Στην «μικρή Ελλάδα» της Γερμανίας κατευθύνονται κυρίως οι εξαγωγές αγροδιατροφικών προϊόντων της χώρας μας προς τη γερμανική αγορά, με τα ελληνικά εστιατόρια που δραστηριοποιούνται εκεί να απορροφούν τη μεγαλύτερη ποσότητα των ελληνικών τροφίμων, αρκετά εκ των οποίων από τη Θεσσαλία, αποτελώντας το μεγάλο ατού για τις εξαγωγές.
Υπολογίζεται ότι στη Γερμανία λειτουργούν περίπου 6.000 ελληνικά εστιατόρια, τα οποία προσελκύουν όχι μόνο Έλληνες αλλά και αρκετούς Γερμανούς, οι οποίοι γνωρίζουν την ελληνική κουζίνα κυρίως μέσα από τις επισκέψεις τους στη χώρα μας κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων Μονάχου, τα ελληνικά εστιατόρια απορροφούν το 50-60% των επεξεργασμένων τροφίμων που εξάγει η Ελλάδα.
Μάλιστα, εάν μαζί με τις ελληνικές επιχειρήσεις εστίασης συνυπολογιστούν και οι Έλληνες χονδρέμποροι και υπεύθυνοι καταστημάτων δεν θα ήταν υπερβολικό να ειπωθεί ότι το 70 με 80% των ελληνικών εξαγωγών συνδέεται άμεσα με αυτό που ονομάζεται ως το ελληνικό κανάλι διανομής. Να σημειωθεί ότι σε όλη την Γερμανία εντοπίζονται περίπου 20 Έλληνες εισαγωγείς και διανομείς ειδών διατροφής με κύκλο εργασιών από 5 εώς 30 εκατ. ευρώ ο καθένας οι οποίοι σε αρκετές περιπτώσεις διαθέτουν και χώρους λιανικής πώλησης και εισάγουν κάθε είδους ελληνικά προϊόντα με τα οποία εφοδιάζουν εκτός από τα χιλιάδες ελληνικά εστιατόρια και άλλες επιχειρήσεις HoReCa, mini markets και παντοπωλεία.
Παράλληλα, στις αγορές χονδρικής και ιδιαίτερα στην αγορά του Μονάχου-την τρίτη μεγαλύτερη στην Ευρώπη μετά το Παρίσι και την Βαρκελώνη- υπάρχουν 4 ή 5 μεγάλοι Έλληνες χονδρέμποροι εισαγωγείς κυρίως φρούτων και λαχανικών, οι οποίοι συνεργάζονται στενά με τις 10–12 μεγάλες ελληνικές εξαγωγικές και χονδρεμπορικές επιχειρήσεις και έχουν πολυετή παρουσία και δικτύωση τόσο με προμηθευτές μεγάλων αλυσίδων, όσο και με λαϊκές αγορές και ανεξάρτητα καταστήματα.
Να σημειωθεί ότι η αγορά του Μονάχου, πέραν του μεγάλου μεγέθους της, θεωρείται ζωτικής σημασίας για τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα καθώς εκεί βρίσκεται ένα από τα μεγαλύτερα διαμετακομιστικά κέντρα στην Ευρώπη και κατά συνέπεια αποτελεί διαβατήριο όχι μόνο για την Γερμανία αλλά για τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Παρά το γεγονός ότι στην Γερμανία, οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων και ποτών αυξήθηκαν κατά 115 εκατ. ευρώ το 2020, φθάνοντας τα 845 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 38% των συνολικών εξαγωγών της χώρας μας προς την γερμανική αγορά, ωστόσο λίγα μόνο ελληνικά αγροτικά προϊόντα κατέχουν σήμερα αξιόλογα μερίδια.
Είναι ενδεικτικό ότι προϊόντα όπως σπαράγγια, ελιές, αγγούρια, πιπεριές, νωπά σταφύλια, ακτινίδια, φράουλες, ροδάκινα, κεράσια, βερίκοκα, εσπεριδοειδή κατέχουν μερίδιο 1,9% έναντι 72% της Ισπανίας και καρπούζια και πεπόνια καταλαμβάνουν ποσοστό 1,4% όταν η Ισπανία έχει μερίδιο 53%.
Ματίνα Χαρκοφτάκη businessdaily.gr