Η Ελλάδα μπορεί να αναδειχθεί σε μία από τις χώρες που θα ηγηθούν του ενεργειακού μετασχηματισμού στην Ευρώπη έως το 2030, εκτιμά το BloombergNEF (BNEF) στην τελευταία ανάλυσή του για το μέλλον της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την ανάλυση ελάχιστου κόστους του BNEF, το ελληνικό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας θα αλλάξει με ταχείς ρυθμούς την τρέχουσα δεκαετία, αυξάνοντας το μέγεθός του κατά 55% μέχρι το 2030. 

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η Ελλάδα θα αποκτήσει 18 GW νέας παραγωγικής ισχύος, 67% της οποίας θα είναι αιολική και ηλιακή, στα 7,5 GW και 4 GW αντίστοιχα. 

Συνολικά 33 δισ. δολ. πρέπει να επενδυθούν σε νέα παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα από τώρα έως το 2050, με το 92% αυτού περίπου να αφορά τεχνολογίες μηδενικού άνθρακα. Περίπου 14 δισ. δολ. επενδύονται σε νέα ανανεώσιμη δυναμικότητα τα επόμενα δέκα χρόνια – υπερδιπλασιάζοντας τα 6,5 δισ. δολ. που επενδύθηκαν στην καθαρή ενέργεια στην Ελλάδα κατά την περίοδο 2009-19. 

Μετά το 2030, σύμφωνα με το BNFE, οι μπαταρίες αποθήκευσης θα προσελκύσουν άλλα 3 δισ. δολάρια σε νέες επενδύσεις έως το 2050, καθώς πρόκειται για την πιο οικονομική επιλογή σε ένα δίκτυο με αυξανόμενη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. 
Η δυναμικότητα του φυσικού αερίου δεν χρειάζεται, σύμφωνα με την έκθεση, να αυξηθεί πέραν των 800 MW που κατασκευάζονται ήδη, καθώς η δυναμικότητα αυτή σε συνδυασμό με τις υδροηλεκτρικές μονάδες και τις νέες μπαταρίες για αποθήκευση ενέργειας, που θα προστεθούν στο δίκτυο, αρκούν.

Είναι ήδη πιο οικονομικό στην Ελλάδα να παραχθεί ηλεκτρική ενέργεια από νέους αιολικούς ή φωτοβολταϊκούς σταθμούς σε σύγκριση με νέα εργοστάσια φυσικού αερίου ή λιγνίτη, σύμφωνα με το ΒΝEF. «Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την έκθεση του BNEF βρίσκονται σε απόλυτη συμφωνία  με τους βασικούς πυλώνες της νέας στρατηγικής μας», δήλωσε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ Γιώργος Στάσσης. «Η συνεχώς αυξανόμενη ανταγωνιστικότητα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας επιβεβαιώνει και από οικονομικής πλευράς την επιλογή μας για αναδιαμόρφωση του χαρτοφυλακίου μας και μετάβαση της παραγωγής μας προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», συμπλήρωσε ο επικεφαλής της ΔΕΗ και επικέντρωσε στις προσπάθειες της επιχείρησης να αναπτύξει «μια νέα πελατοκεντρική προσέγγιση και να προσφέρει ένα ενισχυμένο χαρτοφυλάκιο προϊόντων και υπηρεσιών, χρησιμοποιώντας νέες τεχνολογίες και ψηφιακά συστήματα», αλλά και στην ετοιμότητά της «να οδηγήσει τον εξηλεκτρισμό άλλων τομέων της ενέργειας, ξεκινώντας από την ηλεκτροκίνηση».

Καθημερινή