβλεπαν οι δημοσκοπήσεις. Η πρωτοφανής αποχή ήταν ένα μήνυμα για όλα τα κόμματα, περισσότερο για τα παραδοσιακά, καθώς 2 εκ. ψηφοφόροι δεν πήγαν στις κάλπες.
Οι επόμενες κινήσεις Μητσοτάκη
Ο Κ. Μητσοτάκης δεν θα έχει την ίδια άνεση να προχωρήσει το μεταρρυθμιστικό του πρόγραμμα, με τις αναγκαίες σε ορισμένες περιπτώσεις συγκρούσεις. Και όπως παραδέχθηκε και ο ίδιος, η κυβέρνηση θα πρέπει να φέρει περισσότερα αποτελέσματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠαΣοΚ θα πρέπει να κερδίσουν αξιοπιστία και εμπιστοσύνη και να παλέψουν με μια ακροδεξιά που μοιάζει να δυναμώνει. Και όλα αυτά σε μια Ευρώπη που θα αναζητεί τις νέες ισορροπίες της με τις δύο χώρες που αποτελούν τον πυρήνα της ΕΕ, τη Γερμανία και τη Γαλλία να βρίσκονται στη δίνη του εκλογικού αποτελέσματος με τις κυβερνήσεις τους να αμφισβητούνται και την ακροδεξιά να παίρνει κεφάλι.
Σε αυτές τις εκλογές το επικοινωνιακό επιτελείο του Πρωθυπουργού έκανε μια καμπάνια χωρίς ψυχή, ενώ και το βασικό δίλημμα για τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης της χώρας δεν φάνηκε πειστικό. Η ΝΔ προέταξε ξανά την επικοινωνία κυρίως μέσω το TikTok, η οποία απέφερε αποτελέσματα το 2023 και την ανέδειξε πρώτο κόμμα στους ψηφοφόρους 17 – 34 ετών με ποσοστό 27%.
Ο ΣΥΡΙΖΑ που ήταν προνομιακός συνομιλητής της νέας γενιάς έμεινε πίσω με 20%. Ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Αλέξης Τσίπρας δεν πίστεψε στο νέο για την Ελλάδα μέσο επικοινωνίας και άφησε όλο το πεδίο ελεύθερο στον Πρωθυπουργό, ο οποίος κατάφερε να δείξει τον πιο χαλαρό και προσιτό εαυτό του. Τώρα, σύμφωνα με τα ποιοτικά στοιχεία των exit poll η ΝΔ είναι δεύτερη στις ηλικιακές ομάδες 17 – 24 με ποσοστό 16,7% έναντι 19,5% του ΣΥΡΙΖΑ και 25 – 34 με 16,4% έναντι 18,9% του ΣΥΡΙΖΑ.
Στις ευρωεκλογές του 2024 στο συγκεκριμένο μέσο εμφανίστηκε ένα καινούργιος παίκτης, φωτογενής και ηλιακά πιο συμβατός με το συγκεκριμένο μέσο. Ο Στέφανος Κασσελάκης έμοιαζε να ζει μέσα στο TikTok, η επικοινωνία αυτού του είδους του έβγαινε φυσικά και όπως επανειλημμένως ενημέρωσε τους ακολούθους του, δεν κώλωνε. Αντιμετώπιζε ευθέως τις προκλήσεις του Κ. Μητσοτάκη και κάποιες φορές τον τρόλαρε.
Το TikTok μετατράπηκε σε ένα πεδίο μάχης, στο οποίο ο Κασσελάκης κινούνταν με άνεση και ο Μητσοτάκης φαινόταν παρωχημένος, γιατί απλά είχε όρια στο που θα μπορούσε να φτάσει. Το θέμα του «πόθεν έσχες» του Στ. Κασσελάκη έδειξε και τα όρια των ψηφοφόρων. Οι νέοι, και όχι μόνο, εγκατέλειψαν και τους δύο, όπως δείχνει το αποτέλεσμα της κάλπης. Δεν αξιοποίησαν ούτε καν την επιστολική ψήφο, για την οποία πολλοί δεν έμαθαν ότι υπήρχε ως επιλογή.
Αυτό δεν είναι παρά ένα σύμπτωμα της ευρύτερης υποχώρησης και φθοράς της ΝΔ. Οι αιτίες είναι πολλές και αφορούν όλες τις γενιές. Η ακρίβεια του σούπερ μάρκετ, το κόστος ζωής, το πρόβλημα της στέγασης, είναι σίγουρα μια από τις βασικότερες, καθώς οι προσπάθειες της κυβέρνησης δεν απέδωσαν αποτελέσματα και οι συγκρίσεις με άλλες ευρωπαϊκές χώρες έκαναν τα πράγματα χειρότερα. Τα Τέμπη, οι παρακολουθήσεις, η αντιμετώπιση των ανεξάρτητων αρχών μέτρησαν σε ένα κομμάτι κεντρώων ψηφοφόρων, στον σκληρό πυρήνα της «μητσοτακικής» ψήφου, δηλαδή. Τα ποιοτικά στοιχεία των exit poll δείχνουν ότι στο κέντρο η ΝΔ έχει ποσοστό 21,1% και το ΠΑΣΟΚ 31,6%.
Η μετάθεση ευθυνών από τα υπουργεία στους πολίτες σε μια σειρά ζητημάτων από την αναζήτηση καλύτερων τιμών στα σούπερ μάρκετ μέχρι τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και πυρασφάλειας, δυσαρέστησε.
Το ύφος της εξουσίας, η αλαζονεία για την οποία μιλούσαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, έπαιξε ρόλο επίσης. Η σπουδή για τη νομοθέτηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών ρηγμάτωσε εσωτερικά τη ΝΔ, η δεξιά πλευρά της οποίας δεν είπε ποτέ θετικά τη μετατόπιση του κόμματος προς το κέντρο και το μπόλιασμα του με στελέχη από το εκσυγχρονιστικό ΠαΣοΚ.
Πριν διαταραχθεί η σχέση του Κ. Μητσοτάκη με την κοινωνική συμμαχία που τον στήριζε σταθερά επί πέντε χρόνια, επήλθε ένα «πάγωμα» στη σχέση του με το πιο συντηρητικό κομμάτι της ΝΔ. Τα σημάδια ήταν ορατά, αλλά εκείνος επέλεξε είτε να τα προσπεράσει είτε να τα κουκουλώσει με την επιλογή Μπελέρη για το ευρωψηφοδέλτιο ή με την επίσκεψη στο ναυπηγείο στο οποίο κατασκευάζονται οι φρεγάτες Belh@ra.
Το αποτέλεσμα των εκλογών έδειξε ότι θα χρειαστεί κάτι παραπάνω για να προσεγγίσει ξανά το παραδοσιακό κομματικό ακροατήριο. Ίσως ένα κομμάτι του να χάθηκε οριστικά προς τα πιο δεξιά κόμματα, τα οποία έφτασαν αθροιζόμενα ποσοστό περί το 20% με την Ελληνική Λύση και τη Νίκη να έχουν αυξήσει τα ποσοστά τους και τη Φωνή Λογικής να λαμβάνει ένα αξιοσημείωτο ποσοστό. Η ελληνική αντισυστημική και ακροδεξιά ψήφος μπορεί να μην έφτασε στο επίπεδο άλλων ευρωπαϊκών χωρών, αλλά οι επιδόσεις της δεν είναι αμελητέες και η διάλυση της Χρυσής Αυγής δεν ξερίζωσε οριστικά αυτό το σαράκι της δημοκρατίας.
Το παζλ της Κεντροαριστεράς
Από την ψήφο διαμαρτυρίας και αποδοκιμασίας δεν ωφελήθηκε η Κεντροαριστερά, παρότι ο Στ. Κασσελάκης φλέρταρε με τους αντισυστημικούς ψηφοφόρους. Συνολικά, ο χώρος αυτός δείχνει να βρίσκεται σε υποχώρηση, ακολουθώντας και την ευρωπαϊκή τάση. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ή ίσως το κόμμα Κασσελάκη, είναι δεύτερο αλλά με ένα ποσοστό που δεν του δίνει την κυριαρχία στο χώρο παρά την κακή επίδοση της Νέας Αριστεράς. Το ΠαΣοΚ μένει ζωντανό, χωρίς να κάνει το ξεπέταγμα που θα το καθιστούσε απειλή για τη ΝΔ και πάντως δεν αναδείχθηκε δεύτερο κόμμα.
Ούτε ο Στ. Κασσελάκης ούτε ο Ν. Ανδρουλάκης πέτυχαν τους στόχους τους και η επόμενη ημέρα για την Κεντροαριστερά κρύβει ιδιαίτερες προκλήσεις. Οι δύο αρχηγοί μοιράζονται μια κακή σχέση, έχουν ασύμβατες προσωπικότητες και προεκλογικά οι εκατέρωθεν επιθέσεις, ειδικά η κατηγορία που απηύθυνε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ προς τον Ν. Ανδρουλάκη ότι είναι εκβιαζόμενος από την κυβέρνηση εξαιτίας της παρακολούθησής του χτύπησε ευαίσθητες χορδές.
Η συμπόρευση των δύο κομμάτων προς το παρόν μοιάζει αδύνατη, η εκλογική τους βάση έχει διαφοροποιηθεί πολύ, και είναι άγνωστο που θα αποσκοπούν οι πρωτοβουλίες τις οποίες και οι δύο αρχηγοί έχουν εξαγγείλει για τον χώρο της Κεντροαριστεράς. Ο Στέφανος Κασσελάκης δήλωσε ότι ο λαός του έδωσε χρόνο για χτίσει μια κυβερνητική πρόταση, άρα δεν σκοπεύει να αναζητήσει συμμαχίες έξω από τον ΣΥΡΙΖΑ, ενώ ο Νίκος Ανδρουλάκης προανήγγειλε ότι θα πάρει όλες τις αναγκαίες πολιτικές πρωτοβουλίες διαλόγου «με τις δημιουργικές και πραγματικά προοδευτικές δυνάμεις». Και οι δύο αρχηγοί, όμως, έχουν χρόνο μέχρι τις επόμενες εκλογές καθώς με αυτά τα αποτελέσματα δύσκολα θα αμφισβητηθούν εσωτερικά.
Δήμητρα Κρουστάλη, Το Βήμα