Στο «κόκκινο» οδηγεί και πάλι τις τιμές ρεύματος στη χονδρεμπορική αγορά το νέο ράλι της τιμής του φυσικού αερίου. Είναι ενδεικτική αυτής της πορείας η αύξηση της τιμής στη χονδρεμπορική αγορά σήμερα στην Ελλάδα κατά 10% σε σχέση με την προηγούμενη ημέρα και η διαμόρφωσή της στα 235,71 ευρώ/mwh από τα 216 ευρώ χθες, με την υψηλότερη τιμή κατά τη διάρκεια της ημέρας να φτάνει στα 354,94 ευρώ/mwh. Τις περισσότερες ώρες της ημέρας την τιμή στην αγορά καθόρισε το ακριβό φυσικό αέριο με συμμετοχή στο μείγμα 44,3%. Λιγνίτες και νερά συμμετέχουν στο μείγμα με χαμηλά ποσοστά 2,5% και 4,9% αντίστοιχα και οι ΑΠΕ με 30,8%, ενώ στο χαμηλό ποσοστό των 2,9% κινούνται και οι εισαγωγές.
Στον ευρωπαϊκό χάρτη την υψηλότερη τιμή εμφανίζει η Ιταλία, στα 327,49 ευρώ η μεγαβατώρα και ακολουθούν η Ελβετία και η Γαλλία με 311,28 ευρώ και 303,54 ευρώ/mwh αντίστοιχα. Πάνω από τα 240 ευρώ/mwh διαμορφώνεται η τιμή σε όλες τις υπόλοιπες χώρες, με εξαίρεση την Πολωνία που λόγω απαλλαγής του λιγνίτη από κόστη CO2 η τιμή της μεγαβατώρας διαμορφώνεται στα 184,74 ευρώ και τις αγορές της Ισπανίας και της Πορτογαλίας που μετά την η εφαρμογή του πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου έχουν μετατραπεί στις φθηνότερες αγορές της Ευρώπης, από τις ακριβότερες κατά τη διάρκεια της κρίσης. Η τιμή στις χώρες της Ιβηρικής Χερσονήσου διαμορφώνεται σήμερα στα 177,9 ευρώ/mwh.
H Eλλάδα πάντως, παρά τη χαμηλή ημερήσια τιμή σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, σε επίπεδο μήνα εμφανίζει την υψηλότερη τιμή, όπως και για το διάστημα από τις αρχές του έτους μέχρι σήμερα.
Η νέα ανοδική τάση των τιμών ρεύματος έπειτα από ένα δίμηνο μικρής αποκλιμάκωσης, καθιστά ακριβότερη την υπόθεση των επιδοτήσεων για την ελάφρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Η κυβέρνηση υπολογίζει ότι μέσω του νέου μηχανισμού, που όπως έχει προαναγγελθεί θα τεθεί σε λειτουργία από την 1η Ιουλίου, θα ανακτήσει από τη χονδρεμπορική αγορά έσοδα ύψους 1,51,7 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Το ποσό αυτό θα μεταφερθεί στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης για τη χρηματοδότηση των επιδοτήσεων, το ύψος των οποίων ωστόσο δεν μπορεί να προκαθοριστεί, αφού είναι συνάρτηση της τιμής - στόχου στη λιανική αγορά (έμμεσο πλαφόν) και της διακύμανσης της τιμής του φυσικού αερίου στο TTF και των CO2 στο Eυρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ρύπων (ETS).
Ερωτήματα ωστόσο διατυπώνονται από την αγορά, αλλά και από θεσμικούς φορείς, για το κατά πόσον πράγματι η Κομισιόν θα δώσει το τελικό πράσινο φως στον νέο μηχανισμό, παρότι ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας διατείνεται ότι η έγκριση έχει διασφαλισθεί και η μοναδική εκκρεμότητα που υπάρχει είναι η νομοθετική ρύθμιση που θα καθορίζει το πλαφόν ανά τεχνολογία καυσίμου. Σύμφωνα μάλιστα με τον ίδιο, η νομοθετική ρύθμιση θα κατατεθεί στη Βουλή μέσα στην επόμενη εβδομάδα. Αυτή, σύμφωνα με πληροφορίες, θα
ορίζει ανώτατη τιμή αποζημίωσης για τις ΑΠΕ στα 110 ευρώ/ MWH και για τα υδροηλεκτρικά στα 120 ευρώ/mwh. Ανεξάρτητα δηλαδή με την εκκαθάριση της αγοράς στην τιμή που θα διαμορφώνεται βάσει των προσφορών, οι παραγωγοί των ΑΠΕ και των υδροηλεκτρικών θα αποζημιώνονται στις προκαθορισμένες τιμές και το επιπλέον ποσό (υπερέσοδα) θα πηγαίνει απευθείας στο Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης. Οι ανώτατες τιμές αποζημίωσης για τις μονάδες φυσικού αερίου και του λιγνίτη θα προσδιορίζονται βάσει ενός μαθηματικού τύπου, που θα προβλέπει η υπουργική απόφαση, ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα εξωγενή κόστη της τιμής του φυσικού αερίου και των δικαιωμάτων ρύπων.
Η αγορά διατηρεί σοβαρές επιφυλάξεις για το κατά πόσον ο μηχανισμός αυτός θα αποσπάσει την έγκριση της Κομισιόν και θεωρεί αδύνατη την εφαρμογή του σε κάθε περίπτωση από 1ης Ιουλίου. Οι απόψεις, όπως τουλάχιστον μεταφέρονται από εκπροσώπους του κλάδου συνηγορούν στο ότι θα απαιτηθούν τουλάχιστον δύο με τρεις εβδομάδες από τη στιγμή της θεσμοθέτησής τους για την προσαρμογή των συστημάτων των προμηθευτών, αλλά και του Χρηματιστηρίου Ενέργειας που εκκαθαρίζει την αγορά.
Ο μηχανισμός θα συνοδευθεί, όπως έχει επίσης προαναγγελθεί και με την αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής. Αυτό δεν σημαίνει και αυτόματη απαλλαγή των καταναλωτών από το κόστος, που μέσω της ρήτρας μεταβιβάζεται στα τιμολόγια ρεύματος, στα οποία δεν θα αναγράφεται πια η ρήτρα αναπροσαρμογής. Αντ’ αυτού οι προμηθευτές ανά μήνα θα αναπροσαρμόζουν το μοναδιαίο κόστος της κιλοβατώρας βάσει της διακύμανσης της χονδρεμπορικής τιμής. Ανά μήνα δηλαδή η τιμή της κιλοβατώρας θα αναπροσαρμόζεται και ο καταναλωτής απλώς θα μπορεί να αλλάζει αζημίως πάροχο, βάσει σχετικής πρόβλεψης, που σύμφωνα με πληροφορίες θα αναφέρεται στη σχετική νομοθετική ρύθμιση.
Το δικαίωμα αυτό των καταναλωτών έχει θορυβήσει την αγορά για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στις ανεξόφλητες οφειλές, καθώς ο προηγούμενος πάροχος δεν έχει τη δυνατότητα να αιτηθεί διακοπή ηλεκτροδότησης για να διεκδικήσει την αποπληρωμή του λογαριασμού. Με ανησυχία παρακολουθεί τις εξελίξεις και η ΔΕΗ, η οποία διαθέτει στην αγορά περί τα 500.000 σταθερά τιμολόγια τα οποία επιδοτούσε μέχρι σήμερα από τα υπερέσοδα των υδροηλεκτρικών και του λιγνίτη, ενώ σύσσωμη η αγορά αναμένει με αγωνία σήμερα την απόφαση του Αρείου Πάγου για την αποδοχή ή όχι του αιτήματος της ΔΕΗ για πιλοτική δίκη σχετικά με τη ρήτρα αναπροσαρμογής.
Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή