Ωραίο πράγμα το επιχειρείν - όσο βέβαια πηγαίνει καλά. Είναι να μην πέσεις, γιατί αν πέσεις και δεν καταφέρεις να σηκωθείς οι ευεργετηθέντες θα σε χτυπάνε πρώτοι… Η ιστορία του Πέτρου Κωστόπουλου, ως επιχειρηματία και εκδότη, είναι διδακτική. Σήμερα δουλεύει ως dj ενώ ετοιμάζει και συνεταιρικό…σαντουϊτσάδικο στο Κολωνάκι. Το παλεύει όπως μπορεί, με πολύ αξιοπρέπεια, στα 63 του πια. Έχουμε έναν επιπλέον λόγο ως thessaliaeconomy.gr να αναφερθούμε σε εκείνον. O Κωστόπουλος παραμένει πάντα Θεσσαλός, ένας φανατικός Βολιώτης.
Το κείμενο που ακολουθεί γράφτηκε από την Αλεξάνδρα Τσόλκα, μια από τις καλές πένες των περιοδικών. Η ίδια άλλωστε τον γνωρίζει καλά γιατί δούλεψε για πολλά χρόνια στο συγκρότημά του:
«Πέτρος Κωστόπουλος: Dj, Deli σαντουϊτσάδικο στο Κολωνάκι και πάντα never in the right order
Ήταν κάποτε τα μεγάλα, πολύχρωμα, ογκώδη, σχεδόν ατέλειωτα σε σελίδες περιοδικά! Ικανά σχεδόν να σε ζαλίζουν από τα χρώματα, όλα τα χρώματα, κάποτε και στα πιο ακριβά τους, ακόμα και τα ασημιά ή τα χρυσαφένια. Με καλλιτέχνες – φωτογράφους! Και όσοι δουλέψαμε σ αυτά, στις χρυσές του δεκαετίες, στα 80s, στα 90s και στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, δεν τα ξεπερνάμε εύκολα. Δεν ήτανε η μυρωδιά του φρέσκο – τυπωμένου χαρτιού, η λάμψη των χρωμάτων, η ζωντάνια των φωτογραφιών, οι ιστορίες των ανθρώπων που πάντα υπήρχαν και ας τις βάφτισαν life style για να το περιφρονήσουν μετά, μπλέκοντας το με το gossip!
Ήταν πάνω απ όλα, η ελευθερία της γραφής σε γλώσσα και θεματολογία! Απ τη ξύλινη έκφραση και την επιταγή του να είσαι πολιτικώς ορθός των εφημερίδων, τα περιοδικά σε άφηναν ασύδοτο να διαλέγεις λέξεις, να μπλέκεις και τα αγγλικά, να βωμολοχήσεις ακόμα, να γράψεις προσωπικά, να πειραματιστείς.
Ανοίγει σαντουιτσάδικο στο Κολωνάκι
Είχες, πάνω απ όλα το χρονικό περιθώριο, την πολυτέλεια του καιρού, του να ψάξεις το κείμενό σου, όσο θες και να το φτιάξεις όσο πιο ωραίο μπορείς, να ψάξεις τις πτυχές του, να ολοκληρώσεις το ρεπορτάζ σου, να ξανασυναντηθείς με άτομο για τη συνέντευξη του ξανά.
Και επειδή παράδεισος δεν υπάρχει στα ΜΜΕ, φυσικά και είχαμε εμμονή στον θεό των μικρών πραγμάτων, στην ύλη, στα αντικείμενα, στην ομορφιά ορισμένη με νυστεριές, στην αποθέωση της εικόνας αντί για την ουσία, αλλά η ελευθερία των περιοδικών θα είναι πάντα για εμάς η δικιά μας απαγορευμένη Βαλχάλα, γιατί πέσαμε με τη χάρτινη κατάρρευση των μεγάλων τίτλων της κάθε άλλο παρά σαν ήρωες!
Δημιουργός σε ένα μεγάλο ποσοστό αυτής της γυαλιστερής, χάρτινης οικουμένης, πρωταγωνιστικός εκφραστής της ο «βλάχος», ο «θείος», ο «ομορφάντρας», ο «καταστροφέας της Ελλάδας», ο «με τις πλάτες του ΠΑΣΟΚ», ο «αυτοδημιούργητος και μαχητής», ο «αγαπημένος των γυναικών», αυτός που «έγδυσε τις γυναίκες», ο Πέτρος Κωστόπουλος! Πάντα στη κόψη!
Η λατρεμένος ή μισητός! Πάντως σίγουρα όχι αδιάφορος! Και αναμφίβολα, απ όλη αυτή την ιστορία του ιλουστρασιόν χαρτιού, με τίποτα κερδισμένος…
Έπαιξε τα πάντα, ρίσκαρε, επέβαλε ένα άλλο ύφος και ίσως ήθος, διαμόρφωσε γνώμη, όρισε την ποπ κουλτούρα και έχασε από λεφτά έως τα πάντα και κυρίως εκείνους που εργάστηκαν μαζί του και είδαν, επίσης, τους κόπους, το χαμαλίκι, τη δουλειά μιας ζωής να τινάζονται στον αέρα, σε μόλις μία μέρα, μένοντας άνεργοι, χωρίς αποζημιώσεις, χωρίς αμοιβές μηνών και μετέωροι στην αμφιβολία της επιβίωσης.
Όπως έτσι -και χειρότερα- συνέβηκε λίγο πολύ σ όλον τον τύπο! Και για δημιουργία πια, σσσσ… ούτε λόγος να γίνεται!
Και ο Πέτρος Κωστόπουλος; Μετά από 32 περίπου χρόνια στις εκδόσεις περιοδικών, με τη κατάρρευση της μικρής από χαρτί αυτοκρατορίας του, με τους 550 εργαζομένους, τα τρία ραδιόφωνα, τα πρώτα site της χώρας, τους δεκάδες τίτλους περιοδικών ανδρικών, μηνιαίων, εβδομαδιαίων, γυναικείων, ακόμα και νοικοκυροσύνης, πλήρωσε το δικό του τίμημα φιλοδοξίας, ονείρου, επιτυχιών σε μια χώρα που αισθάνθηκε Ευρώπη αλλά με Βαλκάνια -ραγιάδικη συχνά- ψυχή…
Μετά από μια περιπλάνηση στη τηλεόραση, αυτός, ο Κωστόπουλος, που σύμφωνα με τα δημοσιογραφικά κλισέ, κάποτε πριν το όνομα του έμπαινε το «επιτυχημένος εκδότης» και τώρα το «γνωστός παρουσιαστής», δουλεύει ως DJ σε στέκι του Νέου Ψυχικού, στο Tier Et Tout και ετοιμάζει μαζί με τον Γιάννη Μαλούχο, ένα deli σαντουιτσάδικο στην οδό Καψάλη, για να εξυπηρετεί τα γραφεία των γύρω εταιριών!
Γιατί όπως έλεγε και ο αγαπημένος του Κωστόπουλου, Έρνεστ Χέμινγουεϊ, «ο άνθρωπος δεν είναι φτιαγμένος για την ήττα. Ένας άνθρωπος μπορεί να καταστραφεί, αλλά όχι να νικηθεί»…
Μια φορά και έναν καιρό η ΙΜΑΚΟ
Πίσω στο 1995. Ο Κωστόπουλος έχει απολαύσει ως διευθυντής την επιτυχία του «ΚΛΙΚ», εντελώς διαφορετικού απ ότι υπήρχε, που όπως και ο ίδιος παραδεχόντανε «στα ντουζένια του θεωρούταν ένα προϊόν του ελληνικού περιθωρίου» και που πέρασε στην ιστορία του τύπου ως το περιοδικό με τις μεγαλύτερες πωλήσεις. Διαφωνεί με τον εκδότη και «αφεντικό» Άρη Τερζόπουλο και μαζί τους Μαρινόπουλο και Ιωάννου να δημιουργούν την ΙΜΑΚΟ, με 33% ο καθένας τους.
«Και όχι δεν μας βοήθησε το ΠΑΣΟΚ όπως διατείνονται κάποιοι κρετίνοι εδώ και χρόνια. Διότι το ΠΑΣΟΚ ενδιαφερόταν αποκλειστικά για τον mainstream πολιτικό Τύπο (ενίοτε και τον περιθωριακό), οποίος έφτιαχνε τα πρωτοσέλιδα στα περίπτερα» έχει παραδεχτεί ο ίδιος!
Τα πρώτα γραφεία, είναι στο περιβόητο κτήριο της Φραγκοκλησιάς και οι εργαζόμενοι δουλεύαν τόσο πολύ και παραφορά για να βγει το πρώτο τεύχος του NITRO -Never In The Right Order- που είχαν μαζί τους οδοντόβουρτσες και παντούφλες για τις νύχτες.
Αυτοί όλοι, τον φώναζαν με το μικρό του όνομα, Πέτρο, και «θείο» μεταξύ τους, νομίζοντας πως εκείνος δεν το ξέρει.
Η πόρτα του γραφείου του ήταν πάντα ανοιχτή. Ως εκδότης ήταν παθιασμένος με τα ωραία κείμενα ως θεμέλιο των πάντων και μετά με τις φωτογραφίες αλλά και με τον Μακιαβέλλι, τον Ολυμπιακό, τα παιδιά του, τις όμορφες γυναίκες, τον Καζαντζίδη, τον Φρανκ Σινάτρα, τις ιδέες, το μπάσκετ, τη θάλασσα, τις Κυκλάδες, τις μηχανές μεγάλου κυβισμού!
O Εργαζόμενος πρέπει να τα δίνει όλα
Ορμητικός, παράφορος, παθιασμένος, εμπνευσμένος, εμπρηστικός, χαρισματικός στο να τον αγαπούν παράφορα οι εργαζόμενοί του, οι οποίοι για μεγάλη περίοδο ήταν τα αξιοζήλευτα -και γι’ αυτό μισητά- παιδιά του χώρου.
Κάμποσα χρόνια μετά την κατάρρευση της περιβόητης ΙΜΑΚΟ και οι φήμες συνεχίζονται για τις συνήθειες, τη δύναμη, τα ταξίδια, τις εξαρτήσεις, τις ζωές όσων βρίσκονταν γύρω απ τον Κωστόπουλο.
Ένα «αφεντικό» αμερικανικής αντίληψης, που πίστευε πως ο εργαζόμενος πρέπει να περνά καλά στη δουλειά, καλύτερα απ’ το σπίτι του, για να τα δίνει όλα.
Ακριβές επιπλώσεις, παράθυρα παντού, θόλος γυάλινος στη σύνταξη για να μην αισθάνονται οι εργαζόμενοι φυλακισμένοι, αλλά να χαίρονται φυσικό φως και την επαφή με τις ώρες της μέρας, μουσική στο χώρο, όμορφα χρώματα, μοντέρνα, ταξίδια πολλά, μπόνους, καλοί μισθοί (και ακόμα καλύτεροι στα επιτελικά στελέχη του).
Όλα αυτά τον έκαναν τον νούμερο 1 εργοδότη στην πιάτσα. Θρυλικά, όμως ήταν και τα ξεσπάσματα του θυμού του, ειδικά την πρώτη του εκδοτική περίοδο.
Τότε οι πρώτοι του συνεργάτες και φίλοι του είχαν μαζί τους παντόφλες και οδοντόβουρτσες, γιατί έμεναν στη δουλειά για 48ωρα. Στα πρώτα λοιπόν, γραφεία αυτά τα στελέχη, τα πρώτα, είχαν και ειδικό χώρο για να γυμνάζονται.
Αργότερα, με την επιτυχία, τους πολλούς τίτλους, τη συνεργασία με τους αμερικανικούς κολοσσούς, η ΙΜΑΚΟ μεταφέρεται σε ιδιόκτητά γραφεία, στην Μαρίνου Αντύπα, στο Νέο Ηράκλειο, όπου ο Κωστόπουλος φρόντιζε με τακτικές φενγκ σούι να έχουν καλή ενέργεια. Δεν μπορούσε να απολύσει άνθρωπο.
Αν κάποιον δεν τον ήθελε για τις αποδόσεις του, περίμενε να το καταλάβει μόνος του.
Έτσι άνθρωποι που δεν έγραφαν και δεν πάταγαν στα περιοδικά πληρώνονταν για χρόνια χωρίς να δουλεύουν.
Πάθαινε εμμονές με κάποιους και συχνά αδικούσε άλλους. Όμως όλοι όσοι ήταν στα περιοδικά του εμπνέονταν, τον λάτρευαν, ενώ τα κορίτσια -και μερικά αγόρια!- ήταν ερωτευμένα μαζί του.
Παντοδυναμία στα πρώτα τραπέζια στα μπουζούκια
«…Κουβαλούσα μέχρι πρόσφατα και βαριά ενοχικά μια αριστερόστροφη ιδεολογία που δεν μου επέτρεπε ούτε να χαρώ πολύ, ούτε να προμοτάρω χλιδοειδείς υπερβολές στην ύλη των περιοδικών μου», λέει κάποτε, με την κριτική εξ αριστερών να τον κατηγορεί, ήδη, για την επιβολή του life style και μια αρνητική επίδραση στη νεολαία.
Ο Πέτρος Κωστόπουλος, φανερά και χωρίς καμία προσπάθεια να το καλύψει, ανήκε πολιτικά στο χώρο του ΠΑΣΟΚ και στα φοιτητικά του χρόνια ήταν ενταγμένος στη φοιτητική οργάνωσης ΠΑΣΠ, διατελώντας μάλιστα και Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελλήνων Φοιτητών Γαλλίας.
Αριστερόστροφος ή όχι, παρ όλα αυτά, της εποχής της παντοδυναμίας των περιοδικών του, λάτρευε το καλό ντύσιμο. Λάνσαρε τα πούρα.
Πρότεινε τα καλύτερα σε σαμπάνιες, χαβιάρι, ρεστοράν σε όλο το κόσμο, ταξίδια. Κι ας ξεκίνησε επαναστατικά.
Να μιλούν τα περιοδικά του για το AIDS, τα δικαιώματα των gay, των διεμφυλικών, των λεσβιών, να λέγονται τα πράγματα με το όνομά τους, να κράζεται ο καθωσπρεπισμός και η καθεστηκυία -τότε- τάξη, να γράφεται ανοιχτά οτιδήποτε αφορούσε στο σεξ και να καθιερώνεται μια νέα δημοσιογραφία, που σήμερα και αυτή με σειρά της, θεωρείται συντηρητική και περασμένη!
Τα περιοδικά του μίλησαν για κλαμπιγκ, media, νυχτερινή ζωή, σινεμά, τάσεις και συνήθειες και ότι άλλο ταίριαζε με την οπτική του δημιουργού τους, πως «η ζωή είναι πολύ μικρή για να είναι βαρετή».
Είναι αρχές όταν κυκλοφορεί ένα ασημένιο τεύχος, με αφιέρωμα στα πέη, που έκανε όλους τους άντρες εργαζομένους να κλειδώνονται στα γραφεία και να αυτοφωτογραφίζονται. Το τεύχος κατασχέθηκε, λόγω λογοκρισίας!
Η ίδια αυτή, η λογοκρισία επιβλήθηκε και σε άλλα τεύχη, με κατασχέσεις και προσβολές -τάχα- δημοσίας αιδούς. Μετά;
Μετά άρχισε η εποχή της χλίδας και του ευδαιμονισμού.
Τι κι αν η τηλεόραση και άλλα έντυπα την ίδια εποχή πρέσβευαν τα ίδια ακριβώς αγαθά της ύλης και της εύκολης ζωής;
Ο Κωστόπουλος χρεώθηκε όλη την κακοδαιμονία της χώρας. Ίσως γιατί όσοι θα ζούσαν σε λίγο τις κλειστές επιχειρήσεις τους στα ΜΜΕ, νόμιζαν πως δεν τους αφορά και οι ίδιοι θα τη γλιτώσουν.
Και είναι τότε, αρχές της μεγάλης κρίσης, που ο ίδιος λέει, με το γνωστό εκρηκτικό του ύφος: «Επίσης, μεγάλη κουβέντα γίνεται για το αν το τέλος της ΙΜΑΚΟ οφείλεται στο τέλος του «lifestyle».
Πολύ διασκεδαστικό το βρίσκω. Αν η Ελευθεροτυπία, το ALTER, ο «Κόσμος του Επενδυτή» και δεν ξέρω εγώ τι άλλο που προηγήθηκε ήταν lifestyle, τότε είμαι πολύ χαρούμενος για την επιρροή που είχα.
Δυστυχώς όμως αυτά είναι γελοιότητες κάποιων κομπλεξικών ανθρώπων οι οποίοι δεν ενδιαφέρθηκαν για το lifestyle που οι ίδιοι ζούσαν, αλλά αντιθέτως ενδιαφέρθηκαν για τον μαλάκα, τον παλιάνθρωπο «βλάχο» που ήρθε από το Βόλο και έφτιαξε ξαφνικά συγκρότημα Τύπου.
Με τρώει το χέρι μου, αλλά δεν θα γράψω για το ποιοι έχουν Porsche και τις κυκλοφορούν.
Ή τέλος πάντων ποιοι σας δουλεύουν ψιλό γαζί με πρόσκαιρες ηθικολογίες. Το σίγουρο είναι ότι το δαιμονοποημένο «lifestyle» δεν μπορούσε να συμμετάσχει στη διαπλοκή.
Άντε το πολύ, πολύ να είχε πρώτο τραπέζι πίστα σε καμιά Βίσση και κανένα Ρουβά και να μην πλήρωνε τίποτα στο τέλος.
Κι αυτό γιατί είτε το χάριζε ο καλλιτέχνης, είτε ο μαγαζάτορας που διαφημιζόταν δωρεάν στα έντυπα του εκάστοτε εκδότη. Δεν κάνει πολύ φθηνό για διαπλοκή;
Βέβαια παρότι δημιούργησα τέσσερις ραδιοφωνικούς σταθμούς που παίζουν από βαριά λαϊκά μέχρι hip hop, συν, αν θυμάμαι καλά, 16 περιοδικά σαν και αυτά που έχει ο Λαμπράκης, ο Μπόμπολας, ο Λυμπέρης ή ο Φιλιππόπουλος, στο τέλος της μέρας ο υπεύθυνος της κατάστασης είμαι εγώ. Τι να πω.
Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος. Νιονιό εννοώ…»… Λίγο ή πιο πολύ καιρό αργότερα σχεδόν όλα τα ονόματα στα οποία αναφέρεται έχουν να αντιμετωπίσουν σχετικά ή ακόμα και όμοια, θέματα με τον ίδιο και τα εκδοτικά τους συγκροτήματα θα αλλάξουν χέρια…
Ριζική μεταβολή του συστήματος εκ των έσω
Γεννημένος στον Βόλο, με πάτερα βιοπαλαιστή που οδηγούσε ταξί, έζησε από νωρίς τον θάνατο, όταν ο ξάδερφός του και καλύτερος φίλος του πέθανε ξαφνικά και οδυνηρά. Κατέβηκε για έναν έρωτα, στην Αθήνα, όπου έβγαλε τις τελευταίες τάξεις του γυμνασίου, τότε, ενώ έκανε πρωταθλητισμό στο πόλο.
Σπούδασε στην Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς και συνέχισε τις σπουδές του στη Γαλλία, πάλι ακολουθώντας τη γυναίκα με την οποία ήταν ερωτευμένος χρόνια, την γεμάτη ενδιαφέροντα, δίψα για γνώσεις, εγκεφαλική Πηνελόπη. Στο Παρίσι θα ολοκληρώσει το διδακτορικό του στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού στην Πολιτική Οικονομία.
Ανάμεσα στα άλλα δουλεύει την επίδραση της κοσμοθεωρίας του Μακιαβέλλι στη σύγχρονη οικονομική σκέψη. Ήταν φοιτητής του Νίκου Πουλαντζά, που υπήρξε μαζί με τον με τον Λουί Αλτουσέρ, ηγετική μορφή του δομικού μαρξισμού.
Νεαρός στον Βόλο
Ο Κωστόπουλος, έχει παραδεχτεί σε συζητήσεις του σε στενό κύκλο, πως το θεωρητικό έργο του Πουλαντζά ειδικά για το σύνθεση των κοινωνικών τάξεων στον σύγχρονο κόσμο τον επηρέασαν βαθύτατα, πιστεύοντας κατά βάθος, πως στόχος δεν είναι η επαναστατική ήττα του όποιου καπιταλιστικού κράτους, αλλά η «ριζική μεταβολή» του εκ των έσω.
Το θεωρητικό του λοιπόν υπόβαθρο είναι αυτό, αλλά ο εργασιακός του στίβος είναι αυτός του life style, που σήμερα κατακεραυνώνουν όλοι, ακόμη και εκείνοι που παρακαλούσαν τον Κωστόπουλο για μισή σελίδα δημοσίευμα.
Με αυτό το life style, θα συναντηθεί αφού δουλέψει για πέντε χρόνια, στο Ευρωκοινοβούλιο στις Βρυξέλλες και επιστρέψει στη χώρα. «ΚΛΙΚ», «NITRO», «Active», «BIG», «lipstick», «Down Town», «OK!», «Esquire», «Nitro radio», «Instyle», yupii.gr, “MAXIM”, “PEOPLE”, εκδόσεις βιβλίων, οδηγοί ξενοδοχείων και διακοπών και πολλά άλλα, μιας για μια μεγάλη περίοδο ό,τι έπιανε γινόταν χρυσός.
Ύστερα από μια θυελλώδη σχέση με τη Φιλίππα Μάθιους, με το παρατσούκλι «Το Κορμί», ερωτεύεται την Τζένη Μπαλατσινού.
Εκείνη, πιο χαμηλών τόνων, σχεδόν δυσφορεί στις κοσμικές εκδηλώσεις, αλλά πάντα τον στηρίζει σε ό,τι κι αν κάνει. Με τα πρώτα του χρήματα από τον Τερζόπουλο έχει αγοράσει ένα οικόπεδο στη Μύκονο. Χτίζει το πρώτο σπίτι που μετά θα μεγαλώσει και θα γίνει ένα νησιώτικο ανάκτορο.
Εκεί παντρεύεται με την Μπαλατσινού. Εκείνη φορούσε ένα μίνι νυφικό του Τσέλιου που άφηνε τα υπέροχα πόδια της γυμνά.
Ξυπόλυτη, έφτασε στο εκκλησάκι με ψαροκάικο. Αποκτούν την Αμαλία, την Αλεξάνδρα και τον Μάξιμο. Δεν ξεπέρασε ποτέ τον θάνατο του πατέρα του, αλλά ούτε εκείνον του αδελφού του που χάθηκε πολύ νωρίς, κάτι που του στοίχισε απεριόριστα.
Ταξίδια. Σπίτι-ανάκτορο στο καλύτερο σημείο της Φιλοθέης, απέναντι από την Παλιά Αγορά. Σκάφος. Λάτρης της Νέας Υόρκης και του Μαϊάμι, αλλά και της άγονης γραμμής του Αιγαίου.
Το πρώτο τεύχος του «NITRO» το έδειξε στη Μελίνα Μερκούρη. Θεωρούσε γοητευτικές γυναίκες -κόντρα σε εκείνες στα εξώφυλλά του- την Πόπη Τσαπανίδου και την Ελευθερία Αρβανιτάκη.
Οδηγούσε μηχανή. Κάποτε γύρισε την Αμερική με μια Χάρλεϊ. Μοιάζει ο Κωστόπουλος να δημιούργησε έναν κόσμο χάρτινο για τα περιοδικά του, να έστησε μια μυθοπλασία, και μετά να μπήκε ο ίδιος μέσα και να ενσωματώθηκε σε αυτόν.
Ο Πέτρος και ο -πραγματικός!- λύκος…
2011. Η κατάρρευση! Η Ιmako αδυνατεί για κάποιους μήνες να εξυπηρετήσει κανονικά τη μισθοδοσία των υπαλλήλων της, ύστερα από τρεις μειώσεις των μισθών τους. Το χαρτί των περιοδικών χάνει τη φωτεινότητα και την λευκότητα του. Η ύλη μειώνεται και η θεματολογία δείχνει να μετεωρίζεται, αμήχανα.
Το Φεβρουάριο του 2012 η εταιρία Α&G paper, ζητά την συντηρητική κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας της λόγω μεγάλων ληξιπρόθεσμων οφειλών της τάξεως των 1.700.000 ευρώ.
Στις 21 Φεβρουαρίου 2012, ολοένα και λιγότεροι εργαζόμενοι βλέπουν στον δεύτερο όροφο των ιδιοκτήτων γραφείων της ΙΜΑΚΟ, έναν κύριο, μαζί με δύο αστυνομικούς.
Στέκεται στο κέντρο της πορτοκαλιάς αίθουσας με τον θόλο και λέει στους απασχολημένους συντάκτες: «Εν ονόματι του ελληνικού λαού, πάρτε τα προσωπικά σας αντικείμενα, απομακρυνθείτε από τα κομπιούτερ και εγκαταλείψατε τον χώρο». Εκείνοι, τα χάνουν.
Μετά νομίζουν πως γίνεται πλάκα! Κάποτε καταλαβαίνουν: Το τέλος έχει έρθει!
Τα ιλουστρασιόν γιγάντια εξώφυλλα στους τοίχους, σαν θεότητες φαραωνικές, μοιάζουν αγέρωχα μπροστά σε μια κατάρρευση κατακλυσμιαία. Σχεδόν ειρωνεύονται τα ανθρώπων έργα.
ΟΙ τράπεζες δεσμεύουν τα πάντα
Η εταιρεία πάει! Οι τίτλοι δημεύονται! Τα σπίτια σε Μύκονο και Φιλοθέη πουλιούνται από τις τράπεζες! Τα πολυτελή αυτοκίνητα παροπλίζονται! Συνεχή δικαστήρια!
Σύμφωνα με τον Κωστόπουλο, τα χρέη της εταιρείας ήταν 6,5 εκ. ευρώ και φέρεται να έχουν εξοφληθεί, εκτός από το ποσό των 350.000 ευρώ με τα χρήματα από την πώληση των δύο σπιτιών και του ραδιοφωνικού σταθμού «Σφαίρα».
Κάνει τηλεόραση και οι αμοιβές του δεσμεύονται αμέσως.
Σημειώνει πως: «… Εγώ φαλίρισα προσωπικά. Δεν μου ανήκει τίποτα από αυτά που έχτισα έπειτα από 32 χρόνια δουλειάς. Ούτε σπίτια, ούτε χρήματα.
Δεν ψάχνω για κατανόηση γιατί ο Τύπος στην Ελλάδα έχει καταλήξει να είναι ανθρωποφαγικός. Αυτοί που χρωστάνε έξι μήνες στους εργαζομένους καταγγέλλουν αυτούς που χρωστάνε τρεις.
Δεν έχω να απολογηθώ για τίποτα άλλο πέρα από το ότι λυπάμαι για το ότι δεν έχω καταφέρει μαζί με τα άλλα να ξεπληρώσω τους ανθρώπους που δούλευαν για μένα και πιστεύω ότι τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας περισσεύουν για να γίνει αυτό. Δεν το χρωστάω μόνο σε αυτούς, αλλά και σε εμένα.
Γιατί έμαθα ένα πράγμα από τον μακαρίτη τον πατέρα μου. Να είμαι αξιοπρεπής ακόμα και όταν όλοι θέλουν να με φάνε ζωντανό. Στη μνήμη του θα το παλέψω μέχρι τέλους.
Λένε συνήθως ότι δεν έχει σημασία αν πέσεις, σημασία έχει να μπορείς να ξανασηκωθείς.
Ξέρω ότι αυτή είναι μια ωραία φράση, αλλά κομματάκι δύσκολη στην εφαρμογή της, ιδιαίτερα όταν ζεις σε καθεστώς κλινικής κατάθλιψης επί 12 μήνες…»…
Πλήθος λάβρων δημοσιευμάτων, δημόσια «κατηγορώ», κατακραυγή αγελαία στα social media! Ως και σε λίστα για τους 12 καταστροφείς της Ελλάδας τον βάζουν, μαζί με τον δικτάτορα Γιώργο Παπαδόπουλο, τους Μαυρομιχάληδες που δολοφόνησαν τον Καποδίστρια και τον… Μιχαλολιάκο!
Θεωρείται πως το μήνυμα των περιοδικών του ήταν ένα και μοναδικός: εκείνο του άκρατου καταναλωτισμού.
Ενός τάχα δυτικού τρόπου ζωής, που είχε στο πρόγραμμα πολλαπλές πιστωτικές κάρτες, Πόρσε, Μύκονο και Αράχοβα, υπερβολικά δάνεια, μεζονέτες και πισίνες!
Είμαι περήφανος (και σίγουρα αρκετά μαλάκας) που ποτέ δεν πήρα παρά πενταροδεκάρες από τις κρατικές διαφημίσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ όπως όλος ο περιοδικός τύπος και όλα τα μουσικά ραδιόφωνα.
Κάμποσες εφημερίδες της πλάκας που καρπώνονταν 50 φορές περισσότερα από την κρατική διαφήμιση απ’ ότι ένα συγκρότημα με 1.500.000 αναγνώστες ή ακροατές.
Άλλωστε, αυτά περιέχονται σε διαρκείς διαμαρτυρίες τόσο των μουσικών ραδιοφώνων όσο και των περιοδικών όχι μόνο των δικών μου, αλλά του συνόλου της Ελλάδας.
Οι συνάδερφοι ξέρουν για ποιο πράγμα μιλάω και ας έχουν σωπάσει πια. Η διαπλοκή διαδραματιζόταν στους τίτλους που κρέμονταν στα περίπτερα.
Εκείνος πάλι λέει: «… θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι προκειμένου να επιβιώσει η ΙΜΑΚΟ προσέφερα τα τελευταία τέσσερα χρόνια όλη την ακίνητη και κινητή περιουσία μου ακόμα και αυτή που αποκτήθηκε πριν καν ιδρύσω την ΙΜΑΚΟ.
Μιλάω για 32 χρόνια δουλειάς, τα οποία εκποιήθηκαν είτε με χρέη σε τράπεζες με αντίτιμο την ακίνητη περιουσία, είτε με απ’ ευθείας καταθέσεις όχι μόνο δικές μου αλλά και συγγενικών μου προσώπων.
Νομίζω ότι λίγοι επιχειρηματίες σε αυτό τον τόπο μπορούν να ισχυριστούν το ίδιο. Ότι δηλαδή έβαλαν ό,τι είχαν και δεν είχαν για να ζήσει το μαγαζί τους.
Τα λέω όλα αυτά επειδή εσχάτως διαβάζω «τέρατα» και διαπιστώνω έναν αδιανόητο κανιβαλισμό εις βάρους μου.
Καλώ τον οποιονδήποτε να του παρέχω οποιαδήποτε διευκόλυνση να διαπιστώσει το αληθές των λεγομένων μου.
Ας έρθει ακόμα και ο ανώνυμος κομπλεξικός ενός blog που στο βωμό της ανέξοδης λασπολογίας ικανοποιεί τα πιο άγρια ένστικτά του…
Υ.Γ1: Για τον μαλάκα που έγραφε ότι έχω Bentley (σιγά μην έχω και ιδιωτικό αεροπλάνο), τι να πω… Ας έρθει να του τη χαρίσω…»…
Έχει παραδεχτεί την κατάθλιψη του! Αντικαταθλιπτικά!
Τα χει ξεκινήσει όταν έβλεπε πως δε βγαίναν οι μισθοί και οι καταβολές για την αγορά χαρτιού.
Τα αγαπημένα του παιδιά, εκείνοι που τον φώναζαν «θείο» και τους γυρίσαν τις πλάτες, τον γεμίζουν θλίψη που δεν μπορεί να διαχειριστεί, ποιος;
Εκείνος ο θυελλώδης σε θυμούς και λέξεις, απρόβλεπτος φωνακλάς! Σιωπή!
Μόνο κάπου σημειώνει: «Πολύ διασκεδάζω με όλους αυτούς που για χρόνια δούλευαν στην ΙΜΑΚΟ, πληρωνόντουσαν πλουσιοπάροχα και φυσικά πριν από την ώρα τους και πλέον στάζουν χολή σε κάθε ευκαιρία.
Είναι το καλύτερο μάθημα που μπορώ να πάρω για το μέλλον. Ειλικρινά τους ευχαριστώ». Ψέματα!
Δε διασκεδάζει! Παλεύει με την κατάθλιψη… αλλά συνεχίζει…
Η τηλεόραση που κάποτε δεν αγαπούσε
Από το 2013 ο Κωστόπουλος κάνει τηλεόραση. Δεν την αγαπούσε κάποτε. Ειδικά τα πρωινά και λόγω ώρας ξυπνήματος και κυρίως λόγω θεματολογίας, που δεν τον αφορούσε καθολου.
Για να επιβιώσει, όμως, φτάνει να κάνει ακόμα και πρωινό, μαζί με την τότε σύζυγό του Τζένη Μπαλατσινού.
Είναι μοιραία χρονιά. Ύστερα από 17 χρόνια κοινής πορείας χωρίζουν. Ο Κωστόπουλος παραδέχεται την κατάθλιψή του δημόσια και την ισχυρή αντικαταθλιπτική αγωγή του με χάπια.
Ασχολείται με τα site του στον σκληρό και άγνωρο ακόμα υποβρύχιο κόσμο του διαδικτύου.
Ντύνεται μόνο με φόρμες, έχει αφήσει γενειάδα, είναι πολύ αδύνατος, καπνίζει πολύ. Στο μικρό πια γραφείο του έχει παντού φωτογραφίες των παιδιών του. Έχει ένα παλιό κινητό, απ’ αυτά με τα πλήκτρα. Δεν τον νοιάζει. Αγωνίζεται. Ξεκινά από την αρχή. Γι’ αυτούς που τον μισούν στενοχωριέται.
Για τους εργαζομένους και κάποιους «χαϊδεμένους» της ΙΜΑΚΟ τους αναγνωρίσει τα δίκια τους, κατανοεί αλλά το φέρει βαθέως. Δεν ήθελε να αδικήσει κανέναν!
Δεν ήθελε να χρωστάει! Κατά τα άλλα, είναι η ζωή του και, όπως λέει και το αγαπημένο του τραγούδι του Φρανκ Σινάτρα, στο κάτω κάτω της γραφής: «I did it my way»… Και «Βράδυ», «Dancing On Ice» «Star Academy of Greece», στο κανάλι Έψιλον!
Μετά πάει και η τηλεόραση αλλά ο ίδιος συνεχίζει συνεχώς να αγωνίζεται. Ένα νοικιασμένο μικρό σπίτι με τη ζωή του ακόμα και κούτες, με αρχεία από αγαπημένα περιοδικά, κάποια εξώφυλλα σε κάδρα.
Κάποτε έλεγε πως αν δεν είχε οικογένεια θα νοίκιαζε σερφ σε κάποια μακρινή, εξωτική παραλία και θα ζούσε χωρίς τίποτα, στην άκρη της θάλασσας.
Τώρα μένει και επιμένει. «Έχω παιδιά! Τι παράδειγμα θα δώσω στο αγόρι μου; Ενός πατέρα, ενός άνδρα που αποχωρεί και το βάζει κάτω;» λέει στους δικούς του ανθρώπους.
Θα ταν μια ανακούφιση η φυγή, η απουσία, μια άλλη αρχή απ αυτή που μπαίνει ο μήνας και πληρώνονται πρώτα οι δικηγόροι και μετά το νοίκι και από ότι περισσέψει η υπόλοιπη ζωή.
H Νέα Αρχή
Κι αυτός που πάντα έγραφε, τώρα σιωπά. Ούτε αυτό δε θέλει. Κι άλλη αρχή!
Ως dj, ως καταστηματάρχης ντιλίβερι σαντουιτσάδικου. «Μάθε τέχνη και αστηνα και αν πεινάσεις πιάστηνα» άλλωστε, όπως έγραψε και ο ίδιος στο Instagram του. Αγώνας, λοιπόν!
Γιατί ο Κωστόπουλος, 63 χρόνων πια, έμαθε χωρίς θλίψη, πια, πως όποιος ξέρει να υπομένει τα πάντα, μπορεί και να τολμά τα πάντα. Και λένε για μια νεαρή σύντροφο. Λένε και για την κατανόηση των επιλογών και το σεβασμό στην Τζένη Μπαλατσινού, σύζυγο του για 18 χρόνια.
«Μέχρι να πεθάνω δεν θα πω κακιά κουβέντα για την Τζένη, αν το κάνω να έρθουν και να με φτύσουν!» παραδέχεται αυτός.
Λένε για τις απολαυστικές ώρες που περνά με τον γιο του, τον Μάξιμο, τώρα που ο ίδιος έχει περισσότερο ελεύθερο χρόνο και τη λατρείας στις κόρες του Αμαλία και Αλεξάνδρα.
«Λυπάμαι που με τις σημερινές συνθήκες και με όλα αυτά που μου έχουν συμβεί δεν μπορώ να προσφέρω στα παιδιά μου ό,τι θα ήθελα», μελαγχολεί ο ίδιος!
Ψάχνοντας για έναν επίλογο, αφήνουμε εκείνον να πει πως όχι, ποτέ πια, δεν θα έκανε πάλι περιοδικά. Γιατί; «Γενικά, βαριέμαι τους άντρες που προσπαθούν μια ζωή να ξανακάνουν αυτό που κάνανε. Να είναι εγκλωβισμένοι σε μια παλιά επιτυχία τους.
Προχώρα παρακάτω φίλε μου. Πέφτεις, σηκώνεσαι και προχωρείς…»… Ω! Ναι!"