Η παγκόσμια κρίση του 2008, ανέδειξε με τον πιο σαφή και κατηγορηματικό τρόπο την αναγκαιότητα υιοθέτησης πολιτικών ενίσχυσης της βιομηχανίας, αναγνωρίζοντας την καθοριστική συμβολή της στην ανταγωνιστικότητα των οικονομιών και την συνεισφορά της στην κοινωνική ευμάρεια και συνοχή. Το ακούμε από τα χείλη όλων των σύγχρονων ηγετών παγκόσμια.
Ήδη από τις αρχές του 2014 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έθεσε ως μείζονα προτεραιότητα την ισχυροποίηση και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Ευρωπαϊκής Βιομηχανίας, επισημαίνοντας τον ρόλο, διακηρύσσοντας την βαρύτητα, υπογραμμίζοντας την αξία των βιομηχανικών επιχειρήσεων για την ευρωπαϊκή οικονομία και επιβεβαιώνοντας ότι η βιομηχανική παραγωγή αποτελεί την κινητήρια δύναμή της.
Πολύ πρόσφατα μάλιστα, το φθινόπωρο του 2017, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την Ανανεωμένη Στρατηγική της για τη Βιομηχανική Πολιτική, για την ενίσχυση της βιομηχανίας και της ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης, και επικύρωσε τον αρχικό της στόχο για την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής της βιομηχανίας κατά μέσο όρο στο 20% του ΑΕΠ μέχρι το 2020. Στη χώρα μας το ποσοστό ανέρχεται στο 9%.
Οι ελληνικές βιομηχανικές – μεταποιητικές επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με αντικίνητρα ασύμβατα με την έννοια της ανάπτυξης. Στις αγκυλώσεις του παρελθόντος έχουν προστεθεί τα προβλήματα της κρίσης και τα αδιέξοδα μιας οικονομίας που ψάχνει να βρει το στίγμα της, την ώρα που οι ταχύτατοι ρυθμοί ανάπτυξης είναι μονόδρομος.
Η έλλειψη ενός σύγχρονου ευνοϊκού και σταθερού φορολογικού συστήματος, το υψηλότατο και ταυτόχρονα μη ανταποδοτικό μη μισθολογικό κόστος, το υψηλότατο μη ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας, το υψηλότατο κόστος χρηματοδότησης, το προβληματικό σύστημα αδειοδότησης, η έλλειψη σαφώς προσδιορισμένων χρήσεων γης, η ανεπάρκεια δικτύων και υποδομών, κυρίως στην περιφέρεια, είναι ενδεικτικά, ορισμένοι κρίσιμοι και καθοριστικοί παράγοντες που θέτουν τις ελληνικές επιχειρήσεις σε δυσμενή θέση έναντι του διεθνούς ανταγωνισμού.
Ο δευτερογενής τομέας και ειδικότερα η βιομηχανία, είναι αυταπόδεικτα δυναμικός παράγοντας ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και μπορεί να συντελέσει στην αύξηση του ΑΕΠ, να δημιουργήσει διατηρήσιμες και ποιοτικές θέσεις εργασίας, να συμβάλλει καθοριστικά στην κοινωνική συνοχή, με ταχύτατους ρυθμούς, αν οι καλές προθέσεις που υπάρχουν αυτή τη στιγμή γίνουν άμεσα πράξεις.
Στα πλαίσια της επιχειρούμενης χάραξης της Εθνικής Αναπτυξιακής Στρατηγικής 2021, για την Ελλάδα, απαιτείται ευρεία πολιτική και κοινωνική συναίνεση με συντονισμένες, αποτελεσματικές και όχι ευκαιριακές πολιτικές, για την άρση των αντικινήτρων και ισχυρή δέσμευση στον εθνικό στόχο για την αύξηση της συμμετοχής της μεταποιητικής δραστηριότητας στο 12% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και στο 15% μεσοπρόθεσμα.
Η οικονομία μιας χώρας για να σταθεί στον παγκόσμιο ανταγωνισμό βασίζεται στις επιδόσεις της και στην ταχύτητα ανταπόκρισης της στις διεθνείς εξελίξεις. Έχουμε αναγνωρίσει όλοι τι πρέπει να γίνει και έχει διατυπωθεί με λεπτομέρεια σε μακροοινομικό και μικροοικονομικό επίπεδο.
Τα βήματά μας για προσέλκυση επενδύσεων ελληνικών και ξένων πρέπει να είναι άμεσα γρήγορα και γενναία για να είναι αποτελεσματικά. Η καταγραφή έγινε. Τώρα είναι ώρα για ταχύτατη δράση.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο insider.gr