Η Ευρώπη, μαζί και η Ελλάδα, προετοιμάζεται για ένα χειμώνα στον οποίο για πρώτη φορά το ρεύμα και το φυσικό αέριο δεν θεωρούνται δεδομένα. Καλό σενάριο δεν υπάρχει. Υπάρχει το κακό σενάριο, στο οποίο η Μόσχα θα υποβάλει την Ευρώπη στο μαρτύριο της σταγόνας με μειωμένες ροές, και το χειρότερο σενάριο, με πλήρη διακοπή των ροών. Τα «αποθέματα ασφαλείας» που έχει η χώρα για να αντιμετωπίσει αυτό το σενάριο είναι: Πρώτον, δημοσιονομικός χώρος από 800 εκατ. έως 1,5 δισ. για μέτρα στήριξης, πριν αρχίσει να ξεπερνάει τους στόχους ελλείμματος και χρέους. Δεύτερον, λιγνίτη στις «αυλές» των λιγνιτικών μονάδων που εξασφαλίζουν συνεχή λειτουργία 45 ημερών. Τρίτον, LNG στις αποθήκες της Ιταλίας που καλύπτουν την κατανάλωση για δέκα ημέρες.
Ένα χειμώνα που για πρώτη φορά έπειτα από πολλές δεκαετίες το ρεύμα και το φυσικό αέριο δεν θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένα πρέπει να προετοιμάζονται οι πολίτες της Ελλάδας, όπως και όλης της Ευρώπης. Είτε φθάσουμε σε ένα «θερμό ενεργειακό επεισόδιο» στην περίπτωση που ο Πούτιν αποφασίσει να κατεβάσει τις στρόφιγγες, είτε συνεχίσει το «μαρτύριο της σταγόνας» αυξομοιώνοντας τις ροές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης εφοδιασμού που θα προκύψει δεν μπορεί να γίνει χωρίς περικοπές φορτίων.
Το κακό σενάριο
Οι ελληνικές και οι ευρωπαϊκές αρχές σχεδιάζουν στη βάση αυτών των δύο εκδοχών, δηλαδή του κακού και του χειρότερου σεναρίου. Στην περίπτωση του κακού σεναρίου, δηλαδή των αυξομειώσεων των ρωσικών ροών φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream 1, οι επιπτώσεις για την Ελλάδα θα περιοριστούν κυρίως στο μέτωπο των τιμών, που όπως έδειξε το 10ήμερο της αβεβαιότητας σχετικά με την επαναλειτουργία του θα... ίπτανται. Η τροφοδοσία της χώρας σε αέριο και άρα και σε ηλεκτρισμό δεν θα διαταραχθεί, και αυτό γιατί τα 3 δισ. κ.μ. αερίου που προμηθεύεται ετησίως από την Gazprom μπαίνουν στο ελληνικό σύστημα μέσω της Βουλγαρίας και του αγωγού ΤS. Οι υψηλές τιμές φυσικού αερίου ωστόσο θα συμπαρασύρουν και τις τιμές ρεύματος και θα διογκώσουν τις ανάγκες για χρηματοδότηση των επιδοτήσεων σε μη διαχειρίσιμα επίπεδα.
Μια πρώτη γραμμή άμυνας απέναντι σε αυτόν τον κίνδυνο είναι η απόφαση για διπλασιασμό της λιγνιτικής παραγωγής από τις 5 στις 10 τεραβατώρες σε ορίζοντα δωδεκαμήνου.
Η αποτελεσματικότητα του μέτρου ωστόσο, τόσο ως προς τη συγκράτηση των τιμών όσο και ως προς τη διασφάλιση της επάρκειας στην περίπτωση του χειρότερου σεναρίου, κρίνεται αμφίβολη. Η δυναμικότητα των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ σε εγκατεστημένη ισχύ έχει περιοριστεί στα 2,5 MW. Η συνεχής λειτουργία τους για παρατεταμένο χρονικό διάστημα κρίνεται επισφαλής λόγω παλαιότητας και μη επαρκούς συντήρησης των μονάδων, αποτέλεσμα του προ τριετίας προγράμματος απολιγνιτοποίησης. Ακόμη όμως και να επιδείξουν αντοχές οι μονάδες, είναι εξαιρετικά δύσκολο να διασφαλιστεί η τροφοδοσία τους με λιγνίτη έπειτα από επίσης τρία χρόνια αποεπένδυσης στα λιγνιτωρυχεία. Παράγοντες εκτός και εντός ΔΕΗ εκτιμούν ότι θα χρειαστεί τουλάχιστον ένα εξάμηνο για να οργανωθεί και να προχωρήσει η διάνοιξη νέων πεδίων, απαραίτητων για να στηρίξουν την πλήρη και συνεχή λειτουργία των μονάδων για μακρύ διάστημα. Τα αποθέματα που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στις αυλές των μονάδων αρκούν για να καλύψουν μόλις 45 ημέρες συνεχούς λειτουργίας.
Στο χειρότερο σενάριο, της πλήρους διακοπής του ρωσικού αερίου, τα πράγματα θα ζορίσουν όχι μόνο για το σύστημα φυσικού αερίου αλλά και του ηλεκτρισμού, το οποίο στηρίζεται σε ποσοστό πάνω από 40% στο φυσικό αέριο.
Σε αυτή την περίπτωση οι καταναλωτές θα χρειαστεί να αλλάξουν από λίγο έως και πολύ καθημερινές συνήθειες, αφού θα βρεθούν από λίγες έως και πολλές ώρες, ανάλογα με το έλλειμμα ενέργειας που θα δημιουργηθεί, χωρίς αέριο για θέρμανση και χωρίς ρεύμα.
Η ΡΑΕ στο Σχέδιο Προληπτικής Δράσης για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών στο σύστημα φυσικού αερίου που έθεσε σε διαβούλευση την Παρασκευή καθιστά σαφές ότι σε περίπτωση καθολικής διακοπής του ρωσικού αερίου, οι επιπτώσεις για την τροφοδοσία των καταναλωτών θα είναι ιδιαίτερα δυσμενείς. Ακόμη και στην περίπτωση που οι διεθνείς διασυνδέσεις βρίσκονται σε πλήρη διαθεσιμότητα και όλες οι διαθέσιμες μονάδες λιγνίτη σε λειτουργία, όπως επίσης και οι πέντε φυσικού αερίου που μπορούν να λειτουργήσουν με ντίζελ, με ή και χωρίς τη λειτουργία της νέας μονάδας Πτολεμαΐδα 5, οι επιπτώσεις στο ηλεκτρικό σύστημα της χώρας θα είναι, σύμφωνα με τη ΡΑΕ, «από μεγάλες έως καταστροφικές». Θα προκύψει ένα έλλειμμα φυσικού αερίου μεταξύ 1,9 έως 4,2 τεραβατωρών, που δεν μπορεί να καλυφθεί χωρίς τη μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου αλλά και ηλεκτρισμού.
Στο έλλειμμα αυτό έχει υπολογιστεί η συνεισφορά του TAP με 1 δισ. κ.μ. αερίου ετησίως, αλλά και της αναβαθμισμένης και ενισχυμένης –με τη νέα πλωτή αποθήκη– Ρεβυθούσας. Η περίπτωση ενός βαρύ χειμώνα θα επιτείνει το πρόβλημα για μια σειρά από λόγους. Η παραγωγή των ΑΠΕ πέφτει σημαντικά σε ακραίες καιρικές συνθήκες, οι πιθανότητες βλαβών στις μονάδες είναι αυξημένες, ενώ αστάθμητο παράγοντα αποτελούν οι εισαγωγές - εξαγωγές με τις διασυνδεδεμένες αγορές Ιταλίας και Βουλγαρίας, όπου η ενέργεια ρέει αυτόματα από τη φθηνότερη αγορά στην ακριβότερη.
Το κρίσιμο διάστημα
Το πλέον κρίσιμο διάστημα, που θα δοκιμάσει τις αντοχές του συστήματος, σύμφωνα με τη ΡΑΕ, είναι το τρίμηνο Ιανουαρίου - Μαρτίου 2023. Για τη διαχείριση της κατάστασης πέραν της επιστράτευσης των μονάδων λιγνίτη και της υποχρεωτικής λειτουργίας πέντε μονάδων φυσικού αερίου που έχουν τεχνική δυνατότητα με ντίζελ, η ΡΑΕ προτείνει μέτρα περικοπής της ζήτησης αερίου και ηλεκτρισμού στις βιομηχανίες και υποχρεώνει τους διαχειριστές (ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ) να ετοιμάσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης που περιλαμβάνουν κυλιόμενες διακοπές ρεύματος ανά περιοχές.
Ακόμη όμως και εάν δεν απαιτηθεί τέτοια ανάγκη, ο ΔΕΔΔΗΕ και ο ΔΕΣΦΑ θα πρέπει, σύμφωνα με τη ΡΑΕ, να της παραδώσουν μέχρι την 1η Σεπτεμβρίου προγράμματα ενημέρωσης ευαισθητοποίησης των καταναλωτών για συνετή χρήση του φυσικού αερίου και του ρεύματος, με οδηγίες για περιορισμό της κατανάλωσης ανά κατηγορία (δημόσια κτίρια, γραφεία, οικιακοί καταναλωτές, εμπορικοί κ.λπ.), τα οποία θα συνοδεύονται από λειτουργικά παραδείγματα εκτίμησης του ποσοστού αναμενόμενης μείωσης της ζήτησης.
Το ελληνικό σύστημα φυσικού αερίου θα ενισχυθεί και με την εγκατάσταση αποθεμάτων στην Ιταλία. Οι εταιρείες-εισαγωγείς φυσικού αερίου και οι εταιρείες που λειτουργούν μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο θα πρέπει για το διάστημα από 1ης Νοεμβρίου 2022 και έως 31 Μαρτίου 2023 να διαθέτουν σε αποθηκευτικούς χώρους της Ιταλίας αποθέματα 1,14 τεραβατωρών, ενώ πρόσθετες ποσότητες στρατηγικών αποθεμάτων 0,57 τεραβατωρών θα εγκαταστήσει ο ΔΕΣΦΑ. Τα συνολικά αποθέματα στην Ιταλία μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες της χώρας σε αέριο για 10 ημέρες.
Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή