Aυξήσεις 5%-10% προβλέπεται να ισχύσουν από τις αρχές του 2024 στις τιμές των εισιτηρίων της ακτοπλοΐας στις μακρινές διαδρομές, όπως της Κρήτης και της Αδριατικής, καθώς οι εταιρείες θα επιβαρυνθούν με πρόσθετο κόστος λόγω δικαιωμάτων ρύπων, σύμφωνα με την Καθημερινή.
Μπορούν οι τιµές των εισιτηρίων της ακτοπλοΐας στις µακρινές διαδροµές, όπως οι γραµµές της Κρήτης και της Αδριατικής, να αυξηθούν ακόµη και αν υποχωρήσουν οι τιµές των ναυτιλιακών καυσίµων; Η απάντηση είναι ναι. Και κατά πάσα βεβαιότητα αυτό θα συµβεί από τις αρχές του 2024 εξαιτίας του κανονισµού Fueleu Maritime και του συστήµατος εµπορίας ρύπων ETS (Emission Tradingsystem).
Τα πλοία που κάνουν δροµολόγια προς προορισµούς µε περισσότερους από 200.000 κατοίκους υποχρεώνονται από την 1η Ιανουαρίου να αγοράζουν δικαιώµατα για τις εκποµπές διοξειδίου του άνθρακα που πραγµατοποιούν. Τι σηµαίνει αυτό για τον επιβάτη; Μένει να διαπιστωθεί πόσο από αυτό το κόστος µπορεί να απορροφήσουν οι ακτοπλοϊκές εταιρείες, ωστόσο είναι λογικό κάποιος να περιµένει αυξήσεις από 5% έως 10% στους ναύλους για τα εισιτήρια προς Αδριατική και Κρήτη, εξηγούν κύκλοι της ακτοπλοϊκής βιοµηχανίας. Επίσης, µένει ακόµη να διευκρινιστεί το κατά πόσον οι εταιρείες θα επιµερίσουν όσο από αυτό το κόστος µπορούν µόνο στα συγκεκριµένα δροµολόγια ή αν θα το περάσουν οριζοντίως στο σύνολο της αγοράς.
Ο κύριος στόχος της πρωτοβουλίας Fueleu Maritime, ως βασικό µέρος του πακέτου Fit for 55 της Ε.Ε., είναι να αυξήσει τη ζήτηση και τη συνεπή χρήση ανανεώσιµων πηγών καυσίµων και καυσίµων χαµηλών εκποµπών άνθρακα και να µειώσει τις εκποµπές αερίων του θερµοκηπίου από τον ναυτιλιακό τοµέα, διασφαλίζοντας παράλληλα την οµαλή λειτουργία της θαλάσσιας κυκλοφορίας και την αποφυγή στρεβλώσεων στην εσωτερική αγορά.
Για την Ελλάδα έχει δοθεί εξαίρεση έως τις 31 ∆εκεµβρίου του 2029 στα πλοία της ακτοπλοΐας που προσεγγίζουν λιµάνια νησιών µε λιγότερους από 200.000 κατοίκους. Ωστόσο, τα πλοία που εκτελούν δροµολόγια στις γραµµές Πάτρας - Ιταλίας και σε νησιά άνω των 200.000 κατοίκων, όπως η Κρήτη, από το 2024 θα πρέπει να εφαρµόζουν τους δύο κανονισµούς της Ε.Ε.
Σύµφωνα µε το σύστηµα εµπορίας ρύπων ETS, η κάθε ακτοπλοϊκή εταιρεία θα πρέπει να αγοράζει, για κάθε τόνο καυσίµου που καίει, τη χρηµατιστηριακή αξία του διοξειδίου του άνθρακα που εκπέµπει, εξηγεί η εξειδικευµένη συµβουλευτική εταιρεία XRTC. Παράλληλα, η εφαρµογή του κανονισµού Fueleu Maritime υποχρεώνει τα πλοία της ακτοπλοΐας να καταναλώνουν καύσιµα χαµηλής περιεκτικότητας σε θείο, που είναι και ακριβότερα από το κοινό µαζούτ.
Ενώ όµως στην ποντοπόρο ναυτιλία το πλεονέκτηµα της εξαγοράς εµπορίας ρύπων ETS είναι ότι η ευθύνη αυτή περνά στον ναυλωτή (µε βάση την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει»), κάτι τέτοιο είναι δύσκολα εφαρµόσιµο στην ακτοπλοΐα, αφού αφενός οι ίδιες οι εταιρείες είναι και οι διαχειριστές των πλοίων και αφετέρου ο ναυλωτής είναι ο επιβάτης ή η µεταφορική εταιρεία που µεταφέρει εµπορεύµατά της.
Το ETS θέτει ανώτατο όριο στις ποσότητες CO2 που µπορούν να εκπέµπουν οι υπόχρεοι σε αυτό. Και από τις αρχές του 2024 υπόχρεη θα είναι και η ακτοπλοΐα, αρχικά για τις µακρινές γραµµές σε µεγάλους προορισµούς και από το 2029 σε όλα τα ταξίδια.
Hλίας Γ. Μπέλλος, Καθημερινή