«Αν δεν υπάρξει μεγαλύτερη στήριξη για την αντιμετώπιση του κόστους της ενέργειας κατά τον δύσκολο χειμώνα που έχουμε μπροστά μας, δεν θα αποφευχθούν τα λουκέτα σε επιχειρήσεις εστίασης πανελλαδικά». Αυτή είναι η ζοφερή εκτίμηση των αλυσίδων εστίασης, οι οποίες, μετά τις συναντήσεις που είχαν με διάφορους υπουργούς, με τελευταία αυτή με τον υπουργό Ενέργειας Κ. Σκρέκα, τώρα αναζητούν λύση μέσα από συνάντηση με τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Κι αυτό διότι το μήνυμα που παίρνουν είναι πως ό,τι υπερβαίνει τον δημοσιονομικό χώρο μπορεί να αποφασισθεί μόνο από το Μέγαρο Μαξίμου.

Σύμφωνα με πληροφορίες, αυτό που τονίζουν τα κυβερνητικά στελέχη στις συναντήσεις είναι ότι με τιμή της μεγαβατώρας στα 240 ευρώ, οι επιχειρήσεις είναι βιώσιμες και δεν χρειάζονται περαιτέρω στήριξη από αυτήν που ήδη δίνεται. Οι επιχειρήσεις, ωστόσο, από την πλευρά τους τονίζουν ότι το όριο βιωσιμότητας είναι πολύ χαμηλότερο, στα 130 ευρώ/μεγαβατώρα, τιμή που και πάλι είναι διπλάσια σε σύγκριση με πέρυσι.

«Αν και ακόμη δεν υπάρχουν “λουκέτα” διότι μέχρι και τον Οκτώβριο, λόγω της παρατεταμένης τουριστικής περιόδου, οι πωλήσεις ήταν αυξημένες, ίσως και πάνω από τα επίπεδα του 2019, η άσχημη πορεία μέχρι τώρα για τον μήνα Νοέμβριο, σε συνδυασμό με την πολύ μεγάλη αύξηση του κόστους, έχει ως συνέπεια φέτος να υπάρχει πολύ μεγάλη ανησυχία για τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων κυρίως από τους δικαιοδόχους (franchisees). Αγωνία σε αυτήν την έκταση δεν είχαμε ζήσει ούτε κατά τη δεκαετή οικονομική κρίση», ανέφερε χαρακτηριστικά, μιλώντας στην «Κ» ο κ. Γιάννης Λιάρος, γενικός διευθυντής της Ελληνικής Ενωσης Επιχειρήσεων Οργανωμένης Εστίασης (ΕΠΟΕΣ).

Σύμφωνα με τις αλυσίδες εστίασης, «το ύψος της ισχύουσας επιδότησης του κόστους ενέργειας για μη οικιακούς καταναλωτές δεν είναι αρκετό για να κρατήσει όρθιες τις επιχειρήσεις εστίασης, οι οποίες παράλληλα με τον τριπλασιασμό του ενεργειακού κόστους αντιμετωπίζουν σωρευτικά και υπέρογκες αυξήσεις σε πρώτες ύλες, υλικά συσκευασίας, μεταφορικά, εργατικά και άλλα κόστη, ενώ την ίδια ώρα έχουν απορροφήσει το μεγαλύτερο μέρος αυτών των επιβαρύνσεων προκειμένου να μην αυξήσουν σημαντικά τις τιμές καταναλωτή, έχοντας εξαντλήσει και τα τελευταία περιθώρια που άφησε η καλή –και παρατεταμένη– τουριστική περίοδος». Το κόστος συνολικά και όχι μόνο το ενεργειακό εκτιμάται ότι έχει αυξηθεί κατά μέσο όρο 30%, ενώ οι εταιρείες έχουν προχωρήσει σε ανατιμήσεις της τάξης του 12% περίπου, με αρκετές, πάντως, να διατηρούν σταθερές τις τιμές.

Δήμητρα Μανιφάβα (Καθημερινή)