∆εδοµένου ότι ο εµπορικός πόλεµος, τόσο ο σινοαµερικανικός όσο και ο φαινοµενικά ηπιότερος ανάµεσα στην Ουάσιγκτον και στις Βρυξέλλες, υπήρξε αρχικά πρωτοβουλία του τέως, και επί του παρόντος και πάλι υποψήφιου, προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραµπ, οι επικείµενες εκλογές στις ΗΠΑ έχουν δώσει λαβή σε σχετικές εικασίες. Σε σενάρια για το κατά πόσον επίκειται επανάληψη του εµπορικού πολέµου σε περίπτωση επανεκλογής του Ντόναλντ Τραµπ και σε άλλα, για το αν θα υπάρξει κάτι αντίστοιχο σε περίπτωση εκλογής της Κάµαλα Χάρις.
Ο εµπορικός πόλεµος εγκαινιάστηκε πράγµατι το 2018, όταν ο Ντόναλντ Τραµπ επέβαλε δασµούς 25% σε κινεζικά προϊόντα αξίας 350 δισ. δολ. περίπου στο 65% του συνόλου των κινεζικών προϊόντων που εισήγαγε τότε η υπερδύναµη, προκαλώντας, βέβαια, αντίποινα από πλευράς της Κίνας. Επί της ουσίας, όµως, ο εµπορικός πόλεµος δεν σταµάτησε ποτέ αλλά βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, καθώς ο απερχόµενος πρόεδρος της υπερδύναµης όχι µόνο διατήρησε σε ισχύ τους δασµούς και γενικότερα την εµπορική πολιτική του προκατόχου, αλλά την ενίσχυσε µερικώς. Τον Μάιο, ανακοίνωσε ότι αυξάνει στο 100% τους δασµούς στις εισαγωγές κινεζικών ηλεκτροκίνητων οχηµάτων που µαζί µε τα κινεζικά φωτοβολταϊκά αποτελούν ίσως τις µεγαλύτερες απειλές για τις δυτικές βιοµηχανίες. Βρίσκεται επίσης σε πλήρη εξέλιξη επειδή τόσο η Ε.Ε. όσο και άλλες χώρες ανά τον κόσµο αντιδρούν πλέον στην επιθετική βιοµηχανική πολιτική της Κίνας που, αν και θεωρητικά ανησυχεί για το ενδεχόµενο νέου εµπορικού πολέµου, φέρει καθοριστική ευθύνη η ίδια: επιδοτεί γενναία τις βιοµηχανίες της και εξάγει έτσι τα προϊόντα της από ηλεκτροκίνητα οχήµατα µέχρι φωτοβολταϊκά σε τιµές εξοντωτικά χαµηλές για τις εγχώριες βιοµηχανίες των δυτικών χωρών.
Η απόφαση που έλαβε προ ηµερών η Ε.Ε. να επιβάλει δασµούς στις εισαγωγές κινεζικών ηλεκτροκίνητων οχηµάτων δεν είναι παρά η τελευταία βολή της τρίτης φάσης του εµπορικού πολέµου, που ήδη προσλαµβάνει χαρακτηριστικά παγκόσµιου εµπορικού πολέµου. Εκτός από τα ηλεκτροκίνητα οχήµατα, η Ουάσιγκτον έχει αυξήσει τους δασµούς στις κινεζικές εισαγωγές χάλυβα, αλουµινίου, εξαρτηµάτων φωτοβολταϊκών και πολλών άλλων. Την τακτική της έχουν ακολουθήσει η Τουρκία, που έχει αυξήσει τους δασµούς στα κινεζικά ηλεκτροκίνητα οχήµατα, και το Πακιστάν, που επίσης έχει αυξήσει τους δασµούς στις εισαγωγές κινεζικού χαρτιού και ελαστικών. Παράλληλα, όµως, δεν αποκλείεται να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόµο και άλλες χώρες, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη οι έρευνες που διεξάγουν επί της εµπορικής πολιτικής της Κίνας και ειδικότερα στο κατά πόσον τα κινεζικά προϊόντα εξάγονται σε τιµές κάτω της αξίας τους. Από τις αρχές Ιουλίου, ο Καναδάς έχει εγκαινιάσει έρευνες επί των «αθέµιτων εµπορικών πρακτικών της Κίνας» στη βιοµηχανία ηλεκτροκίνητων οχηµάτων. Η Ινδία, που έχει σχεδόν απαγορεύσει τις κινεζικές επενδύσεις στο έδαφός της, διεξάγει έρευνες για τις τιµές των εισαγόµενων κινεζικών εκσκαφέων και των κινεζικών βιοκαυσίµων, ενώ η Αργεντινή και το Βιετνάµ διερευνούν την πολιτική τιµολόγησης των κινεζικών εισαγωγών φούρνων µικροκυµάτων και ανεµογεννητριών. Ακόµη και η Βραζιλία και το Μεξικό, που έχουν έως τώρα αποτελέσει τις εναλλακτικές αγορές για τα προϊόντα της Κίνας, αρχίζουν να παίρνουν µέτρα για να προστατεύσουν τις εγχώριες βιοµηχανίες τους.
Ρουμπίνα Σπαθή, Καθημερινή