Συγκεκριμένα αποτελέσματα περιμένει πλέον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τον μηδενισμό των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες, αλλά και στην εκκαθάριση των κόκκινων δανείων που σωρεύτηκαν τα τελευταία χρόνια.
Τα δύο αυτά θέματα είναι τα πλέον "ακανθώδη" στην τελευταία αξιολόγηση με βάση το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, που έγινε στις αρχές του μήνα από απόσταση. Ειδικά για το θέμα των ληξιπρόθεσμων οφειλών, οι κοινοτικοί αξιωματούχοι είχαν δύο δυσάρεστα συμπεράσματα.
Το πρώτο είναι ότι παρά τους διαδοχικούς ενδιάμεσους στόχους που έχουν τεθεί, οι ελληνικές αρχές δεν έχουν πετύχει να έχουν μια αξιόλογη μείωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, την στιγμή που τα νοσοκομεία συνεχίζουν να "πρωταγωνιστούν" στη συνεχή αναγέννηση των χρεών τους. Αυτό γίνεται παρά τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί από τις ελληνικές αρχές για την σταθερή εκκαθάριση του claw back. Σημειώνουν επίσης ότι και η λύση για συμψηφισμό του claw back με επενδύσεις από τις φαρμακευτικές, θεωρείται μεν αποδεκτή, αλλά θα πρέπει να αποδειχθεί αποτελεσματική και στην πράξη, με πρώτο βήμα τη μείωση του υπολοίπου του claw back κατά 50 εκατ. ευρώ μέσα στο δεύτερο μισό του 2024.
Το δεύτερο πρόβλημα που εντόπισαν οι ελεγκτές είναι ότι ενώ στις καθυστερούμενες συντάξεις είχε επέλθει μια ισορροπία μέχρι τα τέλη του 2023, το σκηνικό πλέον αλλάζει. Ειδικότερα, η ελληνική πλευρά ενημέρωσε για άλλες 30.000 νέες συντάξεις η απονομή των οποίων θα κοστίσει περίπου 400 εκατ. ευρώ. Όπως σημειώνεται οι συντάξεις αυτές θα πρέπει να διεκπεραιωθούν έγκαιρα για να μην προστεθούν ξανά στα ληξιπρόθεσμα του δημοσίου. Συμπερασματικά, οι ελεγκτές εκτιμούν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές δεν πρόκειται να μηδενιστούν ούτε και στο τέλος του 2024.
Εκκαθάριση των κόκκινων δανείων
Το δεύτερο θέμα που θέτουν οι ελεγκτές είναι η καθυστέρηση στην ολοκλήρωση του νόμου για τη διευθέτηση οφειλών και την παροχή δεύτερης ευκαιρίας. Αυτό αφορά και την σύσταση και λειτουργία του φορέα απόκτησης και επαναμίσθωσης ακινήτων. Με άλλα λόγια του φορέα που θα διαχειρίζεται τα ακίνητα των νοικοκυριών που δηλώνουν προσωπική πτώχευση και παραχωρούν το ακίνητό τους, μη μπορώντας να αντεπεξέλθουν στις οφειλές τους. Το πρόβλημα στη σύσταση του νέου φορέα είναι ότι οι όροι που θέτει το δημόσιο, παρά τις βελτιώσεις που έγιναν τελευταία, δεν θεωρούνται ικανοποιητικοί από τον ιδιωτικό τομέα. Σε αυτή την φάση οι τέσσερις ενδιαφερόμενοι οι οποίοι προκρίθηκαν στο τέλος το 2023 βρίσκονται σε έναν μακρύ διάλογο με την Ειδική Γραμματεία Ιδιωτικού Χρέους, η έκβαση του οποίου θα κρίνει αν αυτή την φορά θα καταλήξουμε σε κάποιο ανάδοχο ο οποίος θα προχωρήσει στη σύσταση του φορέα.
Ωστόσο, οι ελεγκτές τονίζουν ότι η καθυστέρηση της σύστασης του νέου φορέα έχει ως αποτέλεσμα την καθυστέρηση της εκκαθάρισης κόκκινων δανείων ύψους 25 δισ. ευρώ που συνδέονται με τις πτωχεύσεις ιδιωτών.
Εύσημα για τις δημοσιονομικές επιδόσεις
Πάντως, η Ελλάδα παίρνει από την έκθεση εύσημα για τη δημοσιονομική προσαρμογή το 2023. Ιδιαίτερα επισημαίνεται, η επίτευξη υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος 1,9% του ΑΕΠ, πολύ υψηλότερου από τον στόχο για πλεόνασμα 1,1% που είχε τεθεί για το προηγούμενο χρόνο. Στην ίδια κατεύθυνση θεωρείται σημαντική και η μείωση του χρέους κατά 10,8% του ΑΕΠ το 2023, με το υπόλοιπο να φτάνει στο τέλος του 2023 στο 161,9% του ΑΕΠ από 172,7% που ήταν στο τέλος του 2022.
Τέλος, σημειώνεται ότι η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε τον προηγούμενο χρόνο με ρυθμό 2%, που είναι μικρότερος από τον στόχο, αλλά εξασφαλίζει την σύγκλιση της Ελλάδας με την Ε.Ε.
Τάσος Δασόπουλος, Capital.gr