Τα αυξηµένα έσοδα από τον φόρο εισοδήµατος αλλά κυρίως από τον φόρο προστιθέµενης αξίας επιτρέπουν στην κυβέρνηση να σχεδιάζει την επόµενη µέρα στη φορολογία, µε µόνιµες µειώσεις φόρων και µε µια νέα κλίµακα που αυτή τη φορά θα στηρίξει και τη µεσαία τάξη, που όπως δείχνουν τα στοιχεία των τελευταίων δεκαετιών είναι η µόνιµα αδικηµένη.
Από το 2019 µέχρι σήµερα οι εισπράξεις από τον φόρο εισοδήµατος έχουν εκτιναχθεί και συγκεκριµένα από 16,56 δισ. ευρώ, φέτος υπολογίζεται να εισέλθουν στον κρατικό κορβανά 23,9 δισ. ευρώ, ποσό αυξηµένο κατά 7,34 δισ. ευρώ, ενώ το 2025 εκτιµάται ότι θα διαµορφωθούν στα 24,94 δισ. ευρώ.
Η ενίσχυση των εσόδων από τον φόρο εισοδήµατος είναι αποτέλεσµα των αυξήσεων των αποδοχών στο ∆ηµόσιο, αλλά και τον ιδιωτικό τοµέα καθώς και των αυξήσεων στους συνταξιούχους, µε µέρος των επιπλέον εισοδηµάτων που δηλώνονται να επιστρέφουν στο κράτος. Και αυτό καθώς πολλοί από αυτούς που είδαν τα εισοδήµατά τους να µεγεθύνονται, άλλαξαν και φορολογικό κλιµάκιο πληρώνοντας περισσότερους φόρους.
Στην αύξηση συνέβαλαν και οι επαγγελµατίες οι οποίοι αν και είχαν ευεργετηθεί µε την κλίµακα του 2019, καθώς είδαν µειώσεις φόρων της τάξης 1.300 ευρώ ετησίως συνέχισαν να δηλώνουν µικρά εισοδήµατα που δεν ξεπερνούν τα 10.000 ευρώ.
Οι µεγάλοι κερδισµένοι
Οι ελεύθεροι επαγγελµατίες και οι αυτοαπασχολούµενοι ήταν οι µεγάλοι κερδισµένοι της τελευταίας φορολογικής και ασφαλιστικής µεταρρύθµισης στην οποία είχε προχωρήσει η κυβέρνηση το 2019. Οι φόροι τους µειώθηκαν αισθητά συνεπεία των χαµηλότερων φορολογικών συντελεστών, καθώς και από τη µείωση της προκαταβολής φόρου που συρρικνώθηκε στο 55% από 100%. Για παράδειγµα, ελεύθερος επαγγελµατίας µε εισόδηµα 10.000 ευρώ πλήρωσε το 2019 στην εφορία 2.200 ευρώ. Με τις αλλαγές που ίσχυσαν από το 2020 ο φόρος περιορίσθηκε στα 900 ευρώ.
Ετσι λοιπόν αποφασίσθηκε να αλλάξει το ευνοϊκό καθεστώς των επαγγελµατιών µε την κυβέρνηση να θεσπίζει το ελάχιστο φορολογητέο εισόδηµα το οποίο ξεκινούσε από το ποσό των 10.920 ευρώ (για έξι χρόνια δραστηριότητας). Η κίνηση αυτή έφερε επιπλέον 400 εκατ. ευρώ στον προϋπολογισµό, χωρίς ωστόσο να επιλύεται το πρόβληµα της υποδήλωσης εισοδηµάτων.
Φόρος επί των κερδών
Οσον αφορά τις επιχειρήσεις, η µείωση του συντελεστή φορολόγησης των κερδών από το 28% στο 22% καθώς και η µείωση του φόρου επί των µερισµάτων από το 10% στο 5% οδήγησαν στην εµφάνιση περισσότερων κερδών. Από τα 4,4 δισ. ευρώ του 2019 φθάσαµε σήµερα στα 7,8 δισ. ευρώ.
Γιατί όµως η κυβέρνηση σχεδιάζει την αλλαγή της φορολογικής κλίµακας; Πολύ απλά διότι το 2019, λίγο πριν από την έξοδο από τα µνηµόνια, η κυβέρνηση εστίασε σε όσους δηλώνουν χαµηλά εισοδήµατα µεταξύ των οποίων και οι επαγγελµατίες. Για τους µισθωτούς της µεσαίας τάξης οι µειώσεις ήταν µικρότερες από ένα φιλοδώρηµα. Συγκεκριµένα, για όσους δηλώνουν εισοδήµατα ύψους 20.000 ευρώ, οι ελαφρύνσεις ήταν και παραµένουν 17 ευρώ ετησίως ή διαφορετικά 1,4 ευρώ τον µήνα. Τα λεγόµενα «µεσαία» εισοδήµατα (από 18.000 έως και 50.000 ευρώ) η κυβέρνηση τα «ξέχασε». Οι παρεµβάσεις οδηγούσαν σε µείωση των επιβαρύνσεων κατά 1738 ετησίως. Ουσιαστικά, αυτοί που πλήρωναν και στήριζαν τον προϋπολογισµό κλήθηκαν το 2019 να το ξανακάνουν.
Στις προθέσεις της κυβέρνησης αυτή τη φορά είναι να υπάρξει µία πιο γενναία ελάφρυνση για τις οµάδες αυτές αλλά και των χαµηλότερων, οι οποίοι βλέπουν µεγάλο µέρος των αυξήσεων να πηγαίνουν σε φόρους. Παρά δηλαδή το γεγονός ότι οι µισθωτοί και συνταξιούχοι είδαν αύξηση του ονοµαστικού τους µισθού, το πραγµατικό διαθέσιµο εισόδηµά τους µειώθηκε, καθώς επιβαρύνθηκαν µε υψηλότερους φόρους, λόγω µη αναπροσαρµογής των φορολογικών κλιµακίων.
Σηµειώνεται ότι το περασµένο έτος η επιβάρυνση στην Ελλάδα (στοιχεία ΟΟΣΑ) ανήλθε στο 37,5%, έναντι 29,5% κατά µέσον όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ. Για τον άγαµο εργαζόµενο µε τον µέσο µισθό η επιβάρυνση το 2023 ήταν 38,5%.
Αλλαγές όµως αναµένονται και για τα «µεγάλα» εισοδήµατα άνω των 40.000 ευρώ. Η κυβέρνηση εφαρµόζει συντελεστή 44% για κάθε ευρώ πάνω από τις 40.000 ευρώ. Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά αφαιρεί οποιοδήποτε κίνητρο σε όποιον θέλει να εργασθεί περισσότερο και να κερδίσει περισσότερα χρήµατα. Είναι εξαιρετικά πιθανόν ο ανώτατος συντελεστής να εφαρµόζεται για εισοδήµατα µεγαλύτερα των 50.000 ευρώ. Σηµειώνεται ότι οι Ηνωµένες Πολιτείες έχουν επτά φορολογικά κλιµάκια, µε το έβδοµο (ανώτατο) κλιµάκιο να φορολογεί κάθε επιπλέον δολάριο εισοδήµατος πάνω από τα 609.350 µε συντελεστή 37% το 2024.
Προκόπης Χατζηνικολάου, Καθημερινή