Ως εκκρεµότητα του παρελθόντος που χρειάζεται να διευθετήσει, όπως συνέβη και µε την απόφαση της Ε.Ε. για τους λιγνίτες το 2008, αντιµετωπίζει η ∆ΕΗ την υπόθεση της έρευνας της Dgcomp περί κατάχρησης της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Οπως σηµειώνει, εξάλλου, στην ανακοίνωση που εξέδωσε µε αφορµή τις αιτιάσεις που διατύπωσε η Επιτροπή περί παραβίασης των αντιµονοπωλιακών κανόνων την περίοδο 2013-2019, «αφορά περίοδο πριν τον επανασχεδιασµό της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισµού σύµφωνα µε τις επιταγές του µοντέλου Στόχου της Ε.Ε. (Target Model) αλλά κυρίως πολύ πριν από τον µετασχηµατισµό της εταιρείας σε µια µοντέρνα και βιώσιµη εταιρεία ενέργειας».
Με την ολοκλήρωση της έρευνας για το διάστηµα από το 2013 έως το 2019, η Κοµισιόν διατύπωσε προκαταρκτικές ανησυχίες για κατάχρηση από τη ∆ΕΗ της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά, αφού το συγκεκριµένο διάστηµα ήλεγχε όλη τη λιγνιτική και υδροηλεκτρική δυναµικότητα, καθώς και ορισµένες µονάδες παραγωγής φυσικού αερίου και ΑΠΕ. Σύµφωνα µε τις εκτιµήσεις της Κοµισιόν, οι ανεξάρτητοι πάροχοι ηλεκτρικής ενέργειας περιθωριοποιήθηκαν και αποθαρρύνθηκαν οι επενδύσεις σε πιο φιλικές προς το περιβάλλον πηγές ενέργειας. Αυτό θα µπορούσε να είχε εµποδίσει τους ανεξάρτητους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας να επεκταθούν σε επίπεδο λιανικής, αποτρέποντας τις προσπάθειες για την απελευθέρωση της λιανικής αγοράς, που ολοκληρώθηκε επισήµως τον Ιούλιο του 2013. Ως εκ τούτου, η συµπεριφορά της ∆ΕΗ µπορεί να έχει οδηγήσει σε υψηλότερες τιµές για τους Ελληνες καταναλωτές, καθώς και σε υψηλότερα επίπεδα εκποµπών τοπικής ρύπανσης.
«Ανησυχούµε ότι η ∆ΕΗ µπορεί να έχει καταχραστεί τη δεσπόζουσα θέση της πωλώντας σε τιµές χαµηλότερες του κόστους στη χονδρική αγορά για περισσότερο από έξι χρόνια. Η συµπεριφορά της ∆ΕΗ µείωσε την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από τις περιβαλλοντικά καθαρότερες ανταγωνιστικές γεννήτριές της. Η συµπεριφορά αυτή παρεµπόδισε, επίσης, τον ανταγωνισµό σε επίπεδο λιανικής πώλησης. Μια λιγότερο ανταγωνιστική λιανική αγορά σήµαινε ότι αυτές οι χαµηλότερες τιµές χονδρικής δεν µεταβιβάστηκαν στις επιχειρήσεις και στους καταναλωτές. Ως εκ τούτου, οι Ελληνες καταναλωτές ενδέχεται να έχουν πληγεί από υψηλές τιµές λιανικής πώλησης και να έχουν υποστεί µεγαλύτερη τοπική ρύπανση», δήλωσε η αρµόδια επίτροπος Μαργκρέτε Βεστάγκερ.
Η Επιτροπή κοινοποίησε στη ∆ΕΗ τις αιτιάσεις της, κίνηση που αποτελεί το πρώτο επίσηµο βήµα στις έρευνες για παραβιάσεις των αντιµονοπωλιακών κανόνων της Ε.Ε. Θα ακολουθήσει µια µακρά διαδικασία ανταλλαγής απόψεων µεταξύ των δύο µερών πριν η Επιτροπή καταλήξει στο τελικό της συµπέρασµα. Εάν διαπιστώσει παράβαση, τότε µπορεί να επιβάλει πρόστιµο στη ∆ΕΗ που φτάνει έως το 10% του ετήσιου τζίρου της για κάθε έτος από το 2013-2019. «Η Ανακοίνωση Αιτιάσεων αποτελεί ένα βήµα της έρευνας και όπως τονίζει και η Επιτροπή στη δήλωσή της, η επίδοσή της δεν προδικάζει το αποτέλεσµα της έρευνας», σηµειώνει η ∆ΕΗ, υπογραµµίζοντας παράλληλα ότι «θα συνεχίσει να συνεργάζεται µε την Επιτροπή και να λαµβάνει όλα τα απαραίτητα και αναγκαία µέτρα προκειµένου να προασπίσει τα δικαιώµατά της».
Χρύσα Λιάγγου, Καθημερινή