H υπεραπόδοση της οικονομίας της Ελλάδας, όπως και άλλων χωρών της Μεσογείου, δεν οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στον ισχυρό τουρισμό, αλλά είναι και αποτέλεσμα της άνθησης της μεταποίησης, καθώς και άλλων υπηρεσιών, επισημαίνει ο οίκος αξιολόγησης S&P, τονίζοντας το πόσο σημαντική είναι η διαφοροποίηση των οικονομιών.

Ειδικότερα, όπως σημειώνει, ο ισχυρός τουρισμός και οι αυξανόμενες μη τουριστικές εξαγωγές θα στηρίξουν τη συνεχιζόμενη υπεραπόδοση της ανάπτυξης στις μεσογειακές χώρες της Ευρωζώνης έναντι των χωρών του Βορρά. «Η μεταποίηση τα πάει εξαιρετικά στην Ελλάδα, στην Ιταλία και την Πορτογαλία, ενώ οι μη τουριστικές υπηρεσίες υψηλής αξίας ενισχύουν την ανάπτυξη στην Κύπρο, στην Κροατία, στη Μάλτα, στη Σλοβενία και την Ισπανία. Αυτή η τάση οδηγεί σε μια πιο βιώσιμη και διαφοροποιημένη οικονομία με γνώμονα τις εξαγωγές», όπως τονίζει η S&P.

Κατά τον οίκο, τα «φωτεινά» σημεία ανάμεσα σε μία ευρέως στάσιμη Ευρωζώνη ήταν σε μεγάλο βαθμό τα νότια μέλη της, ιδιαίτερα τα περισσότερα από τα εννέα μέλη του λεγόμενου Club Med (π.χ. Κροατία, Κύπρος, Ελλάδα, Μάλτα, Πορτογαλία, Σλοβενία και Ισπανία – συν Γαλλία και Ιταλία).

Οπως εξηγεί η S&P, αυτή η τάση αποδίδεται σε δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, στη σχετικά ισχυρότερη οικονομική θέση (ισολογισμοί) του ιδιωτικού τομέα στις χώρες αυτές, τόσο σε σχέση με τις χώρες του Βορρά όσο και έναντι των επιπέδων προ κρίσης. Δεύτερον, στις βελτιωμένες επιδόσεις των εξαγωγών τόσο σε ποσότητα όσο και σε ποιότητα, καθώς εκτός από άνθηση του τουρισμού σημειώνεται και αυξανόμενη διαφοροποίηση των εξαγωγών.

Και γιατί τα παραπάνω έχουν σημασία; Οπως σημειώνει ο οίκος, η πανδημία έβγαλε στην επιφάνεια τους κινδύνους της υπερβολικής εξάρτησης μιας οικονομίας από τον τουρισμό. Το ξαφνικό «πάγωμα» των ταξιδιών επηρέασε δυσανάλογα τις χώρες του Νότου. Κατά μέσον όρο οι εννέα χώρες του Club Med βασίζονταν στον τουρισμό για το 26% των εσόδων τους από τις εξαγωγές το 2019, έναντι 11% για άλλες χώρες της Ευρωζώνης.

Ωστόσο, οι χώρες του Νότου βρήκαν... σωτηρία μέσω της διαφοροποίησης των οικονομιών τους, προσθέτει. Η ταυτόχρονη αύξηση του τουρισμού και των μη τουριστικών εξαγωγών βελτίωσε την υγεία και την ποιότητα της οικονομικής ανάκαμψης, ενώ σημαντικό ρόλο έχουν παίξει ξεκάθαρα και οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης. Ωστόσο, η S&P αποδίδει την επιτυχία των μη τουριστικών εξαγωγών στη βελτιωμένη ανταγωνιστικότητα και τη στροφή στην εξωτερική ζήτηση έπειτα από την κατάρρευση της εσωτερικής ζήτησης κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, καθώς και στα αποτελέσματα προηγούμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος. Τέτοιες μεταρρυθμίσεις ήταν πιο έντονες σε χώρες που βρέθηκαν σε προγράμματα διάσωσης, όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Κύπρος, τονίζει ο οίκος.

Πάντως, η S&P σημειώνει πως οι αξιολογήσεις των κρατών της Ευρωζώνης, αν και έχουν βελτιωθεί από το 2015 –με την Ελλάδα να αποτελεί την τελευταία χώρα που μπήκε στο κλαμπ της επενδυτικής βαθμίδας το 2023–, δεν έχουν ωστόσο ανακάμψει ακόμη στα επίπεδα όπου βρίσκονταν στις αρχές του 2010, γεγονός που σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι τα δημόσια οικονομικά είναι ακόμη αδύναμα.

Ελευθερία Κουρταλή, Καθημερινή