Την ώρα που οι κυβερνήσεις των «27» διαπραγματεύονται την επιβολή πλαφόν στο φυσικό αέριο, σύμφωνα με το Politico, ευρωπαϊκές εταιρείες αποκομίζουν τεράστια κέρδη πουλώντας το αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο σε τετραπλάσια τιμή από αυτήν που το αγοράζουν.
Ενώ συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις στην Ε.Ε. για την επιβολή ανώτατης τιμής αερίου στο φυσικό αέριο, την ευθύνη για την εκτόξευση των τιμών του φέρουν πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες που αγοράζουν φθηνό το αμερικανικό αέριο, αλλά το πωλούν πανάκριβα. Οπως αναφέρει σχετικό ρεπορτάζ του Politico, το αμερικανικό LNG που φορτώνεται σε δεξαμενόπλοια στα αμερικανικά λιμάνια πωλείται σχεδόν σε τετραπλάσιες τιμές στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, κυρίως εξαιτίας του προβλήματος που έχει προκαλέσει στην παγκόσμια αγορά η ουσιαστική εξαφάνιση της προσφοράς του καυσίμου από τη Ρωσία μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Η Κομισιόν υφίσταται εντεινόμενες πιέσεις προκειμένου να εκπονήσει σχέδιο για την επιβολή πλαφόν στις τιμές του αερίου, αλλά ορισμένες χώρες, προεξάρχουσας της Γερμανίας, εκφράζουν φόβους πως ένα τέτοιο μέτρο ενδέχεται να εξωθήσει τις εταιρείες να στραφούν σε άλλες αγορές και να πωλήσουν το καύσιμο ακριβότερα σε αυτές. Οπως, όμως, τονίζει η μεγαλύτερη εξαγωγική εταιρεία LNG της Αμερικής, η Cheniere, μεγάλο μέρος του εμπορίου του καυσίμου βρίσκεται σε ευρωπαϊκά χέρια. Οπως τονίζει ο Κόρεϊ Γκριντάλ, υψηλόβαθμο στέλεχος στον τομέα εμπορίας της Cheniere Energy, «το 90% του καυσίμου που παράγουμε πωλείται σε τρίτες πλευρές και οι περισσότεροι πελάτες μας είναι εταιρείες κοινής ωφελείας, δηλαδή οι διάφορες Enel, Endesa, Naturgy, Centricas και Engie ανά τον κόσμο». Το LNG που εξήγαγε φέτος η Cheniere πωλήθηκε σε ποσοστό 70% στην Ευρώπη. Η εταιρεία πωλεί το υγροποιημένο αέριο στο πλαίσιο ενός συστήματος σταθερής τιμής βάσει της τιμής που ισχύει στην Αμερική και η οποία ανέρχεται τώρα περίπου στα 6 δολ. ανά εκατ. βρετανικών θερμικών μονάδων. Σύμφωνα με τον Γκριντάλ, αυτή η σταθερή τιμή ουσιαστικά σε όλα τα συμβόλαια της Cheniere ανέρχεται στο 115% της τιμής που ισχύει στην Αμερική συν άλλα 3 δολ.
Είναι ένα σημείο αναφοράς για οποιονδήποτε μεταπωλεί αυτά τα φορτία LNG στην ευρωπαϊκή αγορά χονδρικής και εκμεταλλεύεται τον φόβο πως δεν θα υπάρχει αρκετό καύσιμο για τον χειμώνα. Διαψεύδοντας τους φόβους των Ευρωπαίων ότι η επιβολή πλαφόν στην τιμή του αερίου θα οδηγήσει τις εταιρείες στις αγορές της Ασίας και σε μεγάλες ελλείψεις στη Γηραιά Ηπειρο, ο Γκριντάλ απαντάει με ένα κατηγορηματικό «όχι» στην ερώτηση αν η επιβολή πλαφόν θα επηρεάσει τις συναλλαγές ανάμεσα στην Cheniere και τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις. Και εξηγεί πως αν οι εταιρείες αποφασίσουν να στρέψουν τα φορτία LNG αλλού για να αντλήσουν υψηλότερα κέρδη, είναι καθαρά δική τους απόφαση. Το θέμα, πάντως, προκαλεί τριβές, καθώς η διαφορά ανάμεσα στην τιμή του αερίου στις ΗΠΑ και στις τιμές του στην Ε.Ε. δεν έχει διαφύγει την προσοχή των Ευρωπαίων πολιτικών.
Ολοι, όμως, επικρίνουν τις αμερικανικές εταιρείες παραγωγής του καυσίμου και όχι τις ευρωπαϊκές ενεργειακές που το πωλούν εντός Ευρώπης. Ενδεικτική είναι η δήλωση του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν που μιλώντας την περασμένη εβδομάδα σε παράγοντες της βιομηχανίας τόνισε πως «οι ΗΠΑ παράγουν φθηνό αέριο, αλλά μας το πωλούν σε υψηλές τιμές και δεν νομίζω πως αυτή είναι φιλική στάση». Και βέβαια ο Γάλλος πρόεδρος παρέλειψε να αναφέρει ότι η ευρωπαϊκή εταιρεία που έχει τα περισσότερα μακροπρόθεσμα συμβόλαια αμερικανικού αερίου δεν είναι άλλη από τη γαλλική Totalenergies. O διευθύνων σύμβουλος της Totalenergies Ζαν Πιερ Σμπρερ θριαμβολογούσε τον περασμένο μήνα όταν αναφερόταν στο ότι η εταιρεία του έχει πρόσβαση σε 10 εκατ. τόνους αμερικανικού LNG ετησίως, που «αποτελεί τεράστιο πλεονέκτημα για τους διαπραγματευτές μας, καθώς μεσολαβούν ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Ευρώπη». Και προσέθετε πως «δεδομένης της τιμής του LNG, κάθε φορτίο αντιπροσωπεύει 80 ή και 100 εκατ. δολ.».
Η ισπανική Naturgy, που έχει συμβόλαια με την Cheniere για περίπου 5 εκατ. τόνους αμερικανικού LNG ετησίως, έχει επίσης ανακοινώσει κέρδη σχεδόν πενταπλάσια φέτος σε σύγκριση με το 2021 χάρη στη διευρυνόμενη διαφορά ανάμεσα στη στάνταρ τιμή που πωλείται το αέριο στις ΗΠΑ και σε εκείνη στην Ευρώπη. Τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια με τις ΗΠΑ δεν ήταν πάντα τόσο προσοδοφόρα. Αντιθέτως, από το 2016 έως τουλάχιστον το 2018 οι εταιρείες που αγόραζαν το LNG έχαναν χρήματα από τα συμβόλαια με τη σταθερή τιμή. Γι’ αυτό και μερικές εταιρείες κατέληξαν να τα πωλήσουν. Το 2019 η ισπανική Iberdrola μεταπώλησε το 20ετές συμβόλαιο που είχε με την Cheniere στην ασιατική Pavilion Energy, η οποία επωφελείται σήμερα από τις πωλήσεις στις υψηλές τιμές της παγκόσμιας αγοράς. Η βρετανική Centrica αποπειράθηκε να πωλήσει το χαρτοφυλάκιό της LNG το 2020, όταν τα lockdowns οδήγησαν τις τιμές σε μηδενικά επίπεδα. Ανάμεσά τους ήταν και τα 20ετή συμβόλαια που είχε με την Cheniere και έληγαν το 2038. Τώρα που οι τιμές βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, η Centrica αποζημιώνεται και κλείνει όλο και περισσότερα μακροπρόθεσμα συμβόλαια. Προσφάτως έκλεισε 15ετές συμβόλαιο που αρχίζει το 2026 και το οποίο συνήψε με την Delfin, αμερικανική εξαγωγική LNG.
Politiko