Η Ελλάδα μπορεί να κάνει άλμα προς τα εμπρός, αλλά χρειάζεται αποφασιστικότητα, ξεβόλεμα και συνεργασία μεταξύ κράτους, κοινωνίας και επιχειρήσεων για να προχωρήσουν οι μεταρρυθμίσεις, τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Παπαλεξόπουλος.

Μήνυμα για επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και συνεργασίας μεταξύ κράτους - κοινωνίας - επιχειρήσεων ώστε να αντιμετωπιστούν οι μεγάλες προκλήσεις του μέλλοντος και να πετύχουμε διατηρήσιμη ανάπτυξη, έστειλε χθες ο πρόεδρος του ΣΕΒ Δημήτρης Παπαλεξόπουλος.

«Σε έναν κόσμο γεμάτο αβεβαιότητες, που καμιά φορά φαίνεται να χάνει την πυξίδα του, η Ελλάδα αποτελεί νησίδα σταθερότητας και προοπτικής. Είμαστε σε μια συγκυρία που ένα άλμα προς τα εμπρός είναι εφικτό, και θα μας ωφελήσει όλους. Είναι στο χέρι μας, αλλά απαιτεί αποφασιστικότητα, ξεβόλεμα, συνεργασία», τόνισε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, παρουσιάζοντας χθες σε συνέντευξη Τύπου την ετήσια έρευνα γνώμης των επιχειρήσεων «Ο σφυγμός του επιχειρείν», η οποία, όπως σημείωσε ο κ. Παπαλεξόπουλος, «καταγράφει πρόοδο και συγκρατημένη αισιοδοξία για το μέλλον».

Το παράθυρο ευκαιρίας

Οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας για τα επόμενα 3-4 χρόνια είναι καλές και σαφώς καλύτερες του μέσου όρου της Ευρώπης, αλλά για να μη χαθεί το παράθυρο ευκαιρίας χρειάζεται να επιταχυνθούν οι μεταρρυθμίσεις. «Για να αλλάξουμε το παραγωγικό μας μοντέλο ώστε να πετύχουμε διατηρήσιμη ανάπτυξη πρέπει να ξεβολευτούμε όλοι και χρειάζεται συνεργασία μεταξύ κράτους και επιχειρήσεων, μεταξύ επιχειρήσεων και κοινωνίας», είπε ο κ. Παπαλεξόπουλος. Πατώντας και στα ευρήματα της μελέτης, ο πρόεδρος του ΣΕΒ αναγνώρισε «ότι το κράτος βελτιώνεται αλλά πρέπει να κινηθεί πιο αποτελεσματικά στις μεταρρυθμίσεις, αφαιρώντας στρεβλώσεις του επιχειρηματικού περιβάλλοντος» και ανέδειξε ως κρίσιμα θέματα την πάταξη της φοροδιαφυγής, τη φορολόγηση των στελεχών, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, το κόστος ενέργειας, την ανάπτυξη δεξιοτήτων, ενώ τοποθετήθηκε και σε θέματα επικαιρότητας, όπως η ακρίβεια, η κρίση στα πανεπιστήμια και οι ελλείψεις προσωπικού.

Το τελευταίο αυτό θέμα το παρουσίασε ως πολυπαραγοντικό και το συνέδεσε τόσο με τα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής των γυναικών στην απασχόληση, όσο και με τον μέχρι πρότινος αποκλεισμό των ηλικιωμένων από την εργασία και βέβαια το δημογραφικό, το οποίο χαρακτήρισε «αμείλικτο» για να το συνδέσει στη συνέχεια με το μεταναστευτικό και τη συζήτηση που έχει ανοίξει και που πρέπει –όπως είπε– να γίνει, όσο δύσκολη και να είναι για την κοινωνία και την οικονομία.

Πανεπιστήμια

Το ζήτημα του προσωπικού και των δεξιοτήτων συνέδεσε ο πρόεδρος του ΣΕΒ και με τις αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. «Σαφώς η σημερινή συζήτηση για τα πανεπιστήμια θα έπρεπε να είναι πιο παραγωγική. Το ζήτημα είναι πιο γενικό από τα ιδιωτικά ή δημόσια πανεπιστήμια. Πώς συνολικά θα αναβαθμίσουμε τις δεξιότητες ξεκινώντας από την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Είμαστε σαφώς υπέρ της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά και της καλυτέρευσης της δημόσιας εκπαίδευσης, τριτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας», τόνισε. Για το ζήτημα της ακρίβειας, ο κ. Παπαλεξόπουλος σημείωσε ότι «υπάρχει σε ορισμένα προϊόντα και κλάδους», ότι θα πρέπει κανείς να δει σε ποιο βαθμό είναι δομικό και σε ποιο συγκυριακό, σε ποιο βαθμό εισαγόμενο και ότι «δεν θα λυθεί με κατασταλτικές παρεμβάσεις που οδηγούν σε απορρύθμιση της αγοράς αλλά με βελτίωση του ανταγωνισμού».

Σε αντίθεση με την αισιοδοξία που εξέφρασε για την ελληνική οικονομία, ο πρόεδρος του ΣΕΒ εμφανίστηκε ιδιαίτερα απαισιόδοξος για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας. Επεσήμανε μεταξύ άλλων το σοβαρό πρόβλημα αποβιομηχάνισης που επιταχύνθηκε τα τελευταία χρόνια, το οποίο συνέδεσε άμεσα με το ενεργειακό κόστος και την ενεργειακή μετάβαση. «Ασφαλώς και στηρίζουμε τις προσπάθειες της Ευρώπης να είναι στην πρωτοπορία για την κλιματική αλλαγή και σε βάθος χρόνου η ενεργειακή μετάβαση θα είναι θετική για την Ελλάδα, αλλά για το μεσοδιάστημα θα είναι δύσκολη, επώδυνη και ακριβή και αυτό δεν πρέπει να το υποβαθμίσουμε», είπε.

Το ενεργειακό κόστος

«Η Ευρώπη θα έχει ανταγωνιστικό μειονέκτημα αν για παράδειγμα η παραγωγή χημικών ή αλουμινίου, που είναι υλικό του μέλλοντος, μεταφερθεί κάπου αλλού, γιατί χάνονται ολόκληρα οικοσυστήματα που δεν γυρνάνε ποτέ πίσω», ανέφερε και επεσήμανε ότι «η Ευρώπη θα πρέπει να βάλει πιο έντονα στην εξίσωση το θέμα της ανταγωνιστικότητας και να βοηθήσει θεσμικά και οικονομικά για την ταχύτερη ενεργειακή μετάβαση των επιχειρήσεων», ενώ εκτίμησε ότι «η ενεργειακή μετάβαση θα αυξήσει τις ανισότητες τα επόμενα χρόνια». Ειδικά για τις ελληνικές επιχειρήσεις και το ενεργειακό κόστος επεσήμανε την ανάγκη αποτελεσματικότερης λειτουργίας της αγοράς ενέργειας και την επιτάχυνση των επενδύσεων σε υποδομές και διασυνδέσεις. «Το ζητούμενο για τις επιχειρήσεις είναι το κατά το δυνατόν χαμηλό ενεργειακό κόστος και οι καλά λειτουργούσες αγορές», είπε.

Χρύσα Λιάγγου, Καθημερινή