Δυσοίωνες είναι οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις τιμές στην ενέργεια, για τις οποίες προβλέπει ότι θα παραμείνουν «ασταθείς και σε υψηλά επίπεδα τουλάχιστον έως το 2023». Στην έκθεση η Κομισιόν συνιστά επιτάχυνση των επενδύσεων σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά και μέτρα στήριξης των καταναλωτών.
Για παρατεταμένη ακρίβεια και υψηλό πληθωρισμό προειδοποιεί η Ε.Ε., καθώς εκτιμά ότι οι τιμές ενέργειας, που αποτελούν τον κύριο μοχλό τροφοδότησής τους, θα παραμείνουν «ασταθείς και σε υψηλά επίπεδα τουλάχιστον μέχρι το 2023». Στην έκθεση προς τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα που δημοσιοποίησε χθες, η Επιτροπή εκτιμά ότι η κατάσταση που διαμορφώνεται το επόμενο διάστημα απαιτεί πρόσθετη δράση και συντονισμό των κρατών-μελών για τη μείωση των τιμών και προτείνει νέα μέτρα. Προειδοποιεί ότι η ενεργειακή κρίση –που πυροδοτήθηκε από τις υψηλές τιμές του φυσικού αερίου και κλιμακώθηκε από την επιδείνωση των σχέσεων με τον κύριο προμηθευτή αερίου της Ευρώπης, τη Ρωσία– έχει χειροτερέψει από το φθινόπωρο και θα διαρκέσει περισσότερο από το αναμενόμενο, έως το 2023. Οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου είναι περίπου 400% υψηλότερες από ό,τι πριν από ένα χρόνο και οι τιμές χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας ακολούθησαν το ίδιο μοτίβο, αυξάνοντας κατά 260%. Αυτό έχει οδηγήσει σε άνοδο των λιανικών τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες είναι αυξημένες κατά 51% και 30% αντιστοίχως σε σχέση με πέρυσι και θα συνεχίσουν να προσεγγίζουν τις τιμές χονδρικής.
Οι τιμές έχουν ήδη «χτυπήσει» βιομηχανίες έντασης ενέργειας και πιθανότατα θα αυξήσουν τις τιμές σε άλλα προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των τροφίμων, ενώ θα επηρεάσουν δυσανάλογα ευάλωτους καταναλωτές και θα αυξήσουν την ενεργειακή φτώχεια, που έπληξε περισσότερα από 35 εκατ. νοικοκυριά το 2020, ενώ ενδέχεται να υπάρξουν περαιτέρω προσωρινές απολύσεις και απώλειες θέσεων εργασίας. Η Ε.Ε. συνιστά περαιτέρω αξιοποίηση από τα κράτη-μέλη της νομοθεσίας για την ενίσχυση των ευάλωτων νοικοκυριών κάνοντας χρήση των εσόδων από τις δημοπρασίες ρύπων, από τις οποίες μόνο το 2021 κέρδισαν περισσότερα από 30 δισ. ευρώ, ποσό διπλάσιο από το 2020. Για τις επιχειρήσεις συνιστά την ενεργοποίηση του νέου πλαισίου κρατικών ενισχύσεων που ενέκρινε τον Ιανουάριο του 2022, που παρέχουν ευελιξία για την ελάφρυνση του ενεργειακού κόστους για ένα ευρύ φάσμα ενεργοβόρων βιομηχανιών.
«Οι κανόνες της Ε.Ε. για τις κρατικές ενισχύσεις προσφέρουν στα κράτη-μέλη ένα ευρύ φάσμα δυνατοτήτων παροχής βραχυπρόθεσμης ανακούφισης στις εταιρείες που πλήττονται από τις υψηλές τιμές της ενέργειας και μπορούν να συμβάλουν στη μείωση της έκθεσής τους στη μεταβλητότητα των τιμών της ενέργειας μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα», αναφέρει η Επιτροπή.
Η λύση στην αστάθεια των τιμών, σύμφωνα με την Επιτροπή, βρίσκεται στις ΑΠΕ, όμως διαπιστώνει ότι οι επενδύσεις δεν βρίσκονται στο επίπεδο που απαιτείται, γι’ αυτό και προτείνει συντονισμένη δράση για την επιτάχυνσή τους. Οπως αναφέρει, τον Ιούνιο θα εγκρίνει σύσταση σχετικά με την αδειοδότηση έργων ΑΠΕ που θα αφορά ζητήματα όπως η αποσαφήνιση ευθυνών μεταξύ των αδειοδοτούντων αρχών, ορόσημα για την έκδοση αδειών καθώς και μηχανισμό παρακολούθησης. «Εάν δεν υπάρξει μαζική επιτάχυνση της πράσινης μετάβασης, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε. θα εξαρτηθούν σημαντικά από τις τιμές του φυσικού αερίου τουλάχιστον έως το 2030», σημειώνει.
Αναφέρει επίσης ότι θα παρέχει καθοδήγηση σχετικά με την αναδιάρθρωση των παρωχημένων καθεστώτων στήριξης έργων ΑΠΕ. «Αυτά τα προγράμματα συχνά χρηματοδοτούνται από τους καταναλωτές και οδηγούν σε ώθηση της τιμής ηλεκτρικής ενέργειας. Θα πρέπει να επανασχεδιαστούν για να αποφευχθεί η υπερβολική αντιστάθμιση», σημειώνει η Επιτροπή και προκρίνει τις συμβάσεις διαφορικής προσαύξησης, σύμφωνα με τις οποίες ο επενδυτής λαμβάνει επιδότηση όταν η τιμή της αγοράς είναι χαμηλή, αλλά πρέπει να επιστρέψει την επιδότηση όταν η τιμή της αγοράς είναι υψηλή.
Η Επιτροπή ανοίγει επίσης το παράθυρο για χρηματοδότηση μέτρων στήριξης μέσω της επιβολής φορολογίας στην ενέργεια χαμηλού λειτουργικού κόστους. Επισημαίνει ότι στις αγορές χονδρικής οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με αέριο καθορίζουν την αγοραία τιμή κάθε φορά ως οι πιο ακριβές μονάδες που χρειάζονται για να διασφαλιστεί ότι η προσφορά ανταποκρίνεται στη ζήτηση, για να καταλήξει ότι το υψηλό κόστος φυσικού αερίου ως εισροή για σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με αέριο έχει μεταφραστεί σε υψηλές χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος, οι οποίες με τη σειρά τους συνεπάγονται υψηλά και απροσδόκητα κέρδη για όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά, ανεξάρτητα από το κόστος λειτουργίας τους. Αναφέρει ως τέτοιο παράδειγμα τις ΑΠΕ και σημειώνει ότι τα κράτη-μέλη θα μπορούσαν σε αυτή την τρέχουσα κρίση να αντλήσουν μέρος αυτών των πρόσθετων κερδών μέσω ειδικών φορολογικών κινήτρων για να χρηματοδοτήσουν μέτρα στήριξης.
Οι δράσεις της Επιτροπής περιλαμβάνουν επίσης μέτρα για τη βελτίωση της ανθεκτικότητας του εφοδιασμού με φυσικό αέριο της Ευρώπης. Προτείνει μια νομική απαίτηση για τις χώρες της Ε.Ε., να διασφαλίζουν ένα ελάχιστο επίπεδο αποθήκευσης φυσικού αερίου έως τις 30 Σεπτεμβρίου κάθε έτους. Για τη διασφάλιση συνεχών προμηθειών και καλύτερης προετοιμασίας για τον επόμενο χειμώνα θα υπάρξει ένα «Σχέδιο Αέριο για τον Χειμώνα» για τη στήριξη της ασφάλειας του εφοδιασμού «με κίνητρα και υποχρεώσεις για στρατηγική αποθήκευση».
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ξεκινήσει ένα πιλοτικό έργο φέτος για να υποστηρίξει τις χώρες και τους φορείς της Ε.Ε. στην πραγματοποίηση κοινών προμηθειών για την πλήρωση της αποθήκευσης μέχρι το ελάχιστο απαιτούμενο στρατηγικό επίπεδο.
Η Κομισιόν επισημαίνει και τη συμβολή του LNG στη διαφοροποίηση των προμηθειών από το ρωσικό αέριο, που αποδείχθηκε πολύτιμη τους τελευταίους μήνες, και σημειώνει ότι θα υποστηρίξει τις προσπάθειες ενεργειακής διπλωματίας και τον διάλογο με χώρες παραγωγής, κατανάλωσης και διαμετακόμισης ορυκτών αερίων, όπως οι ΗΠΑ, το Κατάρ, η Ιαπωνία, η Αίγυπτος, το Αζερμπαϊτζάν και η Τουρκία. Αναφέρει, τέλος, ότι διερευνά «πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις ευρωπαϊκές αγορές φυσικού αερίου και ιδίως από τη ρωσική εταιρεία παροχής αερίου Gazprom», επισημαίνοντας ότι επιδεικνύει «ασυνήθιστη επιχειρηματική συμπεριφορά».
Χρύσα Λιάγγου Καθημερινή