"Στόχος μας είναι μέσα στο 2021 να επεκταθεί η υπηρεσία efood market σε μεγάλες πόλεις της περιφέρειας, δηλαδή στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, στη Λάρισα και στον Βόλο, να προσφέρουμε ανταγωνιστικές τιμές σε ευρύτερο κωδικολόγιο και να παραδίδουμε παραγγελίες μέσα σε 15 λεπτά, στελεχώνοντας τον στόλο διανομής μας. Για να πετύχουμε πανελλαδική κάλυψη και μέσω της efood market σκοπεύουμε να επενδύσουμε και στα δικά μας dark stores (αποθηκευτικούς χώρους)".
Αυτό αποκαλύπτει μιλώντας στην Καθημερινή ο διευθύνων σύμβουλος της efood Παμίνος Κυρκίνης, ενώ απάντησε και για τη συνεργασία που η εταιρεία του έχει με την Σκλαβενίτης.
– Πώς αξιολογείτε τη συνεργασία σας με τη «Σκλαβενίτης»; Θα τη διατηρήσετε;
– Η συνεργασία με τη «Σκλαβενίτης» είναι εξαιρετική και έχει ωφελήσει και τις δύο πλευρές. Είναι διαρκείας και θα διατηρηθεί.
– Το efood κλείνει 10 χρόνια λειτουργίας. Πόσο έχει αλλάξει ο τρόπος λειτουργίας της εταιρείας, αλλά και η αγορά του online delivery φαγητού και προϊόντων;
– Το efood ξεκίνησε ως μια πρωτοπόρος επιχειρηματική ιδέα και μέσα σε 10 χρόνια έχει μια τεράστια, συνεχώς αναπτυσσόμενη βάση χρηστών, ένα δίκτυο 15.000+ συνεργαζόμενων καταστημάτων (όχι μόνο εστιατορίων, αλλά και άλλων δραστηριοτήτων) σε 90 πόλεις και μια ομάδα που μεγαλώνει μέρα με τη μέρα, αγγίζοντας σήμερα τους 2.700 εργαζομένους (700 στο γραφείο και 2.000 διανομείς). Το 2011 έγινε η αρχή με ένα μοντέλο marketplace, το οποίο συνεχώς δοκίμαζε καινούργια πράγματα στον κλάδο του έτοιμου φαγητού. Ολα αυτά τα χρόνια επενδύσαμε στο δίκτυο συνεργαζόμενων καταστημάτων μας σε όλη την Ελλάδα. Ετσι πλέον οι συνεργάτες μας δεν αντιλαμβάνονται το efood απλά ως ένα marketplace, αλλά ως ένα ακόμα κανάλι, αξιόπιστο και αποτελεσματικό, για να επεκτείνουν το πελατολόγιό τους. Τον Φεβρουάριο του 2018 δημιουργήσαμε τη δική μας υπηρεσία διανομής προσφέροντας λύσεις διανομής για καταστήματα που δεν έχουν την υποδομή. Ταυτόχρονα δημιουργήσαμε νέες ευκαιρίες και θέσεις εργασίας στην αγορά, σε μια απαιτητική περίοδο για τη χώρα. Μέσα σε μια δεκαετία το efood άλλαξε την κουλτούρα παραγγελίας φαγητού των Ελλήνων καταναλωτών και σήμερα διαμορφώνει μια νέα τάση με τις last mile παραδόσεις, επενδύοντας στην τεχνολογία, στο ανθρώπινο δυναμικό και στην ανάπτυξη του quick commerce, για να προσφέρει στους χρήστες ό,τι χρειάζονται από διαφορετικές κατηγορίες στον ελάχιστο χρόνο.
Μέσα σε μία δεκαετία το efood άλλαξε την κουλτούρα παραγγελίας φαγητού των Ελλήνων καταναλωτών.
– Υπάρχουν επιχειρήσεις που υποστηρίζουν πως οι προμήθειες που χρεώνετε είναι υψηλές, συμπιέζοντας το περιθώριο κέρδους τους. Πιστεύετε ότι οι χρεώσεις αυτές αποτρέπουν την είσοδο περισσότερων επιχειρήσεων στην πλατφόρμα σας;
– Ορισμένοι αναφέρουν ότι η προμήθεια της εταιρείας είναι υψηλή, αλλά θεωρώ πως η συμβολή της εφαρμογής στη ζήτηση για τις υπηρεσίες του efood δικαιολογεί το κόστος. Αφενός γιατί σε επίπεδο παραγγελίας τα καταστήματα επωμίζονται την προμήθεια, αν και εφόσον υπάρξει ζήτηση και έρθουν αποτελέσματα. Πρόκειται δηλαδή για άλλο ένα marketing έξοδο, πιο αποδοτικό σε σύγκριση με άλλα παραδοσιακά κανάλια, που φέρνει μετρήσιμα και στοχευμένα αποτελέσματα. Αφετέρου υπάρχει και το κομμάτι προμήθειας για τη διανομή με την υπηρεσία delivered by efood.
Οσοι έχουν ασχοληθεί με την υλοποίηση ενός τέτοιου σχήματος αντιλαμβάνονται πως υπάρχει πολύ μεγάλο κόστος για τη διαμόρφωση και τη διατήρηση του στόλου, αλλά και τη σωστή εξυπηρέτηση του πελάτη. Γι’ αυτό άλλωστε τα τελευταία χρόνια βλέπουμε πως ολοένα και περισσότερα εστιατόρια επιλέγουν να κάνουν outsource τη διανομή. Ετσι εμείς προσφέρουμε μια λύση που αναλαμβάνει από την προώθηση της παραγγελίας έως τη last mile παράδοση, έχοντας απαλλάξει τα καταστήματα από τα logistic κόστη. Παράλληλα δίνουμε έναν αποτελεσματικό τρόπο προβολής του καταστήματος σε εκατομμύρια χρήστες σε όλη την Ελλάδα.
thessaliaeconomy.gr (Με πληροφορίες από Δέσποινα Κόντη Καθημερινή)