Ο θεσσαλικός κάμπος «στεγνώνει» και εκπέµπει SOS. Με 33.000 ιδιωτικές γεωτρήσεις έχουν αντληθεί τις τελευταίες τρεις δεκαετίες πάνω από 3 δισεκατοµµύρια κ.µ. νερού από µη ανανεώσιµα αποθέµατα.
Οι αντλήσεις συνεχίζονται όλο και βαθύτερα στους υδροφορείς, καταναλώνουν συνολικά την ενέργεια που παράγουν δύο µεγάλα υδροηλεκτρικά εργοστάσια, και εκτοξεύουν το κόστος άρδευσης στο 50% του συνολικού κόστους παραγωγής, καθιστώντας τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα όλο και λιγότερο ανταγωνιστικά. Την ίδια ώρα καθυστερεί η κατασκευή στρατηγικής σηµασίας αρδευτικών, ενεργειακών και περιβαλλοντικών έργων διαχείρισης υδάτων, που κόστισαν εκατοντάδες εκατοµµύρια ευρώ. Αυτή η καταστροφική πορεία µπορεί να ανακοπεί µόνο µε την αξιοποίηση των επιφανειακών υδάτων της λεκάνης του Πηνειού και κυρίως αυτής του Αχελώου, επισηµαίνει εδώ και χρόνια η Εταιρεία Θεσσαλικών Μελετών (ΕΘΕΜ).
Στον Θεσσαλικό Κάµπο καλλιεργούνται σήµερα περίπου 5 εκατοµµύρια στρέµµατα, εκ των οποίων σχεδόν τα µισά (2,5 εκατ. στρέµµατα) αρδεύονται και τα υπόλοιπα αποτελούν ξηρικές καλλιέργειες.
Το 80% της άρδευσης γίνεται από γεωτρήσεις που αντλούν κάθε χρόνο περίπου 945 εκατοµµύρια κ.µ. υπόγειων υδάτων, ενώ τα επιφανειακά (από ποτάµια και λίµνες) συνεισφέρουν µόλις 380 εκατοµµύρια κ.µ. Τα 3 δισεκατοµµύρια κ.µ. που έχουν υπερ-αντληθεί από τους υπόγειους υδροφορείς πρέπει να επιστραφούν σε αυτούς, όπως αναφέρεται στην υπουργική απόφαση έγκρισης του Σχεδίου ∆ιαχείρισης Υδάτων του 2014. Αυτό πρέπει να γίνει σε χρονικό ορίζοντα 60 ετών, τόσο µέσω της µείωσης της άντλησης όσο και µε έργα εµπλουτισµού των υπόγειων αποθεµάτων. «Κλειδί» προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί η ολοκλήρωση του φράγµατος της Συκιάς και της σήραγγας της ∆ρακότρυπας που θα µεταφέρει νερό στον Θεσσαλικό Κάµπο.
Επιταχύνεται η ερηµοποίηση
Σε διάφορες περιοχές της Θεσσαλίας συναντά κανείς εδάφη διαβρωµένα µε τις κορυφές άσπρες (το επιφανειακό έδαφος έχει διαβρωθεί και βγήκε στην επιφάνεια η άγονη µάργα). Σε χωράφια γεµάτα πέτρες µε παραγωγές ιδιαίτερα χαµηλές, η καλλιέργεια διατηρείται µόνο για να εισπράττονται επιδοτήσεις. «Η ερηµοποίηση προχωρά αργά και σταθερά και εµείς δυστυχώς δεν κάνουµε τίποτα. Το φαινόµενο είναι πολύ αργό για να γίνει αντιληπτό άµεσα, αλλά συνεχώς προχωρά και καταστρέφει. Αν επαληθευτούν οι προβλέψεις για φαινόµενα βροχών µε µεγάλη ένταση από την κλιµατική αλλαγή, το φαινόµενο θα επιταχυνθεί» επισηµαίνει σε παλαιότερη συνέντευξή του ο γεωπόνος, οµότιµος καθηγητής του Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας, Φάνης Γέµπτος.
Ο τοµέας της γεωργίας απορροφά πάνω από το 95% της συνολικής κατανάλωσης για όλες τις χρήσεις νερού στην περιοχή της Θεσσαλίας. «Οι περισσότερες περιοχές της Ανατολικής Θεσσαλίας έχουν τεράστιο κόστος άρδευσης που υπερβαίνει τα 60 ευρώ/στρέµµα και πλησιάζει το 50% του κόστους παραγωγής πολλών εκτατικών καλλιεργειών» τονίζει ο κ. Γέµπτος και προσθέτει: «Αυτό οδηγεί σε υποκατάσταση αρδευόµενων καλλιεργειών µε ξηρικές (µε υποπολλαπλάσιο κύκλο εργασιών) ή και σε εγκατάλειψη της καλλιέργειας». Οι αριθµοί είναι αµείλικτοι: Ο µέσος κύκλος εργασιών µιας καλλιέργειας στη Θεσσαλία αποδίδει 300 ευρώ ανά στρέµµα, έναντι 1.200 ευρώ ανά στρέµµα στο Ισραήλ και 1.800 ευρώ ανά στρέµµα στην Ολλανδία. Με την έλλειψη αρδευτικού νερού σε αποδεκτό κόστος, η πρόβλεψη είναι πως η απόδοση θα µειωθεί περαιτέρω καθιστώντας τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα όλο και λιγότερο ανταγωνιστικά.
Ζ.Η. thessaliaeconomy.gr (με πληροφορίες από το Έθνος)