Ιλιγγο προκαλεί η επιβάρυνση των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών από την αλματώδη αύξηση των τιμών στο φυσικό αέριο και το ηλεκτρικό ρεύμα. Το επιπλέον κόστος μπορεί να ξεπεράσει το 1,3 δισ. ευρώ τον μήνα.
Το γεγονός αυτό εξηγεί αφενός μεν τη δυσκολία της ελληνικής κυβέρνησης να το καλύψει πλήρως με επιδοτήσεις από τον προϋπολογισμό (στην ίδια δυσχερή θέση βρίσκονται και οι υπόλοιπες κυβερνήσεις στην Ευρώπη) αφετέρου δε τη δυσοίωνη πρόβλεψη ότι θα είναι ένας πολύ δύσκολος και «κρύος» χειμώνας για πολλούς, αφού οι καταναλωτές θα υποχρεωθούν να περιορίσουν την κατανάλωση.
Εξαίρεση αποτελούν οι μεγάλες βιομηχανίες υψηλής τάσης και για την ακρίβεια όσες πρόλαβαν να κλείσουν πριν από το καλοκαίρι συμβόλαια με τη ΔΕΗ σε χαμηλές τιμές.
Επιχειρήσεις
Η μεγάλη πλειονότητα των επιχειρήσεων της χώρας (μέσης και χαμηλής τάσης) σε όλους τους κλάδους πλήρωσε για τον Σεπτέμβριο ένα επιπλέον κόστος περί τα 137 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Ιανουάριο, ως αποτέλεσμα της αύξησης της χονδρεμπορικής τιμής ρεύματος από τα 52,52 ευρώ/μwh τον Ιανουάριο στα 134,73 ευρώ τον Σεπτέμβριο. Για τον Οκτώβριο, με μέση χονδρεμπορική τιμή μέχρι στιγμής τα 178,73 ευρώ/mwh, το επιπλέον κόστος σε σχέση με τον Ιανουάριο που θα κληθούν να πληρώσουν εκτοξεύεται στα 164,8 εκατ. ευρώ. Εάν οι τιμές του Σεπτεμβρίου και του Οκτωβρίου αναχθούν σε διάστημα 7μήνου, αφού τα προθεσμιακά συμβόλαια φυσικού αερίου παραμένουν σε υψηλές τιμές μέχρι και το πρώτο τρίμηνο του 2022, το επιπλέον κόστος μπορεί να φτάσει στο αστρονομικό ποσό του 1 έως 1,3 δισ. ευρώ! Εάν δε προστεθεί και το αυξημένο κατά 334 εκατ. περίπου κόστος για φυσικό αέριο τον Σεπτέμβριο σε σχέση με τον Ιανουάριο, η συνολική επιβάρυνση ανέρχεται σε 471 εκατ. ευρώ, υπό την προϋπόθεση της διατήρησης των τιμών στα τρέχοντα επίπεδα περίπου.
Νοικοκυριά
Με ανάλογους ρυθμούς πολλαπλασιάζεται το κόστος ρεύματος και φυσικού αερίου και για τα νοικοκυριά της χώρας. Τον Ιανουάριο για συνολική κατανάλωση 1.611 εκατ. MWH στην τιμή των 52,52 ευρώ/μwh πλήρωσαν περί τα 60,9 εκατ. ευρώ. Τον Σεπτέμβριο για κατανάλωση 1,31 εκατ. MWH κατέβαλαν 177,7 εκατ. ευρώ. Επιπλέον κόστος 116,7 εκατ. ευρώ.
Για φυσικό αέριο τα νοικοκυριά πλήρωσαν τον Ιανουάριο για κατανάλωση 15,2 εκατ. MWH και τιμή στα 17,6 ευρώ (συν δύο ευρώ premium) περί τα 298 εκατ. ευρώ.
Τον Οκτώβριο με τιμή στα 67,5 ευρώ η δαπάνη για την ίδια κατανάλωση εκτινάσσεται πάνω από το 1 δισ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο στο κόστος του ρεύματος όσο και του φυσικού αερίου δεν συμπεριλαμβάνονται οι ρυθμιστικές χρεώσεις (μεταφοράς, διανομής, ΥΚΩ, ΕΤΜΕΑΡ κ.λπ. αντίστοιχα) που αντιπροσώπευαν πριν από τις μεγάλες αυξήσεις στην τιμή της κιλοβατώρας σχεδόν τα 2/3 του τελικού λογαριασμού.
Οι συνολικές επιδοτήσεις των 326 εκατ. ευρώ στο ρεύμα –πέραν της αυξημένης έκπτωσης της ΔΕΗ και αυτή της ΔΕΠΑ για το φυσικό αέριο και η στήριξη που θα υποχρεωθούν λόγω ανταγωνισμού να παρέχουν με εκπτώσεις και οι ιδιώτες πάροχοι– που ανακοινώθηκαν την Παρασκευή θα αμβλύνουν τις επιπτώσεις της πρωτοφανούς κρίσης τιμών για τα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις, που είναι συνδεδεμένες με τη χαμηλή τάση το τελευταίο τρίμηνο του έτους, σε επίπεδα που δεν θα σοκάρουν.
Το πρόβλημα ωστόσο είναι μπροστά, κάτι που η κυβέρνηση δείχνει να κατανοεί, γι’ αυτό και όπως δήλωσε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, θα επανεξετάσει τα δεδομένα σε έναν μήνα και εάν χρειαστεί θα προχωρήσει σε πρόσθετα μέτρα. Το υψηλό ωστόσο κόστος των επιχειρήσεων δεν έχει αντιμετωπιστεί και αποτελεί μια ανοιχτή πληγή για την οικονομία, καθώς μεταφέρεται σε όλη την αλυσίδα, ασκώντας έντονες πληθωριστικές πιέσεις. Οι ανησυχίες για τις αντοχές του παραγωγικού τομέα της χώρας εντείνονται, καθώς η αβεβαιότητα των τιμών γίνεται όλο και πιο ευμετάβλητη.
«Κάθε μέρα ξαναγράφουμε τους προϋπολογισμούς μας από την αρχή» αναφέρει χαρακτηριστικά στην «Κ» στέλεχος μεγάλου βιομηχανικού ομίλου. Οι ανάγκες για αυξημένα κεφάλαια κίνησης πιέζουν συνεχώς, αφού μεσολαβεί ένα μεγάλο διάστημα για να επιστρέψει στην επιχείρηση η αύξηση του ενεργειακού κόστους που έχει μετακυλίσει στον πελάτη της, στον οποίο μεταφέρεται η σκυτάλη του προβλήματος για να συνεχιστεί το γαϊτανάκι των αλυσιδωτών αυξήσεων σε προϊόντα και υπηρεσίες και οι πιέσεις στον πληθωρισμό και τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας.
Την ανάγκη για «άμεση λήψη μέτρων στήριξης των μικρών βιομηχανιών της χώρας πριν είναι αργά» επισημαίνει στην «Κ» ο πρόεδρος της ΕΒΙΚΕΝ Αντώνης Κοντολέων.
Περιορίζουν τη λειτουργία
Οι υψηλές τιμές ενέργειας έχουν ήδη οδηγήσει βιομηχανίες στην Ευρώπη, όπως χαλυβουργίες και εργοστάσια λιπασμάτων, να περιορίσουν την παραγωγή τους, όπως και στην Κίνα, όπου οι αρχές της χώρας υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ενωση Βιομηχανιών Εντάσεως Ενέργειας στη Βρετανία κάλεσε την κυβέρνηση να επιστρατεύσει μέτρα εκτάκτου ανάγκης για να μη δει να κλείνουν οι βιομηχανίες της χώρας τον χειμώνα. Η κατάσταση θα επιδεινωθεί εάν συνεχιστούν οι αυξήσεις στο φυσικό αέριο και το ρεύμα, κάτι που θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και από το πόσο ήπιος θα είναι ο φετινός χειμώνας, τον οποίο η Ευρώπη υποδέχεται με αποθέματα κάτω από τον μέσο όρο των τελευταίων δέκα ετών.
Ανησυχίες για θέματα επάρκειας φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού εκφράζονται και για την ελληνική αγορά. «Είναι γεγονός ότι το ενδεχόμενο ο χειμώνας που έρχεται να είναι βαρύς εντείνει την ανησυχία και κατ’ επέκταση την πιθανότητα περαιτέρω κλιμάκωσης της διεθνούς ενεργειακής κρίσης», δήλωσε ο αρμόδιος υπουργός Κ. Σκρέκας, δεδομένου ότι το 40% της ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας παράγεται από φυσικό αέριο. Η κατακόρυφη αύξηση της ηλεκτρικής ενέργειας εκτιμάται αυτή τη στιγμή ότι προέρχεται κατά 88% από την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου και κατά μόλις 12% από την αύξηση των CO2, γι’ αυτό και τα μάτια όλων είναι στραμμένα στο φυσικό αέριο.
Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή