Την αυξανόµενη συνεισφορά της ελληνικής µεταποίησης στο ΑΕΠ της χώρας επισηµαίνει στην τριµηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισµού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), σηµειώνοντας ότι το β΄ τρίµηνο αυτή έφθασε στο 10,4%, πολύ υψηλότερα από το 8,6% του β΄ τριµήνου του 2009.
«Η παραγωγικότητα της εργασίας στον κλάδο της µεταποίησης έχει επιστρέψει και µάλιστα υπερβεί το επίπεδό της πριν από την τριπλή κρίση (οικονοµική, χρέους και τραπεζική) που έπληξε τη χώρα µας το 2010», σηµειώνει η έκθεση. «Αυτό οφείλεται σε διάφορες αιτίες και παράγοντες, όπως ο έντονος εξαγωγικός χαρακτήρας του κλάδου, η απορρόφηση σηµαντικών επενδύσεων από το Ταµείο Ανάκαµψης, οι δαπάνες σε έρευνα και ανάπτυξη σε συνδυασµό µε τις λιγότερες ώρες εργασίας».
Επίσης, η έκθεση αναφέρει ότι λόγω της αυξηµένης παραγωγικότητας ο µέσος µισθός στον τοµέα της µεταποίησης υπερβαίνει σηµαντικά τον µέσο µισθό για το σύνολο της οικονοµίας, φθάνοντας στα 1.700 ευρώ έναντι 1.250 ευρώ περίπου. «Συµπερασµατικά», τονίζει η έκθεση, «η ενίσχυση του τοµέα της µεταποίησης είναι ο ασφαλής δρόµος για να αποκτήσει η ελληνική οικονοµία και έναν τρίτο πόλο ανάπτυξης, πέρα από τον τουρισµό και τη ναυτιλία. Ετσι αυξάνεται ο βαθµός διαφοροποίησης των παραγωγικών κλάδων της χώρας (οικονοµική διαφοροποίηση), κάτι που είναι συµβατό µε µακροχρόνια οικονοµική ανάπτυξη και µεγέθυνση».
Την αυξανόµενη συµβολή της βιοµηχανίας στην ανάπτυξη είχαν αναδείξει πρόσφατα η Εθνική Τράπεζα και η Alpha Bank σε αναλύσεις τους. Συγκεκριµένα σηµείωναν ότι η συµµετοχή της βιοµηχανίας στην ακαθάριστη προστιθέµενη αξία της οικονοµίας διαµορφώθηκε στο 16,1% το α΄ εξάµηνο, έναντι µέσου όρου 14,6% τα τελευταία 20 χρόνια.
Στην έκθεση του ΓΠΚΒ, που παρουσίασε χθες ο συντονιστής του Ιωάννης Τσουκαλάς, το Γραφείο προβλέπει ρυθµό ανάπτυξης της ελληνικής οικονοµίας 2,3% για το 2024, ελαφρώς πάνω από την πρόβλεψη για 2,2% του προσχεδίου προϋπολογισµού της κυβέρνησης, η οποία προσαρµόστηκε στις ανοιξιάτικες προβλέψεις της Κοµισιόν. Ωστόσο, η πρόβλεψη είναι κάτω από το 2,5% που εκτιµούσε το Γραφείο τον Ιούνιο. Η έκθεση του ΓΠΚΒ αναφέρει ότι το εύρος των προβλέψεών του κυµαίνεται από 2,1 έως 2,7%.
Μάλιστα, ο κ. Τσουκαλάς σχολιάζοντας την πρόβλεψη του Μεσοπρόθεσµου για ρυθµό ανάπτυξης κάτω από 2% µετά το 2026 (1,5% το 2027 και 1,3% το 2028) υποστήριξε ότι «το σενάριο είναι συγκρατηµένο γιατί δεν περιλαµβάνει την ωρίµανση των επενδύσεων του Ταµείου Ανάκαµψης και την αύξηση της παραγωγικότητας».
Σχετικά µε τις δηµοσιονοµικές εξελίξεις το ΓΠΚΒ υπολόγισε ότι το πρωτογενές πλεόνασµα σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης το 8µηνο Ιανουαρίου - Αυγούστου ήταν 8,232 δισ. ευρώ ή 3,5% του ΑΕΠ. Το Γραφείο εκτιµά ότι «η σηµαντική υπέρβαση των εσόδων έχει δηµιουργήσει προσδοκία για πρωτογενές πλεόνασµα 2,4% του ΑΕΠ για το 2024», όπως προβλέπει το προσχέδιο προϋπολογισµού.
Εξάλλου, ο κ. Τσουκαλάς σχολίασε το γεγονός ότι η αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών του 2025 υπολείπεται κατά 100 εκατ. ευρώ έναντι του ορίου που έχει συµφωνηθεί στο Μεσοπρόθεσµο, λέγοντας ότι «για λόγους αξιοπιστίας του προγράµµατος –που θα επιταχύνει και περαιτέρω αναβαθµίσεις του αξιόχρεου της χώρας– ιδανικό θα ήταν να µην ακουµπάµε τα όρια (εκτός αν πρόκειται για δηµόσιες επενδύσεις)».
Ειρήνη Χρυσολωρά, Καθημερινή