Με σχεδόν 8 στους 10 εργοδότες να δηλώνουν πως δυσκολεύονται να προσελκύσουν ταλέντα, τους µεγαλύτερους εργοδοτικούς φορείς να δηλώνουν πως υπάρχουν σήµερα τουλάχιστον 150.000 κενές θέσεις εργασίας που δεν µπορούν να καλύψουν και τις επιχειρήσεις να θεωρούν ως µία από τις πλέον σηµαντικές προκλήσεις για τους επόµενους µήνες τη διατήρηση και ανάπτυξη ταλαντούχων στελεχών, το πρόβληµα των κενών θέσεων εργασίας αναδεικνύεται ως ένα από τα µεγαλύτερα.
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι ενώ µόλις πρόσφατα η ΕΛΣΤΑΤ παρουσίασε την εκτίµησή της για το ποσοστό ανεργίας α΄ τριµήνου 2024 στο 12,1%, εκπλήσσοντας αρνητικά ακόµη και υψηλόβαθµα κυβερνητικά στελέχη, χθες δηµοσιοποίησε τις κενές θέσεις εργασίας, 70.826 στο σύνολο της οικονοµίας, που αποτελούν αρνητικό ρεκόρ 15ετίας. Συγκεκριµένα, το αµέσως προηγούµενο δ΄ τρίµηνο του 2023 οι κενές θέσεις ήταν 41.120. Αρα µέσα σε µόλις ένα τρίµηνο προκύπτει αύξηση της τάξης του 72,2%. Ακόµη µεγαλύτερη είναι η διαφορά σε ετήσια βάση, αφού το α΄ τρίµηνο της περυσινής χρονιάς η ΕΛΣΤΑΤ κατέγραφε µόλις 32.850 κενές θέσεις – ήτοι παρατηρείται αύξηση κατά 115,6%.
Και αυτό όταν η ανεργία κατά το α΄ τρίµηνο του τρέχοντος έτους ήταν στο 12,1%, καταγράφοντας αύξηση κατά 0,3 µονάδες σε σχέση µε το αµέσως προηγούµενο τρίµηνο αλλά και κατά 1,5 µονάδα συγκριτικά µε το αντίστοιχο χρονικό διάστηµα πριν από ένα έτος. ∆ιαπιστώνεται έτσι ότι η αύξηση των κενών θέσεων εργασίας καταγράφεται σε µια περίοδο που το συνολικό ποσοστό ανεργίας όχι µόνο δεν υποχωρεί, αλλά αντίθετα καταγράφει ανοδική τάση.
Σύµφωνα µε τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η αµέσως υψηλότερη καταγραφή κενών θέσεων εργασίας, 51.613, ήταν το α΄ τρίµηνο του 2009, δηλαδή ακριβώς πριν από 15 έτη, όταν η ανεργία βρισκόταν στο 9,1%.
Σύµφωνα µε τα διαθέσιµα στοιχεία του Μηχανισµού ∆ιάγνωσης των Αναγκών της Αγοράς Εργασίας, οι περισσότερες κενές θέσεις εργασίας καταγράφονται σε σχετικές δραστηριότητες µε την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική µέριµνα (3,74% του συνόλου των µισθωτών του κλάδου), την παροχή νερού (2,76%), επαγγελµατικές, επιστηµονικές και τεχνικές δραστηριότητες (2,59%), δηµόσια διοίκηση και άµυνα (2,52%), κατασκευές (2,41%) και εκπαίδευση (2,13%). Τα στοιχεία αφορούν το γ΄ τρίµηνο του 2023 και γι’ αυτόν τον λόγο δεν υπάρχουν στις πρώτες θέσεις οι κλάδοι των καταλυµάτων - εστίασης και του χονδρικού εµπορίου. Να σηµειωθεί ότι σύµφωνα µε την Τράπεζα της Ελλάδος, οι περισσότερες κενές θέσεις στο τέλος του 2023 εντοπίζονται στο χονδρικό και το λιανικό εµπόριο (18.600) και στην παροχή καταλύµατος - εστίασης (10.700).
Η πορεία των κενών θέσεων εργασίας είναι αντιστρόφως ανάλογη από αυτήν του ποσοστού ανεργίας. Ετσι, κατά το α΄ τρίµηνο του 2021 οι κενές θέσεις εργασίας ήταν 6.685. Το β΄ τρίµηνο του 2022 οι κενές θέσεις εκτινάχθηκαν σε 27.246 και ακολούθησε το α΄ τρίµηνο του 2023 µε 32.850 κενές θέσεις, για να κλείσει το δ΄ τρίµηνο του προηγούµενου έτους µε 41.120 κενές θέσεις και να φθάσουµε στις 70.826 στο τέλος Μαρτίου 2024.
Καθώς οι εκτιµήσεις όλων των φορέων και οργανισµών είναι ότι η πορεία του ποσοστού ανεργίας θα είναι, έστω και µε βραδύτερο ρυθµό, πτωτική, οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου επισηµαίνοντας ότι οφείλουν να ληφθούν άµεσα µέτρα για την αντιµετώπιση της αναντιστοιχίας δεξιοτήτων στην ελληνική αγορά εργασίας, αλλά και την παροχή επαρκούς και ποιοτικής κατάρτισης τόσο σε αρχική όσο και σε συνεχιζόµενη βάση.
Να σηµειωθεί ότι, σύµφωνα µε την ΕΛΣΤΑΤ, οι κενές θέσεις εργασίας αφορούν µόνο µισθωτούς, είναι κενές θέσεις είτε πλήρους είτε µερικής απασχόλησης και θα πρέπει να καλυφθούν σε διάστηµα όχι µεγαλύτερο των τριών µηνών. Στον αντίποδα, δεν θεωρούνται κενές θέσεις εργασίας οι θέσεις που θα καλυφθούν από µαθητευόµενους χωρίς αµοιβή, από εργολάβους, από προσωπικό που επαναπροσλαµβάνεται ή επιστρέφει από άδεια µε ή χωρίς αποδοχές, καθώς και από εσωτερικές µετακινήσεις στην επιχείρηση του ήδη υπάρχοντος προσωπικού.
Ρούλα Σαλούρου, Καθημερινή