Μια προφυλάκιση και δυο εντάλματα σύλληψης απέφερε μέχρι στιγμής η ανακριτική διαδικασία στο πρωτοδικείο Βόλου, για υπόθεση με εξαγωγές τροφίμων που αποκαλύφθηκε το 2020 στην οποία εξαπατήθηκαν και θεσσαλικές επιχειρήσεις.
Προφυλακιστέος κρίθηκε ο φερόμενος εγκέφαλος της απάτης, ενώ οι συνεργοί του διαφεύγουν. Ο ανακριτής πάντως συνεχίζει να καλεί εμπλεκόμενους στην υπόθεση για καταθέσεις.
Οπως αναφέρει η σχετική ανακοίνωση της ΕΛΑΣ που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2020, το κύκλωμα ξεσκεπάστηκε έπειτα από πολύμηνη, μεθοδική και εμπεριστατωμένη έρευνα της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Βόλου και έκανε απάτες σε βάρος επιχειρήσεων εμπορίας και παραγωγής ειδών τροφίμων.
Συνολικά εξιχνιάστηκαν 16 περιπτώσεις απάτης, από τις οποίες 15 ήταν τετελεσμένες και μία απόπειρα, που έγιναν σε διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας.
Στην υπόθεση εμπλέκονται 11 άτομα, από τα οποία τα τέσσερα χαρακτηρίζονται κύρια μέλη της οργάνωσης και τα υπόλοιπα περιφερειακά. Κατηγορούνται για τα αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, της απάτης, της πλαστογραφίας και της αποδοχής και διάθεσης προϊόντων εγκλήματος.
Από την έρευνα οι δράστες, από τον Ιούνιο του 2018 έως τα τέλη Ιουνίου του 2019, είχαν συστήσει εγκληματική οργάνωση που έκανε συστηματικές απάτες σε βάρος επιχειρήσεων εμπορίας και παραγωγής ειδών τροφίμων σε διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας.
Συγκεκριμένα είχαν ιδρύσει εταιρεία στη Γερμανία και αφού προμηθεύτηκαν γερμανικές τηλεφωνικές συνδέσεις και δημιούργησαν στο διαδίκτυο ιστοσελίδα της εν λόγω εταιρείας, επικοινωνούσαν τηλεφωνικά με τους υπευθύνους επιχειρήσεων εταιρειών που είχαν πρόβλημα προσποιούμενοι ότι η προαναφερόμενη εταιρεία εμπορεύεται μεγάλες ποσότητες τροφίμων στη Γερμανία.
Για να πείσουν μάλιστα τα υποψήφια θύματά τους για την φερεγγυότητά τους, τους παρέπεμπαν σε ιστοσελίδα της εταιρείας που είχαν δημιουργήσει στο διαδίκτυο, ενώ μετά τη σύναψη της εκάστοτε συμφωνίας σχετικά με αγοραπωλησία προϊόντων, τους απέστελλαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου πλαστά παραστατικά πληρωμής – μεταφοράς. Η αποστολή αυτών γινόταν κυρίως την ημέρα της Παρασκευής, ώστε τα θύματα να μην μπορούν να επιβεβαιώσουν την κατάθεση των χρημάτων και βασιζόμενοι στους ισχυρισμούς των δραστών, τους απέστελλαν τα προϊόντα τους με προορισμό τη Γερμανία.
Μετά την έναρξη κάθε δρομολογίου μεταφοράς, οι δράστες έλεγχαν και άλλαζαν την πορεία του δρομολογίου, κάνοντας αδύνατο τον εντοπισμό του τελικού προορισμού και τον παραλήπτη του.
Επιπλέον, προκειμένου να διοχετεύσουν στην αγορά τα προϊόντα που παραλάμβαναν από τις απάτες που έκαναν, οι δράστες ίδρυσαν στην Ελλάδα εικονική επιχείρηση, που λειτουργούσε ως «βιτρίνα» και μεταπωλούσαν τα προϊόντα των απατών σε τρίτους αγοραστές, σε χαμηλές για την αγορά τιμές, αποκομίζοντας παράνομα χρήματα.
Όπως υπολογίζεται η οικονομική ζημιά που υπέστησαν οι επιχειρήσεις φτάνουν τα 523.604 ευρώ.
Κατά τις έρευνες που διενεργήθηκαν, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν τιμολόγια αγοράς και δελτία αποστολής προϊόντων, χειρόγραφες σημειώσεις, τραπεζικές επιταγές, καθώς και ένας φορητός ηλεκτρονικός υπολογιστής («laptop»).
Επιπρόσθετα, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν συνολικά 29 τόνοι και 586 κιλά εμπορευμάτων (ζάχαρη και ζυμαρικά), τα οποία αποτελούσαν μέρος των προϊόντων απάτης και τα οποία επιστράφηκαν τους νόμιμους δικαιούχους τους.».
Z.H thessaliaeconomy.gr