Σε εγρήγορση για τη διασφάλιση και της επάρκειας φυσικού αερίου λόγω της στενότητας που παρατηρείται διεθνώς από την υψηλή ζήτηση κυρίως των χωρών της Ασίας βρίσκεται η κυβέρνηση, παράλληλα με την αναζήτηση αυξημένων κονδυλίων για την επιδότηση των λογαριασμών ρεύματος και αερίου, καθώς οι συνεχιζόμενες αυξήσεις ανατρέπουν τα αρχικά σενάρια για βραχυπρόθεσμες επιδοτήσεις. Η αποκλιμάκωση των τιμών δεν πρόκειται να έρθει πριν από τον Απρίλιο με βάση τις τιμές κλεισίματος των προθεσμιακών συμβολαίων φυσικού αερίου για το πρώτο τρίμηνο του έτους, που παραμένουν στα 90 ευρώ η μεγαβατώρα, αύξηση κατά 400% σε σύγκριση με τις αρχές του έτους και 50% σε διάστημα ενός μήνα, εξέλιξη που καθιστά αναγκαία μέτρα αναχαίτισης των αυξήσεων για διάστημα τουλάχιστον επτά μηνών. Τα ήδη αυξημένα κονδύλια για την επιδότηση του ρεύματος των 200 εκατ. ευρώ που η κυβέρνηση θα διαθέσει μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, μοιάζουν πλέον με ασπιρίνη ακόμη και για το τετράμηνο Σεπτεμβρίου Δεκεμβρίου αφού οι τιμές μέχρι το τέλος του έτους αναμένεται να τριπλασιαστούν.
Η άσκηση αναχαίτισης των αυξήσεων και προστασίας των καταναλωτών δυσκολεύει ακόμη περισσότερο, καθώς αρχίζει η περίοδος θέρμανσης, με το φυσικό αέριο να διατίθεται στην αγορά σε διπλάσια τιμή από πέρυσι (πάνω από 8 ευρώ η μεγαβατώρα έναντι 4,5 ευρώ), με βάση τα μέχρι τώρα δεδομένα στη διεθνή αγορά, και το πετρέλαιο θέρμανσης τουλάχιστον κατά 35% ακριβότερο από πέρυσι (1,10 ευρώ το λίτρο από 0,80 ευρώ πέρυσι). Η δε χονδρεμπορική τιμή ρεύματος κυμαίνεται πλέον σταθερά πάνω από τα 120 ευρώ η μεγαβατώρα, αυξημένη κατά 164% συγκριτικά με τον Αύγουστο του 2020 (46,14 ευρώ) και κατά 90% με τον Αύγουστο του 2019 (64,2 ευρώ).
Η κυβέρνηση με την τροπολογία που κατέθεσε την περασμένη Πέμπτη για την εφαρμογή των μέτρων κοινωνικής πολιτικής που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη ΔΕΘ, επισημοποίησε την πρόθεσή της για επιδότηση και του λογαριασμού φυσικού αερίου, ανεξάρτητα από την αύξηση του επιδόματος θέρμανσης κατά 20%. Πρόθεση, σύμφωνα με κύκλους του ΥΠΕΝ, είναι η οριζόντια επιδότηση των συνολικά 550.000 καταναλωτών φυσικού αερίου. Το ύψος της επιδότησης θα εξαρτηθεί από τα κονδύλια που αναζητούνται μέσω του κρατικού προϋπολογισμού και σύμφωνα με πληροφορίες το σενάριο που εξετάζεται είναι ένα εύρος της τάξης των 35-45 ευρώ η μεγαβατώρα, για την οποία θα απαιτηθούν κονδύλια ύψους 63-100 εκατ. ευρώ για να μετριαστούν οι αυξήσεις μέχρι και το τέλος του έτους.
Πέραν του προϋπολογισμού και των εσόδων από τις δημοπρασίες δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων, τα συναρμόδια υπουργεία αρχίζουν να εξετάζουν τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίων από κάθε διαθέσιμο ταμείο. Οι συνθήκες τούς υποχρεώνουν να ξανασκεφτούν τον πλεονασματικό Ειδικό Λογαριασμό των ΑΠΕ που απέφυγαν να αγγίξουν αρχικά, τον λογαριασμό των ΥΚΩ (Υπηρεσιών Κοινής Ωφελείας) αλλά και να επανεξετάσουν τα περιθώρια μείωσης των τελών δικτύου συστήματος και διανομής τόσο του ηλεκτρισμού όσο και του αερίου. Βέβαιο θεωρείται επίσης ότι στην περίπτωση του φυσικού αερίου θα κληθεί να βάλει «πλάτη» και η ΔΕΠΑ απορροφώντας μέρος των αυξήσεων κατά τον τρόπο που το έκανε η ΔΕΗ στο ρεύμα. Είναι κοινή η εκτίμηση, ωστόσο, τόσο στην αγορά όσο και εσωτερικά στην κυβέρνηση ότι χωρίς μια παρέμβαση σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο δεν υπάρχει αποτελεσματικός τρόπος αναχαίτισης των αυξήσεων που έρχονται.
Η μεγάλη ανησυχία της αγοράς είναι η διόγκωση ανεξόφλητων οφειλών αφού όλοι αντιλαμβάνονται τις δυσκολίες ενός νοικοκυριού ή μιας επιχείρησης να πληρώσει διπλάσιο κόστος ρεύματος ακόμη και αν πρόκειται για τον πλέον συνεπή πελάτη, καθώς μέχρι τον Απρίλιο θα πρέπει να εξοφλήσει τουλάχιστον τέσσερις φουσκωμένους λογαριασμούς. Τα ανεξόφλητα θα αποτελέσουν μια πρόσθετη πίεση για τις εταιρείες προμήθειας που καλούνται να αντεπεξέλθουν σε πρωτόγνωρες συνθήκες.
Το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο για τις μη καθετοποιημένες εταιρείες του κλάδου, κάποιες εκ των οποίων φαίνεται να βρίσκονται στο «κόκκινο», κάτι που επιβεβαίωσε και ο πρόεδρος της ΡΑΕ, καθηγητής Δαγούμας. Μίλησε για μικρό αριθμό εταιρειών με υψηλές επισφάλειες, που δεσμεύτηκαν ότι θα κάνουν αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για να καταβάλουν τις απαιτούμενες εγγυήσεις μέχρι τις 20 Οκτωβρίου για τα έσοδα που εισπράττουν για λογαριασμό του ΔΕΔΔΗΕ και του ΔΑΠΕΕΠ.
Αυτό που από πολλές πλευρές επιβεβαιώνεται από την αγορά είναι ότι τρεις μικρές αναζητούν σωσίβιο χτυπώντας τις πόρτες των μεγάλων για να εξαγοραστούν. «Γιατί να αγοράσουμε ζημιές και να φορτωθούμε πελατολόγιο με σταθερές τιμές σε χαμηλά επίπεδα», απαντούν οι τοποθετημένοι στην αγορά μεγάλοι παίκτες. Με βάση πάντως τον κώδικα λειτουργίας της αγοράς, η ΡΑΕ θα πρέπει να ανακαλέσει τις άδειες εταιρειών που δεν θα καταθέσουν εγγυητικές επιστολές. Σε αυτή την περίπτωση οι καταναλωτές που θα βρεθούν χωρίς προμηθευτή θα περάσουν αυτόματα στην Elpedison, που έχει αναλάβει για αυτή την περίοδο ρόλο «τελευταίου καταφυγίου» μέσω διαγωνισμού, όπου και έχουν δικαίωμα να παραμείνουν για ένα δίμηνο μέχρι να επιλέξουν νέο προμηθευτή.
Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή