Σε στρες τεστ του σχεδίου έκτακτης ανάγκης για την επάρκεια εφοδιασμού της ελληνικής ενεργειακής αγοράς προχώρησε χθες η ομάδα διαχείρισης κρίσεων, καθώς σε όλη την Ευρώπη εντείνεται η ανησυχία ότι η Ρωσία θα κλιμακώσει τον ενεργειακό πόλεμο με πλήρη διακοπή των εξαγωγών αερίου. Τα στρες τεστ έδειξαν ότι με συμμετοχή των λιγνιτικών μονάδων στο 10% της ημερήσιας ηλεκτροπαραγωγής και με τη μετάπτωση πέντε μονάδων που τεχνικά έχουν τη δυνατότητα, από φυσικού αερίου σε ντίζελ, μπορεί να εξασφαλισθεί η επάρκεια ισχύος. Βασική προϋπόθεση του σεναρίου αυτού όμως είναι η επάρκεια σε LNG. Σε αντίθετη περίπτωση, το επόμενο βήμα προβλέπει περικοπές ηλεκτρικών φορτίων, κατ’ αρχάς στη βιομηχανία. Προς το παρόν, η χωρητικότητα του τερματικού σταθμού στη Ρεβυθούσα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, ενώ έχει καταπλεύσει και το ειδικό δεξαμενόπλοιο που αυξάνει την αποθηκευτική ικανότητα του σταθμού κατά 145.000 κυβικά μέτρα.

Τα στρες τεστ στα οποία υποβλήθηκε το ελληνικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης έδειξαν πως με μια σταθερή συμμετοχή των λιγνιτικών μονάδων στο 10% της ημερήσιας ηλεκτροπαραγωγής και με τη μετάπτωση πέντε μονάδων που τεχνικά έχουν τη δυνατότητα, από φυσικού αερίου σε ντίζελ, μπορεί να εξασφαλισθεί η επάρκεια ισχύος. Ωστόσο, όλα αυτά υπό μία βασική προϋπόθεση: ότι θα υπάρχει αρκετό υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG). Σε αντίθετη περίπτωση, το επόμενο βήμα προβλέπει περικοπές ηλεκτρικών φορτίων, κατ’ αρχάς στη βιομηχανία.

Η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας πρότεινε οι εισαγωγείς φυσικού αερίου να τηρούν απόθεμα ασφαλείας στην Ιταλία 1,5 τεραβατώρες και οι ηλεκτροπαραγωγοί 0,6 τεραβατώρες, δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν έχει επαρκείς αποθηκευτικούς χώρους.

Ωστόσο, η προμήθεια αυτών των ποσοτήτων σημαίνει μεγάλο κόστος που είναι άγνωστο ποιος θα το επωμιστεί. Μόνο οι 0,6 τεραβατώρες θα κοστίσουν στους ηλεκτροπαραγωγούς 320 εκατ. ευρώ με τις σημερινές τιμές αερίου. Προς το παρόν, η χωρητικότητα του τερματικού σταθμού στη Ρεβυθούσα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, ενώ έχει καταπλεύσει και το ειδικό δεξαμενόπλοιο που αυξάνει την αποθηκευτική επαναπροσδιοριστεί.

Τα μέτρα προβλέπουν: 1. Η εσωτερική θερμοκρασία των κτιρίων γραφείων κατά τη θερινή περίοδο δεν θα είναι χαμηλότερη των 27 βαθμών Κελσίου, ενώ κατά τη χειμερινή δεν θα υπερβαίνει τους 19 βαθμούς.

2. Απενεργοποίηση ψύξης - θέρμανσης και του εξοπλισμού γραφείου σε χώρους και ώρες που δεν υπάρχουν εργαζόμενοι.

3. Χρήση του νυχτερινού αερισμού των κτιρίων, όπου αυτό είναι δυνατό.

4. Σκίαση του κτιρίου, εφόσον αυτό δεν μειώνει σε μη ανεκτό επίπεδο τον φυσικό φωτισμό των εσωτερικών χώρων.

5. Συντήρηση συστημάτων θέρμανσης και ψύξης μια φορά τον χρόνο. Ειδικά για το τρέχον έτος η προληπτική συντήρηση για τα συστήματα ψύξης πρέπει να έχει ολοκληρωθεί μέχρι τις 31 Ιουλίου και για τα συστήματα θέρμανσης μέχρι τις 31 Οκτωβρίου.

Για την παρακολούθηση της εφαρμογής των μέτρων σε κάθε κτίριο του δημοσίου τομέα και για τη συγκέντρωση και παροχή στοιχείων θα οριστεί εντός επτά ημερών υπεύθυνος ενεργειακών υποδομών - εγκαταστάσεων. Τα στοιχεία για την κατανάλωση ρεύματος, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος μείωσης κατά 10%, θα αναρτώνται σε ειδική ηλεκτρονική εφαρμογή.

Στους φορείς που επιτυγχάνουν τον στόχο θα αυξάνεται με απόφαση του υπουργείου Οικονομικών η επιχορήγηση από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή