Οταν συζητάς για την αγροτική παραγωγή στη Θεσσαλία, το μυαλό πάει πρωτίστως στον λεγόμενο «λευκό χρυσό» της γεωργίας, το βαμβάκι. Ποια είναι η κατάσταση στις βαμβακοκαλλιέργειες μετά τις καταστροφικές πλημμύρες, τι δυσκολίες αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί και ποιο το μέλλον της πολυσυζητημένης καλλιέργειας στον καιρό της κλιματικής αλλαγής; Για το θέμα μιλάει στην Καθημερινή ο δόκτωρ Μοχάμεντ Νταράουσε, προϊσταμένος του Εθνικού Κέντρου Βάμβακος του Ελγο-δήμητρα, με έδρα την Καρδίτσα, ο οποίος ασχολείται συστηματικά με το βαμβάκι στην Ελλάδα εδώ και 28 χρόνια.

Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον δρα Νταράουσε, καλλιεργούνται 2,5 εκατομμύρια στρέμματα βαμβάκι, τα 810.000 απ’ αυτά στη Θεσσαλία. Σχεδόν τα μισά, 400.000 στρ., βρίσκονται στην Καρδίτσα, ακολουθεί η Λάρισα με 270.000 στρ., τα Τρίκαλα με 93.000 στρ. και η Μαγνησία με 35.000 στρέμματα. Μεγάλες καλλιέργειες υπάρχουν και στη Φθιώτιδα (140.000 στρ.).

Ποια είναι η έκταση της καταστροφής; «Η εκτίμησή μου, αποτέλεσμα αυτοψιών και επικοινωνίας με παραγωγούς, είναι πως η καταστροφή ήταν μεγάλη και διπλή. Μετά το πρώτο κύμα κακοκαιρίας, με τον «Daniel», οι απώλειες έφτασαν στο 60%-70% στην Καρδίτσα, 50%-60% στη Λάρισα, 40% στα Τρίκαλα, ενώ και στη Φθιώτιδα 20.000 στρέμματα έπαθαν μεγάλη ζημιά. Η δεύτερη κακοκαιρία «Elias» έκανε τα πράγματα χειρότερα, αυξάνοντας το εύρος των ζημιών, κατά 15%-20%», λέει ο δρ Νταράουσε. Οπως μας εξηγεί, το πρόβλημα φέτος ήταν πολύ μεγάλο γιατί οι κακοκαιρίες πέτυχαν τις καλλιέργειες σε όψιμο στάδιο. «Ηταν 20 μέρες πίσω φέτος, λόγω των όχι κατάλληλων συνθηκών την άνοιξη. Πρώτη φορά το βλέπω αυτό. «Δεν είχαν ανοίξει τα καρύδια», που λέμε. Υπάρχουν καλλιέργειες που δεν θα πάρουν οι αγρότες ούτε γραμμάριο, καταστράφηκαν ολοκληρωτικά. Σε άλλες έπεσε τόσο νερό που σάπισε το ριζικό σύστημα», εξηγεί ο δρ Νταράουσε. Μάλιστα, επειδή ο καιρός δεν ήταν καλός την άνοιξη πολλοί αγρότες χρειάστηκε να σπείρουν δύο φορές, κάνοντας επιπλέον έξοδα. Ακόμα κι όσοι συλλέξουν το βαμβάκι μπορεί να πιάσουν πολύ χαμηλή τιμή. Μετά τον «Ιανό» η τιμή είχε πέσει στα 30 λεπτά, κάτω από τα μισά της «κανονικής».

Και η επόμενη χρονιά; «Πολλοί αγρότες δεν θα προλάβουν τις χειμερινές καλλιέργειες, σιτάρι, κριθάρι κ.ά. Πολλοί έχουν χάσει τον εξοπλισμό τους, τρακτέρ, μηχανήματα, εφόδια, φυτοφάρμακα. Εχουν πλημμυρίσει αντλίες και φρεάτια, παρασύρθηκαν συστήματα άρδευσης κ.λπ. Επίσης, έχει αλλάξει η μορφολογία των χωραφιών. Το να φέρουν ξανά το έδαφος σε ομαλότητα και να μπορέσουν να σπείρουν είναι πολύ δύσκολο. Ισως να προλάβουν την άνοιξη, εκτός από ορισμένες περιοχές που οι ζημιές στο έδαφος είναι τεράστιες, όπως για παράδειγμα στα Φάρσαλα». Οι δυσκολίες για τους αγρότες αυξάνονται, καθώς πολλοί έχουν χρεωθεί για να προχωρήσουν την καλλιέργεια, και τώρα δεν θα πάρουν τίποτα πίσω, ενώ οι αποζημιώσεις συνήθως αργούν και δεν καλύπτουν τη χασούρα.

Η απώλεια των σπόρων

Ενα άλλο πρόβλημα είναι η απώλεια των σπόρων του βαμβακιού. Στη Θεσσαλία γίνεται το μεγαλύτερο μέρος της σποροπαραγωγής της χώρας και η καταστροφή και σε αυτόν τον τομέα ήταν πολύ μεγάλη. «Πού θα βρεθούν οι σπόροι για του χρόνου; Θα εισάγουν οι εταιρείες;», αναρωτιέται ο ερευνητής.

Στο φόντο της κλιματικής αλλαγής και καθώς η ενίσχυση της ξηρασίας πάει μαζί με καταστροφικές βροχοπτώσεις, ποιο είναι το μέλλον του βαμβακιού στον θεσσαλικό κάμπο; Μήπως πρέπει να αλλάξει η καλλιέργεια; «Δεν μπορείς μηχανιστικά να προτείνεις άλλη καλλιέργεια. Και δεν υπάρχει κάποια άλλη επιλογή που να μπορεί να αντικαταστήσει μαζικά το βαμβάκι. Παρά τα όσα γράφονται, κάποιες καλλιέργειες είναι πιο απαιτητικές σε νερό, όπως το καλαμπόκι, που χρειάζεται και πολύ λίπασμα», λέει ο δρ Νταράουσε.

Σύμφωνα με τον ερευνητή, η ίδια η ζωή θα διαμορφώσει λύσεις. «Στη Λάρισα μέσα σε δέκα χρόνια οι καλλιέργειες βάμβακος έπεσαν κάτω από το μισό. Από 600.000 στρέμματα που έβαζαν, τώρα έχουν πάει στα 270.000 στρ. Στη θέση του έβαλαν δενδρώδεις καλλιέργειες, μηδική (τριφύλλι), ρίγανη, βιομηχανική ντομάτα. Ενας βασικός λόγος ήταν το κόστος του νερού: Στη Λάρισα φτάνει 70 ευρώ το στρέμμα, ενώ στην Καρδίτσα 40 ευρώ/στρέμμα». Τι θα μπορούσαμε να κάνουμε; «Να διαλέξουμε τις περιοχές που δίνουν το καλύτερο βαμβάκι και που έχουν τους κατάλληλους υδάτινους πόρους. Σε άλλες εκτάσεις μπορούμε να αντικαταστήσουμε το βαμβάκι. Θα μπορούσε, π.χ., να μπει ηλίανθος, είναι μια καλλιέργεια δοκιμασμένη, την ξέρουν και οι αγρότες, έχει πολύ χαμηλό κόστος και συνδυάζεται με κριθάρι», προτείνει ο προϊστάμενος του Κέντρου Βάμβακος.

Ποια είναι η ποιότητα του ελληνικού βαμβακιού; «Οταν υπήρχαν έλεγχοι από τον Ελληνικό Οργανισμό Βάμβακος, ήταν εξαιρετική. Ηταν το καλύτερο. Μετά την απελευθέρωση της αγοράς η ποιότητα έχει πέσει. Οι αγορές που έχουμε δεν έχουν τόσο μεγάλη απαιτητικότητα όσον αφορά την ποιότητα. Παρ’ όλα αυτά οι ελληνικοί σπόροι είναι πρώτης ποιότητας», υπογραμμίζει ο δρ Νταράουσε.

Γιάννης Ελαφρός, Καθημερινή