Σήμερα συμπληρώθηκαν δύο μήνες από την πρώτη ενημέρωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO) για μία «πνευμονία αγνώστου αιτιολογίας» στην Κίνα, δηλαδή για τον Covid-19 (novel coronavirus), που απασχολεί τώρα όλη την ανθρωπότητα.
Σήμερα δημοσιεύεται και σε ένα από τα πιο έγκριτα διεθνή ιατρικά επιστημονικά περιοδικά, το New England Journal of Medicine, το πιο κεντρικό άρθρο – editorial που υπογράφεται από έναν από τους σημαντικότερους επιχειρηματίες της γενιάς μας, τον Bill Gates.
Σε ένα άρθρο μανιφέστο, ο Bill Gates υπογραμμίζει τις δύο βασικές ευθύνες που πρέπει να αναλάβουν οι ηγέτες: να λύσουν το άμεσο πρόβλημα της επιδημίας, αλλά και να αποτρέψουν την επανάληψή της.
Στην παρούσα κρίση με την επιδημία του νέου κορωνοϊού έχουμε δύο κρίσιμα στοιχεία που μας κάνουν να αναρωτιόμαστε αν η επιδημία αυτή γίνει πανδημία και αν είναι αντίστοιχου βεληνεκούς με την γρίπη του 1918, αυτή που την περιμένουμε μία φορά ανά αιώνα.
Το πρώτο στοιχείο, κατά τον Bill Gates, είναι ότι η θνητότητα του Covid-19 είναι 1%, δηλαδή στους 100 νοσούντες ο ένας πεθαίνει.
Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι o ένας ασθενής κατά μέσο όρο μεταδίδει την ίωση σε δύο ασθενείς, δηλαδή με εκθετικό τρόπο. Ταυτόχρονα, υπάρχει ισχυρή ένδειξη ότι μπορεί να μεταδοθεί από άτομα που ασθενούν ελαφρά ή είναι και ασυμπτωματικά.
Πώς πρέπει να χειριστούμε την κατάσταση από εδώ και πέρα; O Bill Gates υπογραμμίζει:
1. Σε πολιτικό επίπεδο, είναι κρίσιμη η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών, και η προσφορά βοήθειας από τα πιο εύπορα κράτη στα πιο αδύναμα, ώστε όλοι μαζί να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την επιδημία. Τονίζεται η σημασία της ενίσχυσης των λιγότερο οικονομικά ανεπτυγμένων χωρών, ώστε τα συστήματα υγείας τους να μπορούν να ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες της επιδημίας. Η κατάρρευση των συστημάτων υγείας στις χώρες της Αφρικής και της Ανατολικής Ασίας εγκυμονεί τον κίνδυνο επιτάχυνσης της κυκλοφορίας του ιού παγκοσμίως και μεγαλύτερο αντίκτυπο της επιδημίας.
2. Σε τεχνικό επίπεδο, σύγχρονα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης μπορούν να επιταχύνουν τη διαλογή των εκατοντάδων υποψήφιων μορίων και την επιλογή των καταλληλότερων προς περαιτέρω προκλινική και κλινική ανάπτυξη, τόσο στα εμβόλια, όσο και στην κατάλληλη αντι-ιική φαρμακευτική αγωγή. Ήδη ετοιμάζονται ως και οκτώ υποψήφια εμβόλια για να δοκιμασθούν σε κλινικές μελέτες που, αν βρεθούν ασφαλή σε δοκιμές σε μοντέλα ζώων, μπορούν να δοκιμασθούν σε ανθρώπους από φέτος τον Ιούνιο.
3. Σε ερευνητικό επίπεδο, σε περιόδους κρίσης χρειάζονται ισχυρές διπλωματικές διεργασίες, ώστε να πραγματοποιηθούν εντός στενών χρονικών πλαισίων μαζικές κλινικές μελέτες στους ανθρώπους και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες αδειοδότησης αποτελεσματικών φαρμάκων.
Ταυτόχρονα, θα πρέπει να κατασκευαστούν δομές ικανές να παράγουν εμβόλια και αντιϊκά φάρμακα σε σύντομο χρονικό διάστημα και σε δόσεις ικανές να καλύψουν την παγκόσμια κοινότητα με ρυθμιστικούς κανόνες που θα παρέχουν ταχεία έγκριση, χωρίς να επηρεάζεται η ασφάλεια των ασθενών.
4. Σε οικονομικό-πολιτικό επίπεδο, ειδικές συμφωνίες απαιτούνται να ενεργοποιηθούν μεταξύ των κρατών και της φαρμακευτικής βιομηχανίας, ώστε να υπάρχει από κοινού -δημόσια και ιδιωτική- χρηματοδότηση για την ανάπτυξη νέων φαρμάκων και να μειωθεί το επενδυτικό ρίσκο.
Παράλληλα, προτείνεται να δημιουργηθούν: α. διακρατικές δομές με εκπαιδευμένο ιατρικό προσωπικό, β. συστήματα επιτήρησης των οποίων τα δεδομένα θα είναι άμεσα διαθέσιμα σε όλες τις κυβερνήσεις και γ. αποθηκευμένες προμήθειες που θα είναι διαθέσιμες στα σημεία ανάγκης.
5. Ο απώτερος στόχος είναι τελικά στην πανδημία να παρέχονται οικονομικά προσιτά φάρμακα, εμβόλια και αντι-ιικά στο σύνολο του πληθυσμού παγκοσμίως.
Και ο επίλογος του άρθρου που υπογράφεται από τον Βill Gates λέει ότι η αλλαγή των πρακτικών της ανθρωπότητας απέναντι σε απειλές, όπως ο Covid-19 απαιτεί κεφάλαια δισεκατομμυρίων. Όμως πραγματικά τα ποσά αυτά ωχριούν μπροστά στις ανθρώπινες ζωές, αλλά και στο συνολικό οικονομικό κόστος μιας πανδημίας. Ήρθε η ώρα οι ηγέτες να αναλάβουν πραγματική δράση και δεν υπάρχει ώρα για χάσιμο.
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή με φροντίδα του κ. Θάνου Δημόπουλου, καθηγητή της Ιατρικής Σχολής και πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών.