Η κλιματική αλλαγή και οι επικείμενες φυσικές καταστροφές αποτελούν άμεσο κίνδυνο για την ελληνική οικονομία, καθώς η χώρα εμφανίζεται ιδιαίτερα ευάλωτη έναντι της κλιματικής αλλαγής. Αν και βραχυπρόθεσμα το κόστος είναι δημοσιονομικά διαχειρίσιμο, μακροπρόθεσμα θα έχει αντίκτυπο στην πιστοληπτική ικανότητα αλλά και στον τουρισμό, τονίζουν αναλυτές των οίκων Scope Ratings και Fitch στους οποίους απευθύνθηκε η «Καθημερινή».
Υπογραμμίζουν ότι η ικανότητα περιορισμού, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και η έκθεση σε φυσικούς κινδύνους έχουν πλέον βαρύνουσα σημασία στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής αξιολόγησης της Ελλάδας. Είχε προηγηθεί η έκθεση της Moody’s για το πόσο ευάλωτη είναι η χώρα σε φυσικές καταστροφές, ενώ χαρακτήρισε τις πυρκαγιές αρνητικό πιστωτικό γεγονός.
Οι καταστροφικές πυρκαγιές που χτύπησαν την Ελλάδα τις τελευταίες ημέρες έφεραν στο προσκήνιο και τον μεγάλο κίνδυνο με τον οποίο είναι αντιμέτωπη η χώρα λόγω του πόσο ευάλωτη είναι στην κλιματική αλλαγή, κάτι που, αν και βραχυπρόθεσμα είναι δημοσιονομικά διαχειρίσιμο, μακροπρόθεσμα θέτει μία από τις βασικές προκλήσεις για την οικονομία λόγω του αντίκτυπου στην πιστοληπτική ικανότητα αλλά και στον τουρισμό. Ο οίκος Moody’s σε πρόσφατη έκθεσή του υπογράμμισε αυτές τις προκλήσεις χτυπώντας ουσιαστικά το περιβαλλοντικό «καμπανάκι» για την Ελλάδα, ενώ ο ΟΗΕ εξέπεμψε συναγερμό για την παγκόσμια υπερθέρμανση τονίζοντας πως τα ακραία κύματα καύσωνα, που παλαιότερα χτυπούσαν ανά 50 χρόνια, αναμένεται να συμβαίνουν μία φορά κάθε 10 χρόνια, ενώ οι ακραίες καταιγίδες και οι ξηρασίες έχουν γίνει πιο συχνές.
Η «Κ» απευθύνθηκε στους οίκους αξιολόγησης Scope Ratings και Fitch για το πώς αξιολογούν τη θέση της Ελλάδας απέναντι σε αυτό το εφιαλτικό παγκόσμιο φαινόμενο, το οποίο αφορά ιδιαίτερα τη Μεσόγειο. Οπως προειδοποιούν, οι επιδόσεις της Ελλάδας όσον αφορά την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι από τις χειρότερες στην Ε.Ε., ενώ υπογραμμίζουν τους κινδύνους που τίθενται πλέον στην οικονομία.
Οι πυρκαγιές στην Ελλάδα είναι από τις χειρότερες των τελευταίων δεκαετιών, όπως σημειώνει στην «Κ» ο Ντένις Σεν, ο νέος επικεφαλής της Scope Ratings για την Ελλάδα, προσθέτοντας πως είναι βέβαιο ότι συνοδεύονται από οικονομικό κόστος. Οι ζημιές από τις πυρκαγιές του 2007, για παράδειγμα, τοποθετούνται στα 2-5 δισ. ευρώ περίπου ή στο 0,8%-2,2% του ΑΕΠ του 2007. Αυτή τη φορά η ελληνική κυβέρνηση έχει δεσμευτεί επιπλέον να
δαπανήσει τουλάχιστον άλλα 500 εκατ. ευρώ (0,3% του ΑΕΠ). Δεδομένης της έκτακτης ευρωπαϊκής οικονομικής στήριξης, η οποία θα καλύψει ένα μεγάλο μερίδιο του «λογαριασμού», οι πυρκαγιές του 2021 από μόνες τους αναμένεται να έχουν μικρότερες επιπτώσεις όσον αφορά την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας.
Ωστόσο, ο αντίκτυπος της καταστροφής από τις πυρκαγιές είναι πιο σημαντικός για τις μακροπρόθεσμες πιστωτικές αδυναμίες της Ελλάδας σε επαναλαμβανόμενα και οξύτερα γεγονότα φυσικών καταστροφών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προκλήθηκαν και επιδεινώθηκαν από ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή, προειδοποιεί ο κ. Σεν, με τις ξηρασίες και τις πυρκαγιές να αναμένονται πιο συχνές και πιο έντονες.
Χαμηλές επιδόσεις
Οπως εξηγεί στην «Καθημερινή», η ικανότητα περιορισμού, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και η έκθεση σε φυσικούς κινδύνους εξετάζονται στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής αξιολόγησης της Ελλάδας από τη Scope, με τη χώρα να αποδίδει ελαφρώς πάνω από τον παγκόσμιο μέσο όρο σε αυτή την περιβαλλοντική υποκατηγορία. Ωστόσο, όπως τονίζει, η Ελλάδα έχει την τρίτη χειρότερη επίδοση μεταξύ των 27 χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, μετά την Ολλανδία και την Κύπρο.
Οπως προειδοποιεί ο αναλυτής, αυτή η περιβαλλοντική υποκατηγορία και ο μακροπρόθεσμος κίνδυνος της κλιματικής αλλαγής αντικατοπτρίζουν μια σημαντική πρόκληση για τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας. Ενώ το μοίρασμα του βάρους μέσω της στήριξης της Ε.Ε. αναμένεται γενικότερα στο μέλλον να μετριάσει το οικονομικό κόστος για την Ελλάδα, οι φυσικές καταστροφές έχουν όχι μόνο άμεσο οικονομικό και δημοσιονομικό κόστος, αλλά και έμμεσες συνέπειες, όπως στη σημαντική για τη χώρα τουριστική βιομηχανία, η οποία πριν από την κρίση COVID-19 κινούνταν στο 27% του ΑΕΠ.
Στις ίδιες γραμμές με τη Scope αλλά και τη Moody’s κινείται και ο οίκος Fitch Ratings. Θεωρεί δηλαδή ότι η κατάσταση δημοσιονομικά είναι διαχειρίσιμη, ωστόσο η μεγάλη έκθεση της Ελλάδας στους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή θέτει σημαντικές προκλήσεις μακροπρόθεσμα όσον αφορά το πιστωτικό προφίλ καθώς και την τουριστική βιομηχανία. «Συνεχίζουμε να αναμένουμε ότι η ελληνική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 4,3% φέτος. Αν και δεν υπάρχουν ακόμη επίσημα στοιχεία για το β΄ τρίμηνο, τα δεδομένα για τη βιομηχανική παραγωγή και τις λιανικές πωλήσεις δείχνουν ανοδική πορεία ανάπτυξης, ενώ τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης θα αρχίσουν να χρησιμοποιούνται, ενισχύοντας περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης», σημειώνει στην «Κ» ο Αλεξ Μουσκατέλι, επικεφαλής αναλυτής της Fitch για την Ελλάδα, σχολιάζοντας εάν το κόστος από τον πύρινο εφιάλτη αλλάζει τις προοπτικές για το ΑΕΠ.
Ο οίκος έχει τονίσει στις πρόσφατες εκθέσεις του ότι η πορεία της πανδημίας αποτελεί τον κύριο βραχυπρόθεσμο κίνδυνο για τις εκτιμήσεις του, καθώς μπορεί να αποθαρρύνει τους ξένους τουρίστες να ταξιδέψουν στην Ελλάδα. Ο κ. Μουσκατέλι επισημαίνει, ωστόσο, πως είναι σαφές ότι γεγονότα όπως οι πυρκαγιές έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν την επιχειρηματική δραστηριότητα και τα ταξίδια, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, και επίσης να επηρεάσουν τη δημοτικότητα της κυβέρνησης. «Πάντως, δεν πιστεύουμε ότι σε αυτό το στάδιο οι εξελίξεις αυτές θα επηρεάσουν σημαντικά τις προβλέψεις μας για την ανάπτυξη», σημειώνει ο αναλυτής της Fitch, προσθέτοντας πως το πακέτο στήριξης που ανακοίνωσε η κυβέρνηση ανέρχεται περίπου στο 0,3% του προβλεπόμενου ΑΕΠ.
Και ο κ. Μουσκατέλι προειδοποιεί για τη μεγάλη πρόκληση που θέτουν οι περιβαλλοντικοί παράγοντες στην αξιολόγηση της Ελλάδας. Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, όπως εξηγεί, στην αξιολόγηση των ESG κριτηρίων, οι φυσικές καταστροφές και η κλιματική αλλαγή έχουν βαθμολογία 3, σε κλίμακα 1-5, υποδεικνύοντας ότι αποτελούν ένα σημαντικό ζήτημα για την Ελλάδα, το οποίο μπορεί να έχει αντίκτυπο στην πιστοληπτική αξιολόγησή της στη συνέχεια, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες.
Ελευθερία Κούρταλη Καθημερινή