Οι εθνικές εκλογές του 2023 στην Ελλάδα μπαίνουν πλέον έντονα στην «εξίσωση» των εκτιμήσεων των διεθνών αναλυτών για τις επιδόσεις της χώρας, με την JP Morgan να τις θεωρεί «κομβικό» σημείο σε ό,τι αφορά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, αλλά και την πορεία των ελληνικών ομολόγων.
Η αμερικανική τράπεζα εκτιμά πως η Ελλάδα είναι πιθανό να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα μετά τις κάλπες, στα τέλη του 2023 ή στις αρχές του 2024. Ετσι συστήνει κτίσιμο θετικών θέσεων (overweight) στα ελληνικά κρατικά ομόλογα, αλλά μετεκλογικά. Αν και βλέπει περιορισμένο πολιτικό κίνδυνο στη χώρα –και συνολικά εκτιμά πως το 2023 θα είναι μια πιο ήρεμη χρονιά στην Ευρωπαϊκή Ενωση χωρίς ουσιαστικούς λαϊκιστικούς ή αντιευρωπαϊκούς κινδύνους από τις επερχόμενες εκλογές σε πολλές χώρες, ενώ στο βασικό της σενάριο η Νέα Δημοκρατία παραμένει στην κυβέρνηση–, ωστόσο θεωρεί ότι ο νέος εκλογικός νόμος «θολώνει» το τοπίο για τους επενδυτές και αυξάνει την αβεβαιότητα.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο «πολιτικός κίνδυνος» έχει ήδη επισημανθεί από οίκους, αλλά και θεσμούς. Η Moody’s έχει αναφέρει πως αν και ο κίνδυνος σημαντικής αλλαγής της οικονομικής πολιτικής είναι χαμηλός, ωστόσο εκτιμά πως θα διεξαχθούν δύο γύροι εκλογών και ο σχηματισμός της επόμενης κυβέρνησης της Ελλάδας θα είναι μια μακρά διαδικασία, αρκετών εβδομάδων ή και περισσότερο, λόγω του νέου εκλογικού νόμου.
Η Κομισιόν χτύπησε αυτή την εβδομάδα «καμπανάκι» ότι το κόστος των μέτρων στήριξης κατά της ενεργειακής κρίσης στην Ελλάδα ήταν από τα υψηλότερα στην Ε.Ε., αλλά τα περισσότερα από αυτά δεν ήταν στοχευμένα, ενώ σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ενδεχόμενη δημοσιονομική αστοχία μπορεί να καθυστερήσει και την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή επισήμανε από την πλευρά του τον πολιτικό κίνδυνο που μπορεί να προέλθει από τις πιθανές δυσκολίες σχηματισμού κυβέρνησης εξαιτίας των πολιτικών συσχετισμών και του οξυμένου κλίματος.
Σε ό,τι αφορά την άποψη της JP Morgan, οι εκλογές στην Ελλάδα, οι οποίες θα διεξαχθούν έως τον Ιούλιο του 2023, ενέχουν αβεβαιότητα, καθώς είναι οι πρώτες έπειτα από μια-δυο δεκαετίες στις οποίες δεν θα υπάρχει το μπόνους των 50 εδρών για το κόμμα που θα κερδίσει την πλειοψηφία. Οπως επισημαίνει, το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας εξακολουθεί να προηγείται στις δημοσκοπήσεις, με ποσοστό περίπου 35% έναντι του 28% για τον ΣΥΡΙΖΑ, με αυτό το αποτέλεσμα να είναι αρκετά παρόμοιο με αυτό των εκλογών του 2019. Ωστόσο, όπως τονίζει, χωρίς το μπόνους των 50 εδρών η Νέα Δημοκρατία πιθανότατα δεν θα καταφέρει να λάβει την πλειοψηφία των βουλευτικών εδρών.
Η εκτίμηση της JP Morgan είναι ότι η Νέα Δημοκρατία θα κερδίσει τις εκλογές και θα σχηματίσει ενδεχομένως κυβέρνηση συνασπισμού, συνεχίζοντας να προσφέρει μια εποικοδομητική πολιτική ατζέντα. Ωστόσο βλέπει παράλληλα και κινδύνους. Ο μεγαλύτερος είναι ο σχηματισμός του πλειοψηφικού συνασπισμού να αποτελέσει μία χρονοβόρα διαδικασία, καθώς ο αριθμός των πιθανών συμμαχικών κομμάτων είναι περιορισμένος. Επίσης, υπάρχει ο κίνδυνος η Νέα Δημοκρατία να χρειαστεί να κυβερνήσει τη χώρα με κυβέρνηση μειοψηφίας. Πάντως, κάτι που προκαλεί αίσθηση είναι πως η JP Morgan δεν μιλάει καθόλου για διπλές κάλπες, τη στιγμή που οι περισσότεροι οίκοι λόγω του νέου εκλογικού νόμου προβλέπουν δύο εκλογικούς γύρους στη χώρα…
Το παραπάνω «θολό» τοπίο που δημιουργεί η εκλογική διαδικασία αναμένεται να ασκήσει πιέσεις στα ελληνικά ομόλογα, όπως εκτιμά η αμερικανική τράπεζα, πέραν των πιέσεων που αναμένονται γενικότερα σε όλα τα ομόλογα της Ευρωζώνης το πρώτο τρίμηνο του 2023 λόγω της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας στο μακροοικονομικό μέτωπο και το μέτωπο της νομισματικής πολιτικής, τις πιέσεις στην προσφορά ομολόγων και την ποσοτική σύσφιγξη (QT) που θα εφαρμόσει η ΕΚΤ. Ωστόσο, με βάση και το κεντρικό της σενάριο ότι η νέα κυβέρνηση δεν θα παρεκκλίνει σημαντικά από την τρέχουσα πορεία πολιτικής, η JP Morgan τονίζει ότι οι εκλογές αναμένεται να αποτελέσουν μία ελκυστική ευκαιρία εισόδου στα ελληνικά ομόλογα για τους επενδυτές. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, το spread των ελληνικών 10ετών ομολόγων από τις 224 μ.β. σήμερα, στο α΄ τρίμηνο του 2023 θα κινηθεί στις 225 μ.β., το β΄ τρίμηνο στις 235 μ.β., το γ΄ τρίμηνο στις 200 μ.β. και το δ΄ τρίμηνο θα υποχωρήσει σημαντικά στις 185 μ.β.
Παράλληλα, όπως υποδηλώνουν οι προβλέψεις της JP Morgan, το προεκλογικό σκηνικό αναμένεται να καθυστερήσει και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, καθώς η επίτευξη αυτού του οροσήμου «είναι πιθανή μετά τις εκλογές, στα τέλη του 2023 ή στις αρχές του 2024».
Πάντως, αυτό είναι κάτι που εκτιμάται ευρέως, καθώς οι οίκοι αξιολόγησης έχουν την τάση γενικότερα να περιμένουν μέχρι να διαμορφωθεί το νέο πολιτικό σκηνικό (εάν μία χώρα είναι σε εκλογική περίοδο) προτού προχωρήσουν στο επόμενο βήμα.
Ελευθερία Κουρταλή (Καθημερινή)