Βρισκόταν ανέκαθεν στο επίκεντρο των εξαγορών και συγχωνεύσεων. Χαρακτηριζόταν από έντονες διαμάχες σχετικά με τα σήματα, τις τιμές, την προέλευση της πρώτης ύλης, ενώ αποτέλεσε πεδίο έντονης πολιτικής –και υπογείως και επιχειρηματικής– αντιπαράθεσης σε ό,τι αφορά την πολυσυζητημένη ιστορία της αύξησης των ημερών διάρκειας ζωής του. Είναι ο κλάδος του γάλακτος, των γαλακτοκομικών προϊόντων ευρύτερα και βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο, όχι μόνο διότι αποτελεί μια μεγάλη αγορά της τάξης του 1,3 δισ. (τιμές χονδρικής το 2020, σύμφωνα με μελέτη της εταιρείας Στόχασις), χωρίς στο παραπάνω ποσό να συμπεριλαμβάνονται τα τυροκομικά προϊόντα, τα οποία χαρακτηρίζονται από μεγάλη εξωστρέφεια και υψηλότερο περιθώριο κέρδους. Οι λόγοι που βρίσκεται στο επίκεντρο είναι διότι πρόκειται για μια κατηγορία από τις πλέον σημαντικές στον κλάδο των τροφίμων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της κλαδικής μελέτης της Στόχασις, ο μέσος ετήσιος ρυθμός μείωσης του συνόλου της εγχώριας αγοράς παστεριωμένου και υψηλής παστερίωσης γάλακτος την περίοδο 2011-2020 είναι 2,5%, με τις «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» (γνωστή και ως Όλυμπος), ΔΕΛΤΑ και Friesland να υπολογίζεται ότι κατέχουν μερίδιο πάνω από το 60%.
Η εγχώρια αγορά γιαουρτιού, έπειτα από μια έντονα πτωτική πορεία τα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, πέρασε σε θετικό πρόσημο, με τον μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης την περίοδο 2011-2019 να διαμορφώνεται στο 3,1%, ενώ το 2020 εκτιμάται πως η αγορά ακολούθησε πτωτική πορεία, με τη μείωση να προέρχεται αποκλειστικά από το κανάλι του Horeca. Το ενδιαφέρον ωστόσο στοιχείο της συγκεκριμένης κατηγορίας είναι βεβαίως η εγχώρια αγορά, αλλά κυρίως η δυναμική των εξαγωγών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, ενώ το 2010 εξαγόταν το 22,4% της εγχώριας παραγωγής γιαουρτιού, το 2019 έφθασε να εξάγεται το 41%. Και μπορεί να άνοιξε τον δρόμο η ΦΑΓΕ, αλλά ακολούθησαν στη συνέχεια η ΔΕΛΤΑ, η Κρι Κρι, η Ολυμπος, η ΜΕΒΓΑΛ, ενώ τη δική της πορεία στην κατηγορία έχει ξεκινήσει και η «Δωδώνη».
Από την άλλη, σύμφωνα με τα στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ), οι εξαγωγές φέτας το 2020 ανήλθαν σε 80.843 τόνους, καταγράφοντας αύξηση 10% σε σύγκριση με το 2019, με την αξία των εξαγωγών να ανέρχεται σε 432 εκατ. ευρώ, ποσό διόλου ευκαταφρόνητο. Αυτός, εξάλλου, ήταν και ο βασικός λόγος που η Friesland επιθυμούσε διακαώς να αποκτήσει τη «Δωδώνη».
Η τελευταία, εδώ και λίγο καιρό ελέγχεται από το fund CVC, στο οποίο έχει περάσει και ο έλεγχος της Vivartia, κάτι που αναμένεται να ενισχύσει τις δύο εταιρείες από πλευράς δικτύων και χαρτοφυλακίου.
Τα ισχυρά χαρτιά της «Δωδώνη» είναι η φέτα –εκεί όπου η ΔΕΛΤΑ υστερεί σημαντικά– και το δίκτυο στη βόρεια Ελλάδα. Από την άλλη, η ΔΕΛΤΑ μέσω του ευρύτατου δικτύου διανομής γάλακτος μπορεί να ενισχύσει την παρουσία των άλλων προϊόντων της «Δωδώνη», όπως το γιαούρτι, σε όλη τη χώρα. Βαρύτητα στη φέτα δίνει και η ΜΕΒΓΑΛ, καθώς το επενδυτικό της πρόγραμμα προβλέπει, μεταξύ άλλων, τη δημιουργία νέας γραμμής παραγωγής στον κλάδο της τυροκόμησης (φέτα) η υλοποίηση της οποίας έχει ήδη ξεκινήσει και αναμένεται να ολοκληρωθεί μες στην επόμενη διετία.
Οι εξελίξεις, ειδικά σε ό,τι αφορά τον έλεγχο της «Δωδώνη» και δευτερευόντως της ΔΕΛΤΑ, αφήνουν ελαφρώς πίσω τη Friesland Campina (Νουνού), η οποία τα προηγούμενα χρόνια είχε φτάσει κοντά στη εξαγορά της «Δωδώνη», ενώ είχε δείξει ενδιαφέρον και για την απόκτηση της ΔΕΛΤΑ.
Ο ηγέτης στην αγορά γάλακτος, η «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» των αδερφών Σαράντη, η οποία επίσης είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον τόσο για τη «Δωδώνη» όσο και για τη ΔΕΛΤΑ, τηρεί για την ώρα στάση αναμονής και φαίνεται να δίνει έμφαση στις δραστηριότητές της στο εξωτερικό. Τόσο στις εξαγωγές όσο και στην παραγωγή που έχει σε Ρουμανία, Βουλγαρία –και σε ορίζοντα διετίας και στην Κύπρο (με εργοστάσιο παραγωγής χαλουμιού)–, καθώς και στη διεύρυνση του χαρτοφυλακίου της με νέα προϊόντα. Υπενθυμίζεται ότι η εταιρεία έχει αποκτήσει το νερό «Δουμπιά» και την εταιρεία αναψυκτικών «Κλιάφα».
Οι άλλοι δύο μεγάλοι παίκτες του κλάδου, η ΦΑΓΕ και η Κρι Κρι έχουν επικεντρωθεί στο γιαούρτι, ανταγωνιζόμενες στην εγχώρια αγορά και σιγά σιγά και στις ξένες αγορές.
Η «Ελληνικά Γαλακτοκομεία» είχε τζίρο το 2020 404 εκατ. ευρώ, έναντι 373 εκατ. το 2019. Το 2019 η ΔΕΛΤΑ, στην οποία υπάγεται ο κλάδος των γαλακτοκομικών, των τυροκομικών, αλλά και των χυμών της Vivartia (σ.σ. στους χυμούς και το τσάι δραστηριοποιείται και η «Ελληνικά Γαλακτοκομεία») έκανε τζίρο 236,6 εκατ., η ΦΑΓΕ (στην Ελλάδα) 129,41 εκατ., η ΜΕΒΓΑΛ 113,66 εκατ., η Κρι Κρι 112,9 εκατ. και η «Δωδώνη» 107,59 εκατ. Ο κύκλος εργασιών της Friesland Campina Hellas ήταν το 2019 274,99 εκατ., όμως ο τζίρος από παραγόμενα στην Ελλάδα προϊόντα ήταν περίπου 70 εκατ.
Δήμητρα Μανιφάβα (Καθημερινή)