Μέσα σε 48 ώρες στις οποίες δεν υπήρχε κάποια ουσιαστική εξέλιξη που να επηρεάζει την τιμή της ενέργειας, η τιμή του αερίου ενισχύθηκε 32% (Τρίτη) για να υποχωρήσει στη συνέχεια κατά 30% (Τετάρτη). Οι ακραίες διακυμάνσεις προέρχονται από την ανησυχία των αγορών, γεγονός που παρέχει περιθώρια για κερδοσκοπικά παιχνίδια. Τον πανικό και την κερδοσκοπία εξάλλου επιχειρεί να εξουδετερώσει η πρόταση της Αθήνας προς την Ε.Ε. για παρεμβάσεις στη χονδρική αγορά αερίου και ρεύματος, ενώ παράγοντες διεθνώς τάσσονται υπέρ ανώτατου ορίου στις τιμές αερίου.

Χθες οι τιμές του φυσικού αερίου, από 214,55 ευρώ η μεγαβατώρα, υποχώρησαν στα 149,5 ευρώ, μειώθηκαν δηλαδή κατά 30%, ενώ την προηγουμένη είχαν αυξηθεί κατά 32%. Τι άλλαξε μέσα σε αυτό το 48ωρο; Ουσιαστικά τίποτα. Η αβεβαιότητα που εύλογα προκαλεί η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει εξελιχθεί σε πανικό και πιθανότατα έχει διαμορφώσει το κατάλληλο περιβάλλον για κερδοσκοπία. «Αν σκεφτούμε ότι οι τιμές του φυσικού αερίου ήταν πριν από την κρίση στα 30 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα και τώρα έφτασαν τα 300 ευρώ, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι ο εχθρός μας δεν είναι μόνο ο πόλεμος, αλλά μια βασική δυσλειτουργία με κερδοσκοπικά αίτια στην αγορά του φυσικού αερίου», είπε χθες ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης στο υπουργικό συμβούλιο.

«Οι πρόσφατες κατακόρυφες αυξήσεις στην τιμή του φυσικού αερίου οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στην κερδοσκοπία και όχι στα θεμελιώδη στοιχεία της αγοράς. Δεν υπάρχει η παραμικρή διαφοροποίηση στη ζήτηση και στην προσφορά, ούτε στη ροή φυσικού αερίου, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει αυτές τις ανατιμήσεις», σημειώνει σε ανάρτησή του στο Linkedin και ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΠΑ Κώστας Ξιφαράς.

Η αλήθεια είναι πως οι ροές ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη, ακόμη και μέσω της δοκιμαζόμενης Ουκρανίας, όχι μόνο δεν έχουν μειωθεί, αντιθέτως αυξήθηκαν τις πρώτες δέκα ημέρες του πολέμου εξαιτίας μιας παράξενης πρόβλεψης στα συμβόλαια πώλησης της Gazprom. Πρόκειται για συμβόλαια που έχουν συναφθεί πριν από χρόνια και προβλέπουν πως οι πελάτες της θα πληρώνουν βάσει των τιμών που ίσχυαν τον περασμένο μήνα. Οταν το πρωινό της 24ης Φεβρουαρίου η τιμή του αερίου στο ολλανδικό «χρηματιστήριο» αναφοράς εκτινάχθηκε πάνω από τα 300 ευρώ η μεγαβατώρα, οι εταιρείες ζήτησαν περισσότερο αέριο από την Gazprom προκειμένου να το πληρώσουν με –χαμηλότερες– τιμές Ιανουαρίου. Οι Ρώσοι αύξησαν τις ροές και οι Ουκρανοί εργαζόμενοι στους αγωγούς φρόντισαν –διακινδυνεύοντας και τη ζωή τους ακόμη εν μέσω πολεμικών επιχειρήσεων– να μη δημιουργηθεί κανένα πρόβλημα στην απρόσκοπτη μεταφορά του πολύτιμου καυσίμου.

Η πρόταση Μητσοτάκη για παρεμβάσεις στην αγορά αερίου στοχεύουν στο να εξουδετερώσουν κατά το δυνατόν τον πανικό και την κερδοσκοπία, που αφήνουν πλέον πολύ βαθύ αποτύπωμα στην πραγματική οικονομία και στους κρατικούς προϋπολογισμούς που πρέπει να τη στηρίξουν. Από την Ισπανία και τη Γερμανία μέχρι την Ελλάδα, επιχειρήσεις περιορίζουν τη λειτουργία τους, καθώς με τις τιμές του αερίου και του ρεύματος σε αυτά τα επίπεδα δεν είναι βιώσιμη η παραγωγή.

Τα κράτη δαπανούν εκατοντάδες εκατομμύρια κάθε μήνα για να ανακουφίσουν τα νοικοκυριά. Στην Ιρλανδία στοίχισε τον προηγούμενο μήνα 500 εκατ. ευρώ, στη χώρα μας ο λογαριασμός έχει ξεπεράσει ήδη τα 2 δισ. και σε δέκα μέρες θα ανακοινωθεί νέο πακέτο στήριξης. Πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία, θέμα παρέμβασης στη λειτουργία των αγορών είχαν θέσει διακριτικά κι άλλες χώρες, αλλά έκοψαν τη συζήτηση οι εκπρόσωποι της οικονομικής ορθοδοξίας. Τώρα οι συνθήκες είναι πιθανόν πιο ώριμες. «Χρειάζεται ένα πανευρωπαϊκό ανώτατο όριο στις τιμές αερίου προκειμένου να αντιμετωπιστεί το άλμα των τιμών και να συγκρατηθεί η μεταβλητότητα στις αγορές αερίου και ηλεκτρισμού», δήλωσε χθες η διευθύνουσα σύμβουλος της γαλλικής εταιρείας ενέργειας Engie, Κάθριν Μακγκρέγκορ. «Ως επείγον ζήτημα, νομίζω ότι είναι πραγματικά σημαντικό να εξετάσουμε την επιβολή ανώτατου ορίου στις χονδρικές τιμές αερίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα να περιοριστεί η μεταβλητότητα. Ποτέ στο παρελθόν δεν φθάσαμε σε τέτοια επίπεδα. Είμαστε σε ασυνήθιστες συνθήκες», τόνισε. Οι προτάσεις της Αθήνας προβλέπουν:

1. Πλαφόν στις τιμές του Ταμείου Μεταφοράς Τίτλων, το οποίο θα έχει ως σημείο αναφοράς την ιστορικά υψηλότερη τιμή αερίου πριν από την κρίση.

2. Ημερήσιο όριο τιμών ως προστατευτικό μέτρο: Ενα εύρος διακύμανσης στις τιμές του Ταμείου Μεταφοράς Τίτλων, όπως υπάρχει στις χρηματιστηριακές αγορές.

3. Καθορισμός τιμών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης: Καθορισμός τιμών στο Ταμείο Μεταφοράς Τίτλων ως μέτρο έκτακτης ανάγκης στην περίπτωση που υπάρξουν ανακοινώσεις που αφορούν τις ροές φυσικού αερίου μέσω αγωγών από τη Ρωσία.

4. Πλαφόν στο κέρδος: Πλαφόν στο μεικτό περιθώριο κέρδους στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, για παράδειγμα της τάξεως του 5%, βάσει της παρακολούθησης του κόστους παραγωγής από τους ρυθμιστές της αγοράς και το σταθμισμένο κόστος παραγωγής ενέργειας (LCOE) στις μονάδες παραγωγής.

5. Εμπόριο με φυσική παράδοση: Θα πρέπει να εξεταστεί το ενδεχόμενο να επιτραπούν για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα οι συναλλαγές μόνο με φυσική παράδοση. Να μη διαπραγματεύονται δηλαδή παίκτες που δεν έχουν στη διάθεσή τους προϊόν παρά μόνο τίτλους και οι οποίοι ανεβοκατεβάζουν τις τιμές.

6. Ενίσχυση ρευστότητας: Αύξηση της ρευστότητας στην αγορά φυσικού αερίου συνδέοντας τις αγορές ΗΠΑ - Ε.Ε. - Ασίας. Για παράδειγμα, ενισχύοντας τη συνεργασία με την Κίνα όσον αφορά τα φορτία υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), με πιθανό πλαφόν στο κόστος μεταφοράς ώστε να εξουδετερωθούν κίνητρα κερδοσκοπίας. Το μέτρο αξιολογείται από γνώστες της αγοράς φυσικού αερίου ως πολύπλοκο στην εφαρμογή του, εκτιμάται ωστόσο ότι ακόμη και εάν οι Βρυξέλλες πουν ότι το συζητούν, θα δοθεί ένα σήμα στην αγορά που θα οδηγήσει στο «ξεφούσκωμα» των τιμών.

Εθνικό πλαφόν δεν έχει νόημα, καθώς οι πάροχοι φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας θα αγοράζουν ακριβά από το εξωτερικό και θα πρέπει στη συνέχεια να τους επιδοτεί το κράτος για να καλύψει τις ζημίες.

Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή