Η ιστορία της Antopack ξεκινάει στα τέλη του 19ου αιώνα. Με έδρα τον Βόλο, δεν είναι μόνον μια από τις παλαιότερες εταιρείες εκτυπώσεων της χώρας, αλλά επενδύοντας σταθερά και συστηματικά σε τεχνολογία αιχμής και υπερσύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό κατατάσσεται μεταξύ των πλέον προηγμένων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η Antopack εκτυπώνει, κατά κύριο λόγο, υλικά και ετικέτες συσκευασίας για βιομηχανίες τροφίμων, ποτών κ.ά. Βασικά της προϊόντα είναι οι χάρτινες ετικέτες για μπουκάλια μπίρας, χαρτοκιβώτια με εκτύπωση offset για discount markets και κουτιά συσκευασίας καταναλωτικών αγαθών που βρίσκουμε στα ράφια των σούπερ μάρκετ.
Το ξεκίνημα της Antopack πραγματοποιήθηκε το 1898, όταν ο Βασίλης Τράστας προχώρησε στην ίδρυση εργαστηρίου λιθογραφίας στον Βόλο. Επρόκειτο για μια εξαιρετικά ταραγμένη περίοδο για την Ελλάδα, προσπαθώντας να ορθοποδήσει από τη χρεοκοπία του 1893 και την ταπεινωτική ήττα στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897. Ο Βασίλης Τράστας ήταν ένας από τους τρεις λιθογράφους που υπήρχαν στην Ελλάδα εκείνη την εποχή! Η τεχνική της λιθογραφίας είχε ανακαλυφθεί στα τέλη του 18ου αιώνα στη Γερμανία από τον Αλόις Ζένεφελντερ και οι καλλιτέχνες λιθογράφοι ζωγράφιζαν - έγραφαν το θέμα που ήθελαν να εκτυπώσουν πάνω σε μια πέτρα και εν συνεχεία το χαρτί «πατούσε» στην πέτρα και η παράσταση αποτυπωνόταν στο χαρτί. Σημειώνεται ότι οι λιθογράφοι ζωγράφιζαν το θέμα τους στην πέτρα ανάποδα (ώστε να εκτυπώνεται σωστά στο χαρτί) χρησιμοποιώντας καθρέφτη!
Το 1935 η εταιρεία πέρασε στη δεύτερη γενιά της οικογένειας, τον ανιψιό του Β. Τράστα, Γιώργο Αντωνίου, ο οποίος διακρινόταν για την ιδιαίτερη καλλιτεχνική φύση του και την κλίση στη λιθογραφία. Η μετάβαση στη δεύτερη γενιά συνέπεσε με τη σταδιακή παρακμή της λιθογραφίας διεθνώς και την ανακάλυψη νέων μεθόδων εκτυπώσεων (offset). Τη δεκαετία του 1960 η εταιρεία εισήγαγε την τεχνολογία offset εγκαταλείποντας τη λιθογραφία σε φιλμ, ενώ στις αρχές της δεκαετίας του 1970 τα ηνία έλαβε η τρίτη γενιά της οικογένειας, με τον Αγγελο Γ. Αντωνίου υπεύθυνο οικονομικού και τον Διονύσιο Γ. Αντωνίου υπεύθυνο στον τεχνικό τομέα. Η νέα διοίκηση, με επικεφαλής τον αείμνηστο Αγγελο Αντωνίου, άφησε ισχυρό αποτύπωμα οδηγώντας με επιτυχία τον μετασχηματισμό της παραδοσιακής οικογενειακής μονάδας σε μια σύγχρονη επιχείρηση.
Η μεγάλη αλλαγή
Το 1985 αποτέλεσε έτος-σταθμό για την εταιρεία, καθώς έλαβε τη σημερινή εταιρική μορφή με την επωνυμία Antopack, ενώ παράλληλα πραγματοποιήθηκε η ριζική τεχνολογική αναβάθμισή της με την εγκατάσταση νέων συστημάτων ψηφιακής τεχνολογίας. To 1994 η Antopack προχώρησε στην εγκατάσταση του πρώτου offset εκτυπωτή με οπτικές ίνες στην Ελλάδα, ενώ το 1998 –εκατό χρόνια μετά το ξεκίνημα– ολοκλήρωσε τη μεγάλη επένδυση για τη δημιουργία νέου, υπερσύγχρονου εργοστασίου, συνολικού εμβαδού 14.000 τ.μ., λίγο έξω από τον Βόλο, με την οποία αναβαθμίστηκε σε μία από τις πιο προηγμένες μονάδες εκτύπωσης στην Ευρώπη.
Η Antopack εδώ και δεκαετίες βρίσκεται στην αιχμή των τεχνολογικών εξελίξεων στον τομέα της επενδύοντας μεγάλα ποσά σε μηχανολογικό εξοπλισμό, και σήμερα είναι η πιο σύγχρονη εκτυπωτική μονάδα στην Ελλάδα και μία από τις δέκα κορυφαίες στην Ευρώπη. Χρησιμοποιώντας τεχνολογία CTP (computer-to-plate) η εταιρεία μπορεί και επιτυγχάνει την ελάχιστη απόκλιση στο χρώμα από το ψηφιακό αρχείο μέχρι την τελική μήτρα που της επιτρέπει να εγγυάται μέχρι και 98% ακρίβεια στις αποχρώσεις που επιλέγει ο κάθε πελάτης. Στο πελατολόγιό της περιλαμβάνονται ορισμένες από τις ισχυρότερες βιομηχανίες της χώρας, όπως η Αθηναϊκή Ζυθοποιία, η Barilla, η Coca Cola, η «Μπισκότα Παπαδοπούλου» κ.ά., με τις οποίες διατηρεί μακροχρόνιες συνεργασίες.
Με υπερσύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό και εξαιρετικά ισχυρή χρηματοοικονομική θέση, η Antopack κατάφερε να περάσει αλώβητη τη μεγάλη κρίση. Η εταιρεία από το 2012 μέχρι σήμερα κατόρθωσε να αυξήσει την παραγωγικότητά της, να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες από αστοχίες (φύρα) και να μειώσει τις λειτουργικές δαπάνες βελτιώνοντας παράλληλα την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων της. Ετσι, από το 2012 μέχρι σήμερα διατήρησε τον κύκλο εργασιών της περίπου σταθερό στο επίπεδο των 7 εκατ. ευρώ, παρέμεινε σε κερδοφόρο τροχιά και διατηρεί 80 θέσεις απασχόλησης παρά τη δραματική συρρίκνωση της εγχώριας αγοράς.
Αγορά νέου εξοπλισμού αξίας 2,5 εκατ. ευρώ
Σε εξέλιξη βρίσκεται το νέο επενδυτικό πρόγραμμα της Antopack ύψους 2,5 εκατ. ευρώ, το οποίο αφορά την εγκατάσταση ενός νέου μηχανήματος που θα ενισχύσει σημαντικά την παραγωγικότητα και την ευελιξία της εταιρείας. Η απόκτηση του εν λόγω μηχανήματος ήταν κάτι που η εταιρεία εξέταζε εδώ και αρκετό καιρό, ωστόσο η σταθεροποίηση και η βελτίωση του κλίματος κρίθηκαν απαραίτητες προϋποθέσεις πριν πραγματοποιηθεί το μεγάλο αυτό βήμα. Η σχετική σύμβαση υπογράφηκε πριν από περίπου ένα μήνα. Στο διάστημα 2008 - 2017 η εταιρεία πραγματοποίησε επενδύσεις συνολικού ύψους 5 εκατ. ευρώ, που αφορούσαν κυρίως την ένταξη στα προϊόντα της των χαρτοκιβωτίων με εκτύπωση offset αλλά και γενικότερα την ανανέωση του μηχανολογικού εξοπλισμού, του λογισμικού και των άλλων υποδομών της. Σημειώνεται ότι ο έλεγχος των συνθηκών θερμοκρασίας και υγρασίας στο εργοστάσιο της εταιρείας είναι εξαιρετικής σημασίας, καθώς το χαρτί και το χαρτόνι είναι ευαίσθητα υλικά και χρειάζονται ειδικές συνθήκες χειρισμού. Ετσι, μέσα από ένα εξελιγμένο σύστημα κλιματισμού, εξαερισμού και ψεκασμού νερού, η Antopack ελέγχει και διατηρεί τις επιθυμητές συνθήκες περιβάλλοντος, ώστε να εξασφαλιστεί η άριστη ποιότητα της πρώτης ύλης. Στις εγκαταστάσεις της στον Βόλο στεγάζονται μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας, όπως η εκτυπωτική μηχανή έξι χρωμάτων με οπτικές ίνες (MAN ROLAND 900) καθώς και η κοπτική στάντζα (BOBST 142 ER). Από το 2012 η εταιρεία ξεκίνησε την προσπάθεια επέκτασής της σε νέες αγορές. Σήμερα, οι εξαγωγές ανέρχονται περίπου στο 15% του κύκλου εργασιών και κατευθύνονται σε χώρες όπως Σαουδική Αραβία, το Ιράκ, η Νότια Αφρική, η Ιορδανία, η Βουλγαρία κ.ά. Στόχος της Antopack είναι να ενισχύσει περαιτέρω την παρουσία της στο εξωτερικό, δίνοντας έμφαση στις αγορές των χωρών του Κόλπου και στις γειτονικές χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Τα ηνία στην τέταρτη γενιά της οικογένειας
Το 2012 τα ηνία της εταιρείας ανέλαβε η τέταρτη γενιά της οικογένειας, με την Τέα Α. Αντωνίου στη θέση της διευθύνουσας συμβούλου, τον Γιώργο Α. Αντωνίου επίσης διευθύνοντα σύμβουλο και τον Γιάννη Δ. Αντωνίου, γενικό διευθυντή επιχειρήσεων. Αν και η νέα διοίκηση ανέλαβε σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία για τη χώρα, ωστόσο –όπως σημειώνει στην «Κ» η κ. Τ. Αντωνίου– «η εταιρεία αντιμετώπισε τις προκλήσεις στηριζόμενη στην ισχυρή κεφαλαιακή της κατάσταση και στο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που προσδίδει η τεχνολογική της υπεροχή». Η εταιρεία επένδυε συστηματικά το μεγαλύτερο μέρος των κερδών της για την ενίσχυση των υποδομών της, κάνοντας πολύ περιορισμένη χρήση του τραπεζικού δανεισμού.
Ο Γεώργιος Αντωνίου ξεχωρίζει ως ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της εταιρείας το ανθρώπινο δυναμικό, το οποίο, όπως τονίζει, «και στους πιο δύσκολους καιρούς έχει αποδείξει την αξία του». Ο Γιάννης Αντωνίου αναφέρει ότι παρά τις σχετικές εισηγήσεις η εταιρεία ουδέποτε εξέτασε τη μεταφορά της από την περιοχή του Βόλου, προσθέτοντας ότι βασικός στόχος είναι «να υποστηρίζουμε την τοπική κοινωνία διατηρώντας τις υπάρχουσες θέσεις εργασίας, αλλά και να δημιουργήσουμε νέες».
Σε ό,τι αφορά την πορεία της οικονομίας και ευρύτερα της χώρας, η κ. Αντωνίου εμφανίζεται αισιόδοξη. Σημειώνει ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλά βήματα προς τη θετική κατεύθυνση, ωστόσο απομένουν πολλά ακόμα που πρέπει να γίνουν, τόσο σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του κράτους όσο και την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και την αλλαγή της αρνητικής νοοτροπίας για το επιχειρείν. «Τα μηνύματα είναι θετικά, αν και ο κόσμος δεν έχει δει ακόμα αυτή τη βελτίωση. Ούτε θα τη δει άμεσα. Σε πρώτη φάση θα δούμε τη βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών και σε δεύτερο χρόνο η βελτίωση αυτή θα διαχυθεί σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Ετσι συμβαίνει πάντα. Αλλωστε και με την κρίση, μπορεί να ξεκίνησε ουσιαστικά το 2008, ωστόσο το 2011 - 2012 έγινε αισθητή στους πάντες. Αντίστοιχα θα χρειαστούμε κάποια χρόνια, περίπου μια τετραετία, μέχρι να δούμε τα οφέλη της ανάκαμψης στην καθημερινή ζωή μας».
Γιάννης Παπαδογιάννης (καθημερινή)