Η απειλή της ΕΚΤ προδίδει την πρόθεση των ευρωπαϊκών αρχών να εντείνουν την πίεση στον χρηματοπιστωτικό τομέα προκειμένου να τον αναγκάσουν να χειρίζεται εφεξής καλύτερα τα περιβαλλοντικά και τα κοινωνικά ζητήματα αλλά και τα θέματα εταιρικής διακυβέρνησης.
Αφού επανειλημμένως υπογράμμισε την επιτακτική ανάγκη να αποτιμήσουν οι τράπεζες της Ευρωζώνης την έκθεσή τους σε όλο το φάσμα των κινδύνων που εγκυμονούν για το ενεργητικό τους τα ακραία καιρικά φαινόμενα, η ΕΚΤ προειδοποίησε 20 ευρωπαϊκές τράπεζες για το ενδεχόμενο να τους επιβάλει βαρύτατα πρόστιμα. Για το θέμα μίλησε εμπιστευτικά στο Bloomberg πηγή προσκείμενη στην κεντρική τράπεζα, που προτίμησε την ανωνυμία. Σύμφωνα με το σχετικό ρεπορτάζ, που δεν αναφέρει για ποιες τράπεζες πρόκειται, η ΕΚΤ έχει επανειλημμένως προειδοποιήσει τις ευρωπαϊκές τράπεζες ότι πρέπει να προετοιμαστούν για τις επιπτώσεις των ακραίων καιρικών φαινομένων στην αξία του ενεργητικού τους, αλλά και για το ενδεχόμενο να πτωχεύσουν πελάτες τους με βαρύ αποτύπωμα άνθρακα. Οπως προκύπτει όμως, οι 20 τράπεζες δεν έχουν μεριμνήσει δεόντως και δεν έχουν ενημερώσει την ΕΚΤ για τα πορίσματα των υπολογισμών τους, ενώ όφειλαν να το έχουν κάνει μέχρι τον Μάρτιο του 2023.
Η Τράπεζα διατύπωσε την απειλή με σχετικές επιστολές που απέστειλε μέσα στον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο, ενώ σε ό,τι αφορά το ύψος των επαπειλούμενων προστίμων, αυτό ενδέχεται να επιβάλλεται σε καθημερινή βάση και να ανέρχεται στο 5% του μέσου όρου εσόδων της εκάστοτε τράπεζας. Αυτό σημαίνει πως για μια τράπεζα με ετήσια έσοδα ύψους 10 δισ. ευρώ, για παράδειγμα, το πρόστιμο θα μπορούσε να φτάσει στο 1,4 εκατ. ευρώ την ημέρα. Οπως σχολιάζει το Bloomberg, η απειλή της ΕΚΤ προδίδει την πρόθεση των ευρωπαϊκών αρχών να εντείνουν την πίεση στον χρηματοπιστωτικό τομέα προκειμένου να τον αναγκάσουν να χειρίζεται εφεξής καλύτερα τα περιβαλλοντικά και τα κοινωνικά ζητήματα αλλά και τα θέματα εταιρικής διακυβέρνησης. Τον περασμένο μήνα, η εποπτική αρχή τραπεζών της ΕΚΤ (ΕΒΑ) ανακοίνωσε ότι αναθεωρεί το πλαίσιο που διέπει τις απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών προκειμένου να ενσωματώσει σε αυτό καλύτερα και πιο αποτελεσματικά τους κανόνες για το περιβάλλον, τα κοινωνικά ζητήματα και την εταιρική διακυβέρνηση. Τον Σεπτέμβριο, άλλωστε, ο απερχόμενος επικεφαλής της ΕΒΑ, Αντρέα Ενρία, δήλωσε στο πλαίσιο συνέντευξής του στο Bloomberg πως εφεξής η τράπεζα θα χρησιμοποιεί περισσότερο τα πρόστιμα ως μέσον επιβολής των αποφάσεών της σε ορισμένους τομείς. Πέραν των προστίμων, πάντως, η ΕΚΤ έχει στη φαρέτρα της αρκετούς μοχλούς άσκησης πίεσης.
Σε ό,τι αφορά τη σοβαρότητα των παραλείψεων των τραπεζών ως προς τους κινδύνους, αυτή ποικίλλει σημαντικά και δεν είναι βέβαιον ότι θα επιβληθούν πρόστιμα σε όσες τράπεζες περιλαμβάνονται στον κατάλογο των 20. Σημειωτέον ότι προ ημερών έθιξε το θέμα ο Φρανκ Ελντερσον, μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ, όταν σε ομιλία του υπογράμμισε πως «ορισμένες τράπεζες δεν έχουν ακόμη ενημερώσει την Τράπεζα μολονότι έχει προ πολλού παρέλθει η προθεσμία του περασμένου Μαρτίου». Υπογράμμισε ειδικότερα πως πολλές τράπεζες δεν έχουν προβεί στην απαιτούμενη αποτίμηση του αντίκτυπου που ενδεχομένως θα έχει στα χαρτοφυλάκιά τους η κλιματική αλλαγή και η καταστροφή του περιβάλλοντος, ενώ τόνισε πως η αποτίμηση αυτών των κινδύνων «αποτελεί την αφετηρία για τη διαχείριση κάθε είδους κινδύνου». Οι αλλεπάλληλες κρούσεις της ΕΚΤ συμπίπτουν με διάφορες άλλες μελέτες που φέρουν τις ευρωπαϊκές τράπεζες να έχουν μείνει πίσω σε ό,τι αφορά τους στόχους τους για τη στροφή στην πράσινη οικονομία. Ειδικότερα, η βρετανική μη κερδοσκοπική οργάνωση Shareaction μελέτησε τις 20 μεγαλύτερες τράπεζες σε Ε.Ε., Βρετανία, Ελβετία και Νορβηγία και διαπίστωσε πως «οι στόχοι και τα στοιχεία των ανακοινώσεων των τραπεζών δεν εξυπηρετούν τον στόχο της στροφής στην πράσινη οικονομία».
Bloomberg- kathimerini