Ενας στους τρεις οφειλέτες µεταξύ αυτών που κάνουν αίτηση ρύθµισης του δανείου στον εξωδικαστικό µηχανισµό απορρίπτει την πρόταση που προκύπτει από την πλατφόρµα, καθώς το 18,45% µεταξύ αυτών που απέρριψαν την πρόταση ρύθµισης εκτιµά ότι αδυνατεί να την εξυπηρετήσει. Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία για την πορεία των αιτήσεων του εξωδικαστικού µηχανισµού τον Ιούνιο, µήνα που εφαρµόστηκε για πρώτη φορά το µέτρο της αιτιολόγησης από την πλευρά των οφειλετών του λόγου βάσει του οποίου απέρριψαν τη ρύθµιση.
Η δυνατότητα απόρριψης της ρύθµισης που προκύπτει από την πλατφόρµα του εξωδικαστικού βάσει ενός αλγορίθµου, αποτελεί δυνατότητα που παρέχεται τόσο στους οφειλέτες όσο και στους πιστωτές και σύµφωνα µε τα στοιχεία της Γενικής Γραµµατείας Χρηµατοπιστωτικού Τοµέα και ∆ιαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, το ποσοστό απόρριψης παραµένει υψηλό από την πλευρά των οφειλετών. Τον Ιούνιο ανήλθε στο 32% σε ό,τι αφορά τις αιτήσεις ρύθµισης για χρέη σε τράπεζες και funds, ενώ στο 19% ανήλθε το ποσοστό των απορρίψεων για τις διµερείς ρυθµίσεις, δηλαδή αυτές που αφορούν το ∆ηµόσιο. Αν και η πλειονότητα των οφειλετών δεν αιτιολόγησε την απόφαση να απορρίψει την πρόταση, µεταξύ αυτών που απάντησαν σε ποσοστό 18,45% προβάλλουν την «αδυναµία εξυπηρέτησης της πρότασης για ρύθµιση» ως πρώτη βασική αιτία και αµέσως µετά ακολουθεί η απόρριψη της ρύθµισης ως «µη συµφέρουσα πρόταση» σε ποσοστό 10,87%.
Βασική παρανόηση που χαρακτηρίζει τη διάθεση των οφειλετών για τη ρύθµιση των χρεών τους είναι το γεγονός ότι θεωρούν ότι η πρόταση που προκύπτει από τον αλγόριθµο και άρα η δόση που θα πρέπει να πληρώνουν λαµβάνει υπόψη της µόνο τα εισοδήµατά τους. Αυτό δεν ισχύει. Η πρόταση ρύθµισης βασίζεται στο σύνολο της περιουσίας τους και άρα η δόση που προκύπτει είναι συνισταµένη τόσο των εισοδηµάτων τους όσο και της αξίας της περιουσίας που διαθέτει ο οφειλέτης. Ο κανόνας αυτός βασίζεται στην αρχή ότι µετά τη ρύθµιση, ο πιστωτής δεν µπορεί να βρεθεί σε δυσχερέστερη θέση από αυτή που θα βρισκόταν σε περίπτωση που προχωρούσε σε πλειστηριασµό, αλλά και στη γενική αρχή ότι δεν µπορεί ένα δάνειο να κουρευτεί και ο οφειλέτης να διατηρήσει το σύνολο της περιουσίας του. Το στοιχείο αυτό εκτιµάται ότι αποθαρρύνει τους οφειλέτες και γι’ αυτό στις βελτιώσεις του εξωδικαστικού µηχανισµού που δροµολογεί το υπουργείο Εθνικής Οικονοµίας και Οικονοµικών εξετάζεται να δοθεί η δυνατότητα να γίνει µεγαλύτερο κούρεµα οφειλής όταν η αξία του ακινήτου υπολείπεται της αξίας του δανείου. Το σκεπτικό είναι ότι ακόµη και οι πλειστηριασµοί έχουν ενσωµατώσει τη δυνατότητα της µείωσης αρχικά στο 80% και σταδιακά έως και το 65% της τιµής πρώτης προσφοράς, εάν δεν υπάρξει ενδιαφέρον στην αρχική τιµή µε βάση την οποία βγαίνει ένα ακίνητο στον πλειστηριασµό.
Το ποσοστό απόρριψης από την πλευρά των πιστωτών είναι χαµηλότερο και σύµφωνα µε τα στοιχεία του Ιουνίου διαµορφώθηκε στο 22%, καθώς από τις 1.327 αιτήσεις εγκρίθηκαν οι 1.033. Για τη βελτίωση της εγκρισιµότητας από την πλευρά των πιστωτών προτείνεται να δοθεί η δυνατότητα ο οφειλέτης να καταβάλει ένα µέρος της οφειλής ως προκαταβολή, προκειµένου να διασφαλιστεί ότι αφενός η ρύθµιση θα «περάσει» από τον αλγόριθµο και αφετέρου ότι ο οφειλέτης θα τηρήσει τη ρύθµιση. Σύµφωνα µε στοιχεία από τις εταιρείες διαχείρισης, βασικό πρόβληµα του εξωδικαστικού είναι ότι περίπου ένας στους τρεις δεν τηρεί τη ρύθµιση που προέκυψε από την πλατφόρµα και για τον λόγο αυτό προτείνουν η σύµβαση που υπογράφεται να αποτελέσει εκτελεστό τίτλο, δηλαδή να µπορεί βάσει αυτού στη συνέχεια να προχωρήσει σε αναγκαστικά µέτρα.
Ευγενία Τζώρτζη, Καθημερινή