Οι κεντρικές τράπεζες των µεγαλύτερων οικονοµιών πιθανότατα θα πάρουν πίσω λιγότερο από το ήµισυ των αυξήσεων των επιτοκίων που πραγµατοποίησαν τα τελευταία δύο χρόνια, κυρίως λόγω των νέων δεδοµένων στις ΗΠΑ.

Η Fed, η ΕΚΤ και η Τράπεζα της Αγγλίας µαζί έχουν αυξήσει τα βασικά τους επιτόκια συνολικά κατά 1.475 µονάδες βάσης, ενώ οι µειώσεις που θα γίνουν µέχρι το τέλος του 2025 υπολογίζονται σε µόνο 575 µονάδες βάσης, σύµφωνα µε νέες εκτιµήσεις του Bloomberg Economics.

Οι νέες αυτές προβλέψεις έρχονται µετά µια σειρά απογοητευτικών στοιχείων για τον πληθωρισµό στις ΗΠΑ, τα οποία σε συνδυασµό µε την ισχυρή ακόµη οικονοµική δραστηριότητα αναδιαµορφώνουν το επενδυτικό τοπίο.

Το νέο σκηνικό δίνει περισσότερο χρόνο στους επενδυτές να «κλειδώσουν» τις σηµερινές, σχετικά υψηλές αποδόσεις οµολόγων, καθώς και ευκαιρίες για επενδυτικές κινήσεις, καθώς ορισµένες κεντρικές τράπεζες χαλαρώνουν πριν από άλλες.

Η «στροφή» της νοµισµατικής πολιτικής είναι παραδοσιακά δύσκολο να γίνει την κατάλληλη στιγµή, αλλά η καταστροφή που επέφερε η πανδηµία και τα άνευ προηγουµένου µαζικά µέτρα δηµοσιονοµικής στήριξης που δόθηκαν από την άνοιξη του 2020 έχουν κάνει την κατάσταση ακόµη πιο δύσκολη, λέει στο Bloomberg η Αν Γουόλς, επικεφαλής επενδύσεων στην Guggenheim Partners Investment Management.

«Ολα τα ιστορικά ορόσηµα που ξέραµε από το παρελθόν –επί παραδείγµατι ότι από τη στιγµή που η Fed αρχίζει να αυξάνει τα επιτόκια χρειάζονται συνήθως 18 µε 24 µήνες µέχρι να ξεκινήσει η ύφεση– έχουν πάρει παράταση», πρόσθεσε.

Ο στόχος του προέδρου της Fed Τζερόµ Πάουελ και των άλλων κεντρικών τραπεζιτών να επαναφέρουν τον πληθωρισµό στο 2% περιπλέκεται εξαιτίας των δηµοσιονοµικών ελλειµµάτων που κυµαίνονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, σύµφωνα µε τη Γουόλς, η οποία διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία αξίας άνω των 300 δισ. δολαρίων. Η ίδια επισήµανε την ανωµαλία που προκαλούν τα µεγάλα ελλείµµατα σε µια εποχή µε ποσοστά ανεργίας κάτω του 4%.

Οι αγορές προεξοφλούν µόνο µία µείωση επιτοκίων κατά 0,25% από τη Fed για φέτος, σε σύγκριση µε τουλάχιστον πέντε κινήσεις που προβλέπονταν στις αρχές Φεβρουαρίου. Επίσης, έχουν αλλάξει και οι αποκλίσεις των επιτοκίων µεταξύ των µεγάλων κεντρικών τραπεζών. Την 1η Φεβρουαρίου οι αγορές ανέµεναν ότι η Fed και η ΕΚΤ θα έκλειναν το έτος µε επιτόκια στο 3,97% και 2,52% αντιστοίχως. Από την Πέµπτη, τα «βλέπουν» σε περίπου 4,98% και 3,25% µέχρι το τέλος της χρονιάς. Σηµειωτέον ότι τα επιτόκια της Fed βρίσκονται στο εύρος του 5,25% έως 5,50%, ενώ το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ είναι 4%.

Η συνεχιζόµενη ανθεκτικότητα που επιδεικνύουν οι οικονοµίες –το ∆ιεθνές Νοµισµατικό Ταµείο προβλέπει τώρα επιτάχυνση στις ανεπτυγµένες χώρες φέτος αντί για επιβράδυνση– θα επιτρέψει στις βασικές κεντρικές τράπεζες να συνεχίσουν να συρρικνώνουν τους ισολογισµούς που είχαν διογκωθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης της COVID-19.

Υπολογίζεται ότι η Fed, η ΕΚΤ, η Τράπεζα της Αγγλίας και η Τράπεζα της Ιαπωνίας διεύρυναν συλλογικά τους ισολογισµούς τους κατά 9 τρισ. δολάρια το 2020 και το 2021. Μέχρι το τέλος του επόµενου έτους, το Bloomberg Economics προβλέπει τώρα ότι οι ανωτέρω κεντρικές τράπεζες βρίσκονται σε τροχιά να προχωρήσουν σωρευτικά σε ποσοτική σύσφιγξη ύψους περίπου 3 τρισ. δολαρίων.

Αυτό σηµαίνει ότι οι επενδυτές του ιδιωτικού τοµέα θα πρέπει να απορροφήσουν την προσφορά κρατικού χρέους. Οι υψηλότερες για µεγαλύτερο χρονικό διάστηµα αποδόσεις µπορεί να καταστήσουν αυτή την υπόθεση ευκολότερη.

Kathimerini