Ο Bastian Jordan, επικεφαλής της εταιρείας Jordan Olivenöl GmbH, η οποία εισάγει και διανέμει στη Γερμανία ελαιόλαδο, φέτα, λαδοτύρι και άλλα προϊόντα από τη Λέσβο, συμμετείχε χθες σε διαδικτυακή εκδήλωση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων Μονάχου για την προώθηση ελληνικών προϊόντων στη γερμανική αγορά. Ένα από τα θέματα στα οποία αναφέρθηκε ήταν οι υποθέσεις διακίνησης νοθευμένης φέτας στη χώρα, τις οποίες χαρακτήρισε ως «μεγάλο πρόβλημα» καθώς θέτει σε κίνδυνο το παραδοσιακό ελληνικό προϊόν, και μάλιστα στον σημαντικότερο εξαγωγικό προορισμό του.

Παράλληλα όμως, σχολίασε πως είναι και μία «μεγάλη ευκαιρία» για εκείνους που έχουν αληθινή φέτα να τοποθετηθούν ως καλές μάρκες στην αγορά, ενισχύοντας τις πωλήσεις τους. Αναφέρθηκε σε μία πολυετή συνεργασία που είχε η εταιρεία με μεγάλη γερμανική αλυσίδα, στην οποία έδινε φέτα από τη Λέσβο για private label, και κατά τον ίδιο η φέτα αυτή θεωρείτο ως το καλύτερο προϊόν στη σειρά PL της αλυσίδας.

Ωστόσο, κάθε χρόνο η αλυσίδα ήθελε να αγοράζει με χαμηλότερη τιμή τη φέτα της εταιρείας, με αποκορύφωμα την περσινή χρονιά, όταν και ζήτησαν μία πολύ μεγάλη μείωση της τιμής, της τάξεως του 30-40%. Η Jordan Olivenöl δεν δέχθηκε τη μείωση και έτσι η συνεργασία διεκόπη.

Μάλιστα, σύμφωνα με τον Bastian Jordan, η ανταγωνίστρια εταιρεία που πήρε τη θέση της εταιρείας του στη συνεργασία με τη μεγάλη αλυσίδα ενεπλάκη αργότερα σε υπόθεση νοθευμένης φέτας.

Έλλειψη μάρκετινγκ

Ξεχωριστή αναφορά έκανε ακόμα στο προβληματικό μάρκετινγκ των ελληνικών προϊόντων συγκριτικά με τα ιταλικά ή τα ισπανικά προϊόντα. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, κύριοι ανταγωνιστές της εταιρείας δεν είναι τα ελληνικά προϊόντα, αλλά τα ιταλικά και τα ισπανικά, καθώς οι Ιταλοί και οι Ισπανοί είναι πολύ πιο μπροστά από τη χώρα μας στη διανομή και το μάρκετινγκ.

Ειδικά για τους Ιταλούς, παρατήρησε ότι είναι εξαιρετικοί στο να προωθούν τα προϊόντα τους, και έδωσε ως παράδειγμα το γεγονός ότι λόγω της προώθησης των ιταλικών καφέδων, πολλοί θεωρούν την Ιταλία ως «μητέρα» του καφέ, δίνοντας στα ιταλικά προϊόντα προστιθέμενη αξία, χωρίς η χώρα να έχει καν δική της παραγωγή. «Όταν ξεκινήσαμε, ο κόσμος ήξερε μόνο τη φέτα, τα άλλα ελληνικά προϊόντα δεν ήταν γνωστά.

Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα, ο κόσμος έχει μάθει για τη φανταστική ποιότητα που μπορούν να έχουν τα ελληνικά προϊόντα, γιατί τώρα υπάρχουν στην αγορά. Όμως υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν ακόμα», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι τα ελληνικά προϊόντα πρέπει να αποκτήσουν τα ίδια στάνταρ προώθησης με τα ιταλικά και τα ισπανικά.

Σπύρος Πιστικός