Μετά από δικαστική εμπλοκή πέντε τουλάχιστον ετών, μάλλον με ανακούφιση πληροφορήθηκαν το απαλλακτικό βούλευμα, έντεκα συνολικά εμπλεκόμενοι σε βάρος των οποίων είχε ασκηθεί δίωξη για απιστία και για ηθική αυτουργία σε απιστία για ένα δάνειο που χορηγήθηκε το 2007.
Ο λόγος για έναν διευθυντή υποκαταστήματος της πρώην Αγροτικής Τράπεζας (ΑΤΕ) στη Λάρισα, μία πολιτικό μηχανικό – εξωτερική συνεργάτιδα της τράπεζας, 7 τραπεζικούς υπαλλήλους του ίδιου καταστήματος και δύο ιδιοκτήτες εταιρείας εμπορίας αγροτικών εφοδίων.
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Λάρισας με πρόσφατο βούλευμά του, υιοθετώντας την πρόταση του εισηγητή εισαγγελέα και αποδομώντας το αρχικό κατηγορητήριο, αποφάνθηκε ότι δεν πρέπει να απαγγελθεί κατηγορία σε βάρος των 11 εμπλεκομένων, θέτοντας έτσι στο αρχείο τη μήνυση που κατέθεσε σε βάρος τους, τον Σεπτέμβριο του 2015, η τότε Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδας.
Η ΑΤΕ στράφηκε «κατά παντός υπευθύνου» μετά από «έλεγχο που διενεργήθηκε από Επιθεωρητές της Διεύθυνσης Εσωτερικής Επιθεώρησης» σε κατάστημα της Λάρισας, με αφορμή τη χρηματοδότηση ετερόρρυθμης εταιρείας με δύο δάνεια «ένα μεσοπρόθεσμο ποσού ύψους 110.000 ευρώ και ένα με εγγύηση, κατά ποσοστό 80% του ΤΕΜΠΤΕ ποσού 300.000 ευρώ, καθώς επίσης και τη χορήγηση δανείου με τη μορφή της αύξησης του πιστοδοτικού ορίου για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της εταιρείας κατά 200.000 ευρώ, ανεβάζοντάς το στις 515.000 ευρώ».
Το ιστορικό
Ήταν ο «χρυσός αιώνας» των τραπεζών που ενέκριναν ακόμα και... «εορτοδάνεια» σε πολίτες, ενώ για τον επιχειρηματικό κόσμο υπήρχε ευνοϊκότερο καθεστώς, με εγκρίσεις δανείων για επενδύσεις με εγγύηση (σ.σ. «άγραφες» συμφωνίες και παγιωμένες πρακτικές) τις επιδοτήσεις των αγροτών που χρησιμοποιούνταν ως «ενέχυρο». Μόνο που όταν ακολούθησε η οικονομική κρίση και τα δάνεια -ελλείψει ρευστότητας στην αγορά - έμειναν ακάλυπτα από τη δανειολήπτρια Εταιρεία, η διοίκηση της ΑΤΕ επέρριψε ευθύνες σε τραπεζικούς υπαλλήλους «για μη τήρηση των «κανόνων».
Η υπόθεση ξεκινά στις 14/9/2007, όταν ο Λαρισαίος ιδιοκτήτης της Ε.Ε. ζήτησε τη χορήγηση μεσοπρόθεσμου δανείου ύψους 110.000 ευρώ για να αγοράσει «χωραφοοικόπεδο» 17,6 στρ. στην παλιά εθνική οδό Λάρισας – Βόλου, προφανώς με επενδυτικό σκοπό.
Η πολιτικός μηχανικός και εξωτερική συνεργάτιδα της ΑΤΕ εκτίμησε την εμπορική αξία του χωραφιού σε 158.000 ευρώ (σ.σ. η ιδιοκτήτρια φαινόταν πως ζητούσε 110.000 για την πώλησή του). Τον Ιανουάριο του 2012 βέβαια, όταν κοινοποιήθηκε έκθεση κατάσχεσης της ακίνητης περιουσίας της εταιρείας που ζήτησε το δάνειο, η εμπορική αξία του ίδιου χωραφιού εκτιμήθηκε μόνο σε 22.880 ευρώ.
Η ΑΤΕ θεώρησε ότι η εκτίμηση της αξίας του χωραφιού υπήρξε «σκοπίμως υπερβολική» μόνο που όπως παρατηρείται και στο βούλευμα, από την αγορά του 2007 έως την κατάσχεση του 2012, μεσολάβησε η οικονομική κρίση.
Μετά τον πλειστηριασμό, οι Επιθεωρητές της Τράπεζας θεώρησαν ότι «το Κατάστημα της Λάρισας δεν τήρησε τις οδηγίες της ΑΤΕ» όταν είναι γνωστή η συναλλακτική πρακτική «για φορολογικούς λόγους» το τίμημα της πώλησης να εμφανίζεται «σημαντικά κατώτερο» από το πραγματικό (σ.σ. σύμφωνα με την ΑΤΕ από το δάνειο των 110.000 ευρώ, οι 25.000 ευρώ αποδόθηκαν στην πωλήτρια του χωραφιού και οι υπόλοιπες 85.000 ευρώ εκταμιεύθηκαν από την Εταιρεία), όταν επίσης οι Τράπεζες για λόγους διασφάλισης της δανειοδότησης υπερεκτιμούν την αξία των ακινήτων.
Το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Λάρισας υπογραμμίζει με έμφαση ότι «περαιτέρω όμως ως προς την ουσιαστική διάγνωση των περιστατικών δεν προκύπτει ότι (σ.σ. οι υπάλληλοι) απέκρυψαν από τη διοίκηση υλικό ή πληροφορίες που θα διαφοροποιούσαν την απόφαση της Τράπεζας ως προς τους όρους ή τις προϋποθέσεις της δανειοδότησης» απαλλάσσοντας έτσι τους εμπλεκόμενους τραπεζικούς υπαλλήλους.
Απορρίπτοντας μάλιστα την αιτίαση των Επιθεωρητών ότι «ο πελάτης παρουσίασε κακή συναλλακτική τάξη με μεγάλες καθυστερήσεις στην αποπληρωμή των δανειακών του υποχρεώσεων», στο βούλευμα σημειώνεται ο «προβληματισμός» ότι «εξάλλου αν το δάνειο (σ.σ. των 110.000 ευρώ και όχι τα υπόλοιπα) δεν εξυπηρετούνταν κανονικά, δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό γιατί η Τράπεζα πέντε χρόνια από τη σύναψή του δεν διαμαρτυρήθηκε, δεν επεδίωξε την την είσπραξή του».
Το κόλπο με τη νιτρορύπανση
Η ίδια υπόθεση κάνει γνωστή τη συνήθη πρακτική, Τράπεζες να «κλείνουν το μάτι» στις εταιρείες, αυξάνοντας το πιστωτικό όριο, με «ενέχυρο» τις επιδοτήσεις των αγροτών και στη συγκεκριμένη περίπτωση από το πρόγραμμα μείωσης της νιτρορύπανσης. Οι Εταιρείες εμφάνιζαν «πρόσωπο» και οι Τράπεζες χορηγούσαν δάνεια. Με τους αγρότες να συμφωνούν η Εταιρεία να λαμβάνει αυτή επί της ουσίας τις επιδοτήσεις προκειμένου οι ίδιοι να προμηθεύονται αγροτικά εφόδια.
Όπως σημειώνεται στο βούλευμα, οι αγρότες και ειδικότερα «όσοι ήταν ενταγμένοι στο πρόγραμμα επιδοτήσεων - ενισχύσεων για τον περιορισμό της νιτρορύπανσης στις καλλιέργειές τους, χρησιμοποιούσαν τα ποσά των επιδοτήσεων που λάμβαναν, τα οποία κατατίθεντο σε λογαριασμό που τηρούσαν στην ΑΤΕ, για την κάλυψη-αποπληρωμή των οφειλών τους» προς τη δανειολήπτρια εταιρεία «από την προμήθεια γεωργικών φαρμάκων και εφοδίων, εκχωρώντας παράλληλα τις απαιτήσεις τους από την επιδότηση του προγράμματος κατά τη νιτρορύπανση στην εταιρεία, με ειδική ανέκκλητη εξουσιοδότηση».
«Με την εξουσιοδότηση αυτήν παρείχαν» στον ιδιοκτήτη της Εταιρείας «την εξουσία να μεταφέρει από τον λογαριασμό που τηρούσαν οι ίδιοι στην ΑΤΕ, το ποσό της ενίσχυσης που θα κατατίθετο, σε λογαριασμό της Εταιρείας. Από την άλλη πλευρά» ο ιδιοκτήτης της Εταιρείας «προκειμένου να αυξήσει το πιστοδοτικό όριο του διαθέσιμου κεφαλαίου του στην ΑΤΕ, με τη μορφή πιστωτικού δανείου και προκειμένου να εξασφαλίσει την απαίτηση της Τράπεζας, ανέλαβε τη συμβατική υποχρέωση έναντι της Τράπεζας να συστήσει υπέρ αυτής ενέχυρο σε καταθετικό λογαριασμό που τηρούσε σε αυτήν και στον οποίο θα μεταφέρονταν κατά τα ανωτέρω τα ποσά των επιδοτήσεων που οι αγρότες θα ελάμβαναν».
«Με απλά λόγια» σημειώνεται στο βούλευμα «οι αγρότες εξουσιοδοτούσαν» τον επιχειρηματία «να αναλάβει από τους λογαριασμούς που τηρούσαν στην ΑΤΕ τα ποσά της επιδότησης (έναντι των οφειλομένων σε αυτόν από την πώληση των γεωργικών εφοδίων κ.λπ.)» και αυτός «προκειμένου να αυξήσει το πιστοδοτικό του όριο στην Τράπεζα, δέχθηκε να μεταφέρονται αποκλειστικά τα ποσά αυτά που προερχόταν από τις επιδοτήσεις της νιτρορύπανσης των αγροτών, σε λογαριασμό του (της εταιρείας) στο οποίο είχε συμφωνήσει με την Τράπεζα να συσταθεί ενέχυρο, μεταβιβάζοντας στην Τράπεζα, προς εξασφάλιση κάθε απαίτησης από τον ανωτέρω δανεισμό για την αύξηση του πιστοδοτικού ορίου, το δικαίωμα να αναλαμβάνει την ενεχυραζόμενη κατάθεση».
Μάλιστα με βάση αυτήν την «παγιωμένη πρακτική», το βούλευμα αποκαλύπτει πως δημιουργήθηκε πρόσθετο θέμα στο εσωτερικό της πρώην ΑΤΕ όταν 18 Λαρισαίοι αγρότες, τον Μάρτιο του 2012 (σ.σ. ενδεχομένως σε συμφωνία με τον ιδιοκτήτη της Εταιρείας) προέβησαν οι ίδιοι στην ανάληψη των ποσών των επιδοτήσεων, με τους Επιθεωρητές να θεωρούν ότι έμειναν «αδιασφάλιστες οι απαιτήσεις της Τράπεζας». Με τη νομική σύμβουλο της Τράπεζας να γνωμοδοτεί πως «δεν είναι σύννομο» να αναληφθούν με «πρωτοβουλία» της ΑΤΕ τα χρήματα από τους λογαριασμούς των αγροτών για να καλυφθούν οι δανειακές υποχρεώσεις της Εταιρείας και έτσι «τα χρήματα επιστράφηκαν στους λογαριασμούς των δικαιούχων».
Βαγγέλης Κακάρας Ελευθερία