Το ακριβότερο πετρέλαιο δεν αποτελεί πονοκέφαλο μόνο για τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες του κόσμου εξαιτίας της επίδρασής του στον πληθωρισμό, αλλά και για τις αεροπορικές εταιρείες. Στην Ευρώπη όσοι ταξιδεύουν με αεροπλάνο μπορεί να κληθούν να καταβάλουν υψηλότερο τίμημα για τα εισιτήριά τους λόγω του ακριβού καυσίμου – συν τοις άλλοις αυτή η εξέλιξη οδηγεί σε περιστολή των διογκωμένων κερδών των αερομεταφορέων, ειδικά εάν το αργό φθάσει στα 95 δολάρια το βαρέλι, στα υψηλότερα επίπεδα για το 2023, όπως αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμά της η εφημερίδα των Financial Times. Αιτία θεωρείται η μείωση της παραγωγής και των εξαγωγών από τις μεγάλες πετρελαιοπαραγωγές χώρες, ήτοι τη Σαουδική Αραβία και τη Ρωσία.
Μια σειρά αεροπορικών εταιρειών από τις Ηνωμένες Πολιτείες υποχρεώθηκαν ακριβώς εξαιτίας αυτής της κατάστασης να προειδοποιήσουν μαζικά για τον αντίκτυπό της στην κερδοφορία τους, ενώ οι τιμές των μετοχών τους υποχώρησαν. Το ίδιο συνέβη και με τις αεροπορικές στη Γηραιά Ηπειρο και παρά το γεγονός ότι ο κλάδος ολοκλήρωσε ένα πολύ δυναμικό καλοκαίρι, το οποίο και απέφερε υψηλότατα κέρδη.
Εν τω μεταξύ, τα αεροπορικά εισιτήρια είχαν ήδη σημειώσει άνοδο από τις αρχές του τρέχοντος έτους, διότι εκδηλώθηκε ζωηρή ζήτηση για μετακινήσεις σε μια περίοδο κατά την οποία η προσφορά αεροσκαφών είχε περιοριστεί λόγω των συνταξιοδοτήσεων κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των ελλείψεων στην τροφοδοτική αλυσίδα. Ειδικότερα, ο Τόπι Μάνερ, διευθύνων σύμβουλος της φινλανδικής αεροπορικής Finnair, τόνισε ότι αναμένει οι τιμές των ναύλων να αυξηθούν περαιτέρω ως απάντηση στο ότι οι εταιρείες αντιμετωπίζουν πρωτοφανείς υψηλές τιμές όταν προμηθεύονται κηροζίνη. «Σε ένα περιβάλλον όπου τα καύσιμα έχουν υψηλό τίμημα, προφανώς πρέπει να αποτυπωθεί αυτή η κατάσταση και στα εισιτήρια», είπε.
Από την πλευρά του ο αναλυτής του κλάδου της αεροναυπηγικής στην Barclays, Αντριου Λόμπενμπεργκ, προσέθεσε ότι αναμένει αύξηση ναύλων από τις αεροπορικές εταιρείες στη Γηραιά Ηπειρο, καθώς αυτές μειώνουν τα παρεχόμενα δρομολόγια λόγω υψηλότερων δαπανών. Το χειρότερο όλων είναι ότι οι αερομεταφορείς καταβάλλουν προσαύξηση για τα καύσιμά τους, τα οποία εκτινάχθηκαν στα 130 δολάρια το βαρέλι, όπως επισημαίνουν οι Financial Times. Ο Φρανσέσκο ντι Σάλβο, στέλεχος της S&P Global Platts, εταιρείας η οποία ασχολείται με την καταγραφή και παρακολούθηση των τιμών στην αγορά εμπορευμάτων, τονίζει ότι οι τιμές καυσίμων των αεροσκαφών έχουν ζωηρή εκτίναξη διότι η ζήτηση για ταξίδια είναι μεγάλη και παρατηρείται δομικό έλλειμμα κηροζίνης στην Ευρώπη εξαιτίας της μείωσης στην παραγωγή του ΟΠΕΚ, των κυρώσεων της Δύσης εις βάρος της Ρωσίας, καθώς και της δυναμικής ζήτησης για άλλα προϊόντα διύλισης, όπως είναι το ντίζελ.
Ωστόσο, ο κ. Λόμπενμπεργκ διασαφήνισε πως οι ευρωπαϊκοί αερομεταφορές έχουν ένα σημαντικότατο πλεονέκτημα εν συγκρίσει με άλλους ανταγωνιστές τους σε διεθνή κλίμακα, διότι αγοράζουν με τέτοιον τρόπο το καύσιμό τους ώστε να θωρακιστούν από άγριες διακυμάνσεις τιμών. Συν τοις άλλοις, υπάρχουν ενδείξεις ότι η ακόμη υφιστάμενη υψηλή ζήτηση για μετακινήσεις θα στηρίξει τα ακριβότερα εισιτήρια. Λόγου χάριν, οι αερομεταφορείς στην Ευρώπη «αγοράζουν προστασία» και κάνουν πρόβλεψη για το 60%-80% των αναμενόμενων αναγκών τους σε καύσιμα για το τελευταίο τρίμηνο του 2023 και για το 16%-45% του 2024, όπως υπολογίζουν αναλυτές της Barclays.
Kαθημερινή